Σε όλα τα επίπεδα της ΕΕ, ο δημόσιος τομέας συμβάλλει στη χρηματοδότηση των αναγκών της οικονομίας με σημαντικά κονδύλια και, κατά συνέπεια, λογοδοτεί για τη χρηστή και αποτελεσματική διαχείριση των κονδυλίων που του έχουν διατεθεί από τους φορολογούμενους των κρατών μελών.
Ο δημόσιος τομέας της ΕΕ πρέπει να αποδεικνύει ότι οι διαθέσιμοι πόροι δαπανώνται κατά τρόπο αποδοτικό και ότι οι εκροές και τα αποτελέσματα είναι αποτελεσματικά. Για τον σκοπό αυτό, ο δημόσιος εσωτερικός έλεγχος προσθέτει αξία συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός μοντέλου που πληροί τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση και τον έλεγχο της χρήσης των δημόσιων πόρων.
Το μοντέλο, το οποίο αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως βέλτιστη πρακτική, προβλέπει τα καίρια στοιχεία που μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην πρόληψη της απάτης και της διαφθοράς. Από το 2002, έτος κατά το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εφάρμοσε τον δημόσιο εσωτερικό έλεγχο ως πλαίσιο για τον αποτελεσματικό και αποδοτικό έλεγχο των πόρων που διαχειρίζεται, οι ευρωπαϊκές χώρες επανασχεδιάζουν σταδιακά τα μοντέλα ρυθμιστικού ελέγχου τους ώστε να ενσωματώσουν τις αρχές του δημόσιου εσωτερικού ελέγχου.
Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων στην ΕΕ μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη αυτού του κοινού στόχου για έναν δημόσιο προϋπολογισμό που παράγει αποτελέσματα.
Το 2012, κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εγκαινίασε δίκτυο δημόσιου εσωτερικού ελέγχου το οποίο συνεδριάζει μέσω τακτικών διασκέψεων. Τον Ιούνιο του 2017 στη Βουδαπέστη παρουσιάστηκε και εγκρίθηκε από τους συμμετέχοντες στρατηγική για τη μελλοντική ανάπτυξη του δικτύου δημόσιου εσωτερικού ελέγχου.
Επιπλέον, τα αποτελέσματα μεταγενέστερης έρευνας υπογράμμισαν την ανάγκη να αυξηθεί ο αντίκτυπος των δραστηριοτήτων του δικτύου. Δεδομένου ότι η στενότερη συμμετοχή ανώτερων διοικητικών στελεχών είναι ζωτικής σημασίας ώστε να διασφαλιστεί η προώθηση και η χρήση των αποτελεσμάτων του δικτύου εντός των κρατών μελών, δρομολογήθηκε η ιδέα της δημιουργίας ενός νέου και ενισχυμένου δικτύου δημόσιου εσωτερικού ελέγχου με υψηλόβαθμα στελέχη. Μια πρώτη συνεδρίαση σε τεχνικό επίπεδο πραγματοποιήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2019 στις Βρυξέλλες και η ονομασία του δικτύου άλλαξε σε δίκτυο καλύτερης διάθεσης των δαπανών.
Η πρώτη διάσκεψη υψηλού επιπέδου του δικτύου καλύτερης διάθεσης των δαπανών, η οποία θα διοργανώνεται εφεξής σε ετήσια βάση, επρόκειτο να πραγματοποιηθεί τον Σεπτέμβριο του 2021. Λόγω των υφιστάμενων συνθηκών (COVID-19 και κρίση στην Ουκρανία), η πρώτη διάσκεψη χρειάστηκε να αναβληθεί και η νέα ημερομηνία δεν έχει ακόμη καθοριστεί.