Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Έκδοση νομοθετικών πράξεων της ΕΕ

Η ΕΕ χρησιμοποιεί διάφορες νομοθετικές διαδικασίες για τη θέσπιση νομοθετικών πράξεων. Η διαδικασία που ακολουθείται για την υποβολή νομοθετικής πρότασης εξαρτάται από το είδος και το αντικείμενο της πρότασης. Η συντριπτική πλειονότητα των νομοθετικών πράξεων της ΕΕ εγκρίνονται από κοινού από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ, ενώ

Έκδοση νομοθετικών πράξεων από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία

Τα περισσότερα νομοθετήματα της ΕΕ θεσπίζονται σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (με άμεση ψηφοφορία) και το Συμβούλιο της ΕΕ (εκπρόσωποι των 27 χωρών-μελών της ΕΕ) έχουν ίση βαρύτητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει νομοθετική πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τα οποία πρέπει να συμφωνήσουν επί του κειμένου ώστε η πρόταση να γίνει νομοθέτημα της ΕΕ. 

Πώς λειτουργεί

Μέσω μιας σειράς αναγνώσεων του προτεινόμενου νομοθετήματος, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξετάζουν και τροποποιούν το κείμενο. Εάν τα δύο θεσμικά όργανα συμφωνούν επί των τροπολογιών, το προτεινόμενο νομοθέτημα εγκρίνεται. Εάν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν μπορούν να συμφωνήσουν επί των τροποποιήσεων, γίνεται δεύτερη ανάγνωση. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μετά τη δεύτερη ανάγνωση, τότε η πρόταση τίθεται ενώπιον επιτροπής συνδιαλλαγής η οποία αποτελείται από ισάριθμους εκπροσώπους του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συμμετέχουν επίσης στις συνεδριάσεις και συμβάλλουν στη διαδικασία. Μόλις η επιτροπή συνδιαλλαγής καταλήξει σε συμφωνία, το κείμενο διαβιβάζεται στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τρίτη ανάγνωση, ώστε να αποκτήσει τελικά ισχύ νομοθετήματος. Σε σπάνιες περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία, το νομοθέτημα δεν εγκρίνεται.

Μάθετε περισσότερα σχετικά με τον ρόλο του Κοινοβουλίου και τον ρόλο του Συμβουλίου στη συνήθη νομοθετική διαδικασία της ΕΕ.

Ειδικές νομοθετικές διαδικασίες

Οι διαδικασίες αυτές εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Κατά κανόνα, το Συμβούλιο της ΕΕ είναι ο μόνος νομοθέτης, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να δίνει την έγκρισή του ή να διατυπώνει τη γνώμη του για μια νομοθετική πρόταση. Σπανιότερα, το Κοινοβούλιο μπορεί να εγκρίνει μόνο του νομικές πράξεις (κατόπιν διαβούλευσης με το Συμβούλιο).

Έκδοση νομοθετικών πράξεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Το Συμβούλιο ή το Κοινοβούλιο μπορούν να εξουσιοδοτήσουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκδώσει δύο είδη μη νομοθετικών πράξεων:

  • εκτελεστικές πράξεις, οι οποίες θεσπίζουν μέτρα με σκοπό την ομοιόμορφη εφαρμογή των νόμων σε όλες τις χώρες της ΕΕ
  • κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, οι οποίες τροποποιούν ή συμπληρώνουν την ισχύουσα νομοθεσία, ιδίως προκειμένου να προστεθούν νέοι μη ουσιώδεις κανόνες 

Εκτελεστικές και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Αναθεώρηση των Συνθηκών

Οι Συνθήκες της ΕΕ, οι οποίες αποτελούν τη βάση του δικαίου της ΕΕ, μπορούν να αναθεωρούνται ώστε η νομοθεσία και οι πολιτικές της ΕΕ να προσαρμόζονται στις νέες προκλήσεις. Για κάθε τροποποίηση των Συνθηκών απαιτείται ομόφωνη συμφωνία και των 27 κρατών μελών της ΕΕ.

Υπάρχουν δύο τρόποι για την αναθεώρηση των Συνθηκών: 

  • η συνήθης διαδικασία αναθεώρησης χρησιμοποιείται όταν γίνονται σημαντικές τροποποιήσεις στις Συνθήκες, όπως η αύξηση ή μείωση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ
  • η απλοποιημένη διαδικασία αναθεώρησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να γίνουν τροποποιήσεις όσον αφορά τις εσωτερικές πολιτικές και δράσεις της ΕΕ, για παράδειγμα, στους τομείς της γεωργίας και της αλιείας, της εσωτερικής αγοράς, των συνοριακών ελέγχων, της οικονομικής και της νομισματικής πολιτικής, με την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν συνεπάγονται καμία επέκταση των αρμοδιοτήτων της ΕΕ

Ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων

Τα εθνικά κοινοβούλια λαμβάνουν όλες τις νομοθετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ταυτόχρονα με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να αντιδράσουν στις προτάσεις με γνωμοδότηση.

Σε τομείς στους οποίους η ΕΕ ενεργεί από κοινού με τις χώρες της ΕΕ, τα εθνικά κοινοβούλια ελέγχουν κατά πόσον η ανάληψη δράσης θα είναι πιο αποτελεσματική σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο (αρχή της επικουρικότητας). Αυτός είναι ο λεγόμενος «μηχανισμός ελέγχου της επικουρικότητας».

Σχέσεις με τα εθνικά κοινοβούλια