Βελτίωση της νομοθεσίας - Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Βελτίωση της νομοθεσίας

Τί σημαίνει βελτίωση της νομοθεσίας;

Η απλούστερη, ευκολότερη και ταχύτερη νομοθεσία της ΕΕ αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες διευκόλυνσης της ανταγωνιστικότητας της ΕυρώπηςΑυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τόσο η απλούστευση όσο και η εφαρμογή αποτελούν σημαντικές προτεραιότητες της Επιτροπής, οι οποίες υποστηρίζονται από ειδικές δομές και μηχανισμούς. Η Επιτροπή προσπαθεί να απλουστεύσει και να μειώσει τον διοικητικό φόρτο της νομοθεσίας της ΕΕ, ώστε να διασφαλίσει ότι είναι αναλογική, σταθερή, συνεκτική και τεχνολογικά ουδέτερη. 

Στο πλαίσιο αυτό, το θεματολόγιο για τη βελτίωση της νομοθεσίας βοηθά την ΕΕ στην κατάρτιση τεκμηριωμένων πολιτικών και νομοθετικών πράξεων που επιτυγχάνουν τους στόχους τους με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, ενώ παράλληλα ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες ανάγκες των πολιτών, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ. Οι κατευθυντήριες γραμμές και η εργαλειοθήκη για τη βελτίωση της νομοθεσίας παρέχουν συγκεκριμένη καθοδήγηση στις υπηρεσίες της Επιτροπής που συμμετέχουν στην εκπόνηση νέων πρωτοβουλιών και προτάσεων ή στη διαχείριση και την αξιολόγηση της υφιστάμενης νομοθεσίας.

Η βελτίωση της νομοθεσίας διασφαλίζει τα εξής:

  • ότι οι δράσεις της ΕΕ βασίζονται στα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία και σχεδιάζονται με σκοπό να διασφαλίζουν τον επιθυμητό αντίκτυπο ώστε να είναι επωφελείς για την κοινωνία, την οικονομία και το περιβάλλον της ΕΕ και να βοηθούν την Επιτροπή στην υλοποίηση των στρατηγικών προτεραιοτήτων της
  • ότι το ρυθμιστικό περιβάλλον είναι απλό, αποτελεσματικό, αποδοτικό και συνεκτικό και εφαρμόζεται σωστά με στόχο να καταστούν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Ευρώπη απλούστερες και ταχύτερες 
  • ότι στην Ευρώπη έχει μειωθεί η γραφειοκρατία και η ανάγκη υποβολής εκθέσεων, με στόχο την τονωση των επενδύσεων και της ανταγωνιστικότητας 
  • ότι η λήψη αποφάσεων είναι ανοικτή και διαφανής για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη
  • ότι οι πολίτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να συμβάλλουν στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και νομοθεσίας μέσω διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη, διαδικτυακών δημόσιων διαβουλεύσεων, διαλόγων σχετικά με την εφαρμογή, ελέγχων της πραγματικής κατάστασης και συνεισφορών στις προσκλήσεις υποβολής στοιχείων και τις πράξεις της Επιτροπής
  • ότι οι πρωτοβουλίες της ΕΕ επιτυγχάνουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα και παραμένουν κατάλληλες για τον επιδιωκόμενο σκοπό και τις μελλοντικές προκλήσεις, μεταξύ άλλων με την αξιοποίηση των εργασιών της Επιτροπής για τη στρατηγική ανάλυση προοπτικών
  • ότι τηρούνται πλήρως οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας
  • ότι προωθούνται παγκοσμίως οι αξίες της ΕΕ και αποτελεσματικά κανονιστικά μοντέλα, με τη στήριξη ορθών πρακτικών για τη βελτίωση της νομοθεσίας στο πλαίσιο της χάραξης πολιτικής σε διεθνές επίπεδο, π.χ. με την κατάρτιση παγκόσμιων προτύπων. 

Ποια είναι τα βασικά μέσα για τη βελτίωση της νομοθεσίας;

Αξιολογήσεις, έλεγχοι καταλληλότητας και εκτιμήσεις επιπτώσεων

Η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να σχεδιάζει, να εκπονεί και να προτείνει νέα νομοθετικές πράξεις και πολιτικές της ΕΕ. Οι εργασίες της καθοδηγούνται από το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής. Κατά την προπαρασκευαστική διαδικασία η Επιτροπή τηρεί ένα σύνολο κανόνων και κατευθυντήριων γραμμών. 

Σύμφωνα με την αρχή «πρώτα αξιολόγηση», η αξιολόγηση προηγείται των εργασιών για την αναθεώρηση υφιστάμενης πολιτικής ή νομοθεσίας και παρέχει αποδεικτικά στοιχεία για τον προσδιορισμό των προβλημάτων.

Οι αξιολογήσεις και οι έλεγχοι καταλληλότητας της Επιτροπής αναλύουν τις επιδόσεις των υφιστάμενων πολιτικών και προγραμμάτων και τηςυφιστάμενης νομοθεσίας. Οι αξιολογήσεις, οι οποίες βασίζονται σε τεκμηριωμένα στοιχεία, εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο η υφιστάμενη πολιτική ή νομοθεσία είναι αποτελεσματική, συναφής, συνεκτική και έχει ενωσιακή προστιθέμενη αξία. Στη συνέχεια, οι αξιολογήσεις αυτές τροφοδοτούν την προετοιμασία διαδικασιών αναθεώρησης ή την κατάρτιση νέων πρωτοβουλιών. 

Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων εξετάζουν κατά πόσον υπάρχει ανάγκη για ενωσιαή δράση, αναλύουν τις πιθανές επιπτώσεις των διαθέσιμων λύσεων και κατευθύνουν την επιλογή της Επιτροπής και την προετοιμασία της πρότασης. Η ανάλυση αυτή διενεργείται κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο, προτού η Επιτροπή οριστικοποιήσει πρόταση νέας νομοθετικής πράξης ή πρόταση αναθεώρησης.  

Επιπλέον, η στρατηγική ανάλυση προοπτικών αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τη χάραξη ανθεκτικών στις μελλοντικές εξελίξεις και συνεκτικών πολιτικών σε όλους τους τομείς. Η στρατηγική ανάλυση προοπτικών διερευνεί τις διάφορες πιθανές εκδοχές του μέλλοντος, καθώς και τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν. Τέλος, βοηθάει τους υπευθύνους για τη χάραξη πολιτικής να δράσουν σήμερα για να διαμορφώσουν το μέλλον.

Η απλούστευση στο επίκεντρο της βελτίωσης της νομοθεσίας

Η Επιτροπή, βασιζόμενη στο πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT), επιταχύνει τις εργασίες για την απλούστευση της νομοθεσίας της ΕΕ και τη μείωση των περιττών δαπανών που συνεπάγονται οι κανονιστικές ρυθμίσεις εξασφαλίζοντας παράλληλα την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων. Με την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων του κεκτημένου της ΕΕ μέσω αξιολογήσεων και ελέγχων καταλληλότητας, οι επακόλουθες προτάσεις απλούστευσης της Επιτροπής θα οδηγήσουν τελικά στην απλούστευση της νομοθεσίας της ΕΕ και στη μείωση του κανονιστικού φόρτου. Αυτό θα βοηθήσει την Επιτροπή να μειώσει τον υφιστάμενο διοικητικό φόρτο κατά τουλάχιστον 25 %, και κατά 35 % για τις ΜΜΕ. Η προσέγγιση «για κάθε θέσπιση, μία κατάργηση» διασφαλίζει ότι λαμβάνονται υπόψη όλες οι επιβαρύνσεις που εισάγονται από τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής και ότι ο διοικητικός φόρτος αντισταθμίζεται με την κατάργηση επιβαρύνσεων ισοδύναμης αξίας στον ίδιο τομέα πολιτικής.

Η ανταγωνιστικότητα αποτελεί βασική προτεραιότητα: ο νέος έλεγχος των ΜΜΕ και της ανταγωνιστικότητας θα συμβάλει στην καλύτερη αποτύπωση αυτών των δύο διαστάσεων στις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Η Επιτροπή παρουσιάζει ετήσια επισκόπηση των προσπαθειών για απλούστευση και μείωση του φόρτου ώστε να καταδειχθεί η πρόοδος που έχει συντελεστεί προς την επίτευξη αυτών των στόχων.

Έλεγχος ποιότητας

Η Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου, ένας ανεξάρτητος φορέας υπαλλήλων της Επιτροπής και εμπειρογνωμόνων εκτός της Επιτροπής, επανεξετάζει τις εκτιμήσεις επιπτώσεων και επιλεγμένες αξιολογήσεις. Η εν λόγω επιτροπή δημοσιεύει ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις ενέργειες που έχει αναλάβει για την εκπλήρωση της αποστολής της.

Επικουρικότητα και αναλογικότητα

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η Επιτροπή έχει ως στόχο να ενεργεί μόνο όταν είναι αναγκαίο και όπου μπορεί να παράγει σαφή οφέλη, πέραν των όσων επιτυγχάνονται με μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. Σε όλες τις πολιτικά ευαίσθητες και σημαντικές πρωτοβουλίες που συνοδεύονται από εκτίμηση επιπτώσεων επισυνάπτεται ένας πίνακας επικουρικότητας. 

Η αρχή της αναλογικότητας εστιάζει στον οικονομικό και διοικητικό αντίκτυπο της προτεινόμενης νομοθεσίας, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι κανονιστικές δράσεις δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των νομοθετικών και πολιτικών στόχων. Κάθε τέτοιος αντίκτυπος πρέπει να είναι ο ελάχιστος δυνατός, και αναλογικός με τους στόχους της πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι πολιτικές υλοποιούνται με τον απλούστερο και λιγότερο δαπανηρό τρόπο, ώστε να αποφεύγεται η περιττή γραφειοκρατία.

Επαφές με ενδιαφερόμενα μέρη

Η διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη βρίσκεται στο επίκεντρο του θεματολογίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Η Επιτροπή προσφέρει στους πολίτες και στα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους διαδικτυακά καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής μιας πολιτικής για τη συλλογή στοιχείων με σκοπό την υποστήριξη της χάραξης πολιτικής και τη διασφάλιση της διαφάνειας.

Πείτε την άποψή σας: Δημόσιες διαβουλεύσεις και σχόλια 

Ποια είναι η διαδικασία;

  • τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να μοιραστούν τις απόψεις τους καθώς και στοιχεία που αφορούν προτάσεις νέων πολιτικών, νομικές πράξεις και υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ (αξιολογήσεις και έλεγχοι καταλληλότητας)
  • το εργαλείο αυτό είναι πολυγλωσσικό, κεντρικό, διαφανές και πολύ εύχρηστο
  • οι συνεισφορές τροφοδοτούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων

Η προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών έχει αναγνωριστεί ως υποδειγματική: το 2018 και το 2021 ο ΟΟΣΑ κατέταξε την ΕΕ στην καλύτερη θέση μεταξύ των μελών του. 

Πρόσκληση υποβολής στοιχείων και δημόσια διαβούλευση

Οι απόψεις, η πρακτική εμπειρία, τα στοιχεία και τα δεδομένα που κατατίθενται από τα ενδιαφερόμενα μέρη και από το κοινό συμβάλλουν στην κατάρτιση πιο αξιόπιστων και υψηλότερης ποιότητας πρωτοβουλιών πολιτικής και αξιολογήσεων:

  • παρατηρήσεις που υποβάλλονται σε σχέση με προσκλήσεις υποβολής στοιχείων (για εκτιμήσεις επιπτώσεων, αξιολογήσεις και ελέγχους καταλληλότητας), οι οποίες παραμένουν ανοιχτές για περίοδο 4 εβδομάδων
  • δημόσια διαβούλευση (για νομοθετικές πράξεις), η οποία παραμένει ανοιχτή για περίοδο 12 εβδομάδων

Και οι δύο διαδικασίες όλες διαθέσιμες σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι μπορούν να συνεισφέρουν σε οποιαδήποτε από τις 24 επίσημες γλώσσες της ΕΕ και να λαμβάνουν την άτυπη ηλεκτρονική μετάφραση όλων των παρατηρήσεων και των εγγράφων θέσης στη γλώσσα τους.

Παρατηρήσεις

Οι πολίτες μπορούν επίσης να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή, σχολιάζοντας τις προτάσεις νομικών πράξεων ή κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. Η Επιτροπή αναλύει και συνοψίζει τις παρατηρήσεις και τις συνεισφορές που λαμβάνει. Αυτό επιτρέπει στους Ευρωπαίους να δουν τον τρόπο με τον οποίο τα σχόλιά τους συμβάλλουν στην προετοιμασία πρωτοβουλιών. Οι παρατηρήσεις σχετικά με τα σχέδια νομοθετικών πράξεων κοινοποιούνται στους συννομοθέτες (το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο). 

 

Διάλογοι σχετικά με την εφαρμογή και έλεγχοι της πραγματικής κατάστασης

Κάθε μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα διοργανώνει κάθε χρόνο τουλάχιστον δύο διαλόγους σχετικά με την εφαρμογή με ενδιαφερόμενα μέρη, με σκοπό την ευθυγράμμιση της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ με την επιτόπια πραγματικότητα. Οι διάλογοι αυτοί θα αποτελούν μια πλατφόρμα για ανοικτή και διαφανή συζήτηση μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών. Μέσω αυτών των διαλόγων, η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τα ενδιαφερόμενα μέρη για τον εντοπισμό των εμποδίων που δυσχεραίνουν την ορθή εφαρμογή. 

Η Επιτροπή θα προσεγγίσει επίσης τους επαγγελματίες των εταιρειών με ελέγχους της πραγματικής κατάστασης προκειμένου να κατανοήσει την επιτόπια εμπειρία τους και τον αντίκτυπο του δικαίου της ΕΕ στις δραστηριότητές τους. Οι ανταλλαγές αυτές σε τεχνικό επίπεδο θα επιτρέψουν να προσδιοριστούν και να επιλυθούν τυχόν πρακτικά ζητήματα και εμπόδια αλλά και να εντοπιστούν οι θετικές εμπειρίες· θα επιτρέψουν επίσης να προσδιοριστεί με ποιο τρόπο τα παραπάνω στοιχεία συνδέονται με την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ και τη μεταφορά τους στο εθνικό δίκαιο. 

Τα αποτελέσματα των ελέγχων της πραγματικής κατάστασης θα ληφθούν υπόψη κατά την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων για την ισχύουσα νομοθεσία (συμπεριλαμβανομένων των αξιολογήσεων και των ελέγχων καταλληλότητας) και θα συμβάλουν στον σχεδιασμό μελλοντικών προτάσεων απλούστευσης.

Εταιρική σχέση και συνεργασία

Συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ

Η βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ αποτελεί κοινό στόχο και ευθύνη όλων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών. Ο καλύτερος τρόπος για τη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ και την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων είναι η στενότερη συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τα προσεχή έτη.

Η Επιτροπή μπορεί μόνο να προσδιορίζει τον αντίτυπο, το κόστος και τις εξοικονομήσεις που συνδέονται με τις δικές της νομοθετικές προτάσεις. Οι τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται κατά τις διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενδέχεται να μεταβάλουν σημαντικά τον αντίκτυπο για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις ή τις διοικήσεις. 

Η Επιτροπή θα ξεκινήσει εκ νέου τον πολιτικό διάλογο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για να συζητηθούν ιδέες, ώστε όλα τα μέρη να μπορούν να αξιολογούν τον αντίκτυπο των τροποποιήσεών τους με κοινό τρόπο και να εκπληρώνουν τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

Εφαρμογή από τα κράτη μέλη

Η ΕΕ έχει οικοδομηθεί πάνω σε από κοινού συμφωνημένους κανόνες. Τα κράτη μέλη, για να διαμορφώσουν ένα ασφαλές νομικό περιβάλλον για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ, πρέπει να εφαρμόζουν τους κανόνες αυτούς στο ακέραιο και εντός των προθεσμιών. Πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω κανόνες εφαρμόζονται και επιβάλλονται ορθά ώστε να αποφέρουν τα οφέλη τα οποία επιδιώκουν. Η ανεπαρκής εφαρμογή συνεπάγεται κόστος και νομική ανασφάλεια για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Διεθνής συνεργασία

Η διεθνής ρυθμιστική συνεργασία αποτελεί βασικό στοιχείο της κανονιστικής πολιτικής της ΕΕ. Η πολιτική της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας εξελίχθηκε με την πάροδο των χρόνων και εμπνέεται επίσης από διεθνείς εξελίξεις, όπως διάφορες συστάσεις πολιτικής που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ. 

Οι κατευθυντήριες γραμμές και η εργαλειοθήκη της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας προσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το διεθνές πλαίσιο κατά την αξιολόγηση και την ανάπτυξη της πολιτικής της ΕΕ και τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούμε διαβουλεύσεις με τους διεθνείς εταίρους και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αυτό καλύπτει, για παράδειγμα, την απαίτηση να λαμβάνονται υπόψη οι διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες κατά τη χάραξη των πολιτικών μας, να αντιμετωπίζονται συνολικά οι γεωπολιτικές επιπτώσεις, να κοινοποιούνται τα νομοθετικά σχέδια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, να ενσωματώνονται οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών οι οποίοι περιλαμβάνονται πλέον στις αξιολογήσεις και τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, και άλλα.