EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52021PC0563

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την αναδιάρθρωση του ενωσιακού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (αναδιατύπωση)

COM/2021/563 final

Βρυξέλλες, 14.7.2021

COM(2021) 563 final

2021/0213(CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την αναδιάρθρωση του ενωσιακού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{SEC(2021) 663 final} - {SWD(2021) 640 final} - {SWD(2021) 641 final} - {SWD(2021) 642 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας παίζει σημαντικό ρόλο στον τομέα της πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια. Οι εναρμονισμένοι κανόνες που θεσπίστηκαν βάσει της οδηγίας 2003/96/ΕΚ, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (στο εξής: οδηγία φορολόγησης της ενέργειας ή ΟΦΕ) αποσκοπούν στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Ωστόσο, μετά την έκδοση της ΟΦΕ, το υποκείμενο πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια άλλαξε ριζικά και η οδηγία δεν ευθυγραμμίζεται πλέον με τις τρέχουσες πολιτικές της ΕΕ. Επιπλέον, η ΟΦΕ δεν διασφαλίζει πλέον την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Η πρόταση για αναδιατύπωση αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (στο εξής: ΕΠΣ) και της νομοθετικής δέσμης «Fit for 55», διότι επικεντρώνεται σε περιβαλλοντικά και κλιματικά ζητήματα ώστε να στηρίξει τη δέσμευση της Επιτροπής για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων και την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για τη μείωση των εγχώριων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Η ΕΠΣ εγκαινίασε μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική για την ΕΕ, η οποία αποσκοπεί στη μετατροπή της ΕΕ σε μια δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία. Επανεκφράζει τη φιλοδοξία της Επιτροπής να αυξήσει τους κλιματικούς της στόχους και να καταστήσει την Ευρώπη την πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρο έως το 2050. Η αναγκαιότητα και η αξία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας έχουν σαφώς αυξηθεί λόγω των πολύ σοβαρών επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 στην υγεία και την οικονομική ευημερία των πολιτών της Ένωσης.

Με βάση τη στρατηγική της ΕΠΣ και μια συνολική εκτίμηση επιπτώσεων, η ανακοίνωση της Επιτροπής, του Σεπτεμβρίου 2020, με τίτλο «Ενίσχυση της κλιματικής φιλοδοξίας της Ευρώπης για το 2030» 1 («Σχέδιο κλιματικών στόχων για το 2030») πρότεινε να αυξηθεί το επίπεδο φιλοδοξίας της ΕΕ και παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την αύξηση του δεσμευτικού στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2030 ώστε να επιτευχθεί μείωση των καθαρών εκπομπών κατά τουλάχιστον 55 %, με υπεύθυνο τρόπο. Η αύξηση του επιπέδου φιλοδοξίας για το 2030 προσφέρει μεγαλύτερη σιγουριά στους φορείς χάραξης πολιτικής και στους επενδυτές, έτσι ώστε οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται τα επόμενα χρόνια να μη συνεπάγονται εγκλωβισμό σε επίπεδα εκπομπών ασυμβίβαστα με τον στόχο της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Ο στόχος για το 2030 συνάδει με τον στόχο της συμφωνίας του Παρισιού, δηλαδή τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω από τους 2 °C και την καταβολή προσπάθειας ώστε να συγκρατηθεί στους 1,5 °C. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε τον νέο δεσμευτικό στόχο της ΕΕ για το 2030 κατά τη σύνοδο του Δεκεμβρίου 2020 2 .

Ο ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα 3 , όπως συμφωνήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο 4 , καθιστά νομικά δεσμευτικό τον στόχο της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα και αυξάνει το επίπεδο φιλοδοξίας για το 2030 θέτοντας στόχο για μειώσεις των καθαρών εκπομπών κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990.

Για να ακολουθήσει την πορεία που προτείνεται με τον ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα και για να υλοποιήσει αυτό το αυξημένο επίπεδο φιλοδοξίας για το 2030, η Επιτροπή επανεξέτασε την ισχύουσα νομοθεσία για το κλίμα και την ενέργεια. Η νομοθετική δέσμη «Fit for 55», όπως ανακοινώθηκε στο σχέδιο κλιματικών στόχων για το 2030, αποτελεί το πλέον ολοκληρωμένο δομικό στοιχείο των προσπαθειών για την υλοποίηση του φιλόδοξου νέου κλιματικού στόχου για το 2030, και όλοι οι οικονομικοί τομείς και οι πολιτικές θα πρέπει να συμβάλουν.

Στην ΕΠΣ, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να επανεξετάσει την ΟΦΕ επικεντρωνόμενη σε περιβαλλοντικά ζητήματα και με σκοπό να διασφαλίσει ότι η φορολόγηση της ενέργειας ευθυγραμμίζεται με τους κλιματικούς στόχους. Η φορολογία παίζει άμεσο ρόλο στη στήριξη της πράσινης μετάβασης, εκπέμποντας τα σωστά μηνύματα για τις τιμές και παρέχοντας τα κατάλληλα κίνητρα για βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή.  

Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται αποτελεσματική περιβαλλοντική φορολογία και άρση κινήτρων για κατανάλωση ορυκτών καυσίμων σε ολόκληρη την ΕΕ, σε συνδυασμό με άλλα κανονιστικά μέτρα, για να επιτευχθούν οι μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Η ΟΦΕ μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη του αυξημένου επιπέδου φιλοδοξίας για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030, διασφαλίζοντας ότι η φορολόγηση των καυσίμων κίνησης και θέρμανσης αντανακλά καλύτερα τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και στην υγεία. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εξάλειψη των μειονεκτημάτων για τις καθαρές τεχνολογίες και τη θέσπιση υψηλότερων επιπέδων φορολογίας για τα μη αποδοτικά και ρυπογόνα καύσιμα, συμπληρωματικά προς την τιμολόγηση του άνθρακα μέσω της εμπορίας εκπομπών. Θα διευκολύνει τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα προς την καθαρότερη ενέργεια ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού.

Η ΟΦΕ αξιολογήθηκε το 2019 5 . Μετά την εν λόγω αξιολόγηση, το Συμβούλιο εξέδωσε συμπεράσματα 6 στα οποία έκρινε ότι η φορολόγηση της ενέργειας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως ένα από τα οικονομικά κίνητρα που κατευθύνουν την επιτυχή ενεργειακή μετάβαση, καθώς οδηγεί σε χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και σε επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας, συμβάλλοντας παράλληλα στη βιώσιμη ανάπτυξη, και κάλεσε την Επιτροπή να αναθεωρήσει την ΟΦΕ.

Όσον αφορά την ισχύουσα ΟΦΕ, εγείρεται σειρά ζητημάτων που συνδέονται με την αποσύνδεσή της από τους στόχους για το κλίμα και την ενεργειακή απόδοση και με τις αδυναμίες της όσον αφορά τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Πρώτο, η ΟΦΕ δεν συνάδει με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια. Η οδηγία δεν προάγει επαρκώς τις μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την ενεργειακή απόδοση και τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και εναλλακτικών καυσίμων (ανανεώσιμο υδρογόνο, συνθετικά καύσιμα, προηγμένα βιοκαύσιμα κ.λπ.). Ο λόγος είναι ότι η φορολόγηση των νέων, μικρότερης έντασης άνθρακα καυσίμων είναι ίση με αυτήν που αντιστοιχεί στα ορυκτά καύσιμα, αν το νέο καύσιμο έχει εμφανιστεί μετά την έκδοση της τελευταίας ΟΦΕ το 2003 και, ως εκ τούτου, δεν ορίζεται ρητά συντελεστής γι’ αυτό. Τα βιοκαύσιμα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση εξαιτίας της φορολόγησης με βάση τον όγκο (συντελεστές ανά λίτρο). Ο λόγος είναι ότι ένα λίτρο βιοκαυσίμου έχει κατά κανόνα χαμηλότερο ενεργειακό περιεχόμενο από ένα λίτρο ανταγωνιστικού ορυκτού καυσίμου, ωστόσο εφαρμόζεται ο ίδιος φορολογικός συντελεστής. Ως συνολικό αποτέλεσμα, η ΟΦΕ δεν παρέχει επαρκή κίνητρα για επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες.

Δεύτερον, η ΟΦΕ ευνοεί εκ των πραγμάτων τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Εφαρμόζονται εθνικοί συντελεστές με υψηλό βαθμό αποκλίσεων, σε συνδυασμό με ευρύ φάσμα φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων. Το ευρύ φάσμα απαλλαγών και μειώσεων αποτελούν μορφές κινήτρων για ορυκτά καύσιμα, οι οποίες δεν συνάδουν με τους στόχους της ΕΠΣ. Η νέα πρόταση θα συμβάλει στη μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων με δύο τρόπους. Πρώτον, καθορίζοντας υψηλότερους συντελεστές για τα ορυκτά καύσιμα και χαμηλότερων συντελεστών για τα προϊόντα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μειώνοντας έτσι το σχετικό πλεονέκτημα ως προς την τιμή που έχουν τα ορυκτά καύσιμα έναντι των λιγότερο ρυπογόνων εναλλακτικών λύσεων. Η μείωση αυτού του πλεονεκτήματος θα αποθαρρύνει τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Δεύτερον, επανεξετάζοντας τη δυνατότητα φορολογικών μειώσεων και απαλλαγών, οι οποίες επί του παρόντος μειώνουν τη φορολόγηση των ορυκτών καυσίμων. Σε αυτά περιλαμβάνονται το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται στη γεωργία, το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και ο άνθρακας που χρησιμοποιούνται από τα νοικοκυριά για θέρμανση (θα εξακολουθήσει να υφίσταται η δυνατότητα απαλλαγής ευάλωτων νοικοκυριών) ή ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούνται από ενεργοβόρες βιομηχανίες. Επιπλέον, σύμφωνα με την πρόταση θα αρθεί η ισχύουσα υποχρεωτική απαλλαγή του τομέα των αεροπορικών μεταφορών, της ναυσιπλοΐας και της αλιείας.

Τρίτον, η ΟΦΕ δεν συμβάλλει πλέον στην εύρυθμη λειτουργία των εσωτερικών αγορών, διότι οι ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές δεν επιφέρουν πλέον συγκλίνοντα αποτελέσματα στους εθνικούς φορολογικούς συντελεστές. Οι ελάχιστοι συντελεστές είναι χαμηλοί, επειδή δεν έχουν επικαιροποιηθεί από το 2003, αν και οι εθνικοί συντελεστές είναι σημαντικά υψηλότεροι από τα ελάχιστα όρια της ΟΦΕ στις περισσότερες περιπτώσεις. Σε κάθε περίπτωση, τα ελάχιστα όρια της ΟΦΕ δεν αποτρέπουν πλέον συνεπώς τον ανταγωνισμό για όλο και χαμηλότερη φορολογία ούτε συνιστούν κατώτατο όριο για τη φορολογία. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την ύπαρξη απαλλαγών και μειώσεων, αυξάνουν τον κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς και, ιδίως, στρεβλώνουν τους ίσους όρους ανταγωνισμού στους σχετικούς τομείς της οικονομίας.

Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένες πτυχές της ΟΦΕ χωρίς σαφήνεια, συνάφεια και συνοχή, γεγονός που δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου. Σε αυτές περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο ορισμός των φορολογητέων προϊόντων και χρήσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, καθώς και η ερμηνεία της απαλλαγής που αφορά τα καύσιμα κίνησης τα οποία χρησιμοποιούνται στην αεροναυτιλία και στη ναυσιπλοΐα. Συνεπώς, με την παρούσα πρόταση επιδιώκονται οι ακόλουθοι στόχοι:

1)Παροχή προσαρμοσμένου πλαισίου που συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το 2030 και της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Το πλαίσιο αυτό συνεπάγεται ευθυγράμμιση της φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας με τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια, το περιβάλλον και το κλίμα, άρα και συμβολή στις προσπάθειες της ΕΕ για μείωση των εκπομπών.

2)Παροχή πλαισίου που διαφυλάσσει και βελτιώνει την εσωτερική αγορά της ΕΕ με την επικαιροποίηση του πεδίου εφαρμογής και της διάρθρωσης των συντελεστών, καθώς και με τον εξορθολογισμό της χρήσης φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων από τα κράτη μέλη.

3)Διατήρηση της ικανότητας δημιουργίας εσόδων για τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών.

Όπως προαναφέρθηκε, οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν με τη μετάβαση από τη φορολόγηση με βάση τον όγκο στη φορολόγηση με βάση το ενεργειακό περιεχόμενο, με την κατάργηση των κινήτρων για τη χρήση ορυκτών καυσίμων και με την καθιέρωση κατάταξης των συντελεστών ανάλογα με τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις. Επιπλέον, θα απλουστευθεί η τρέχουσα φορολογική διάρθρωση με την ομαδοποίηση των ενεργειακών προϊόντων (που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης ή θέρμανσης) και της ηλεκτρικής ενέργειας σε κατηγορίες και με την κατάταξή τους ανάλογα με τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις. Οι «περιβαλλοντικές επιδόσεις» έχουν καθοριστεί σε σχέση με άλλες πολιτικές της ΕΕ στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και ιδίως σε σχέση με τις υπόλοιπες προτάσεις της δέσμης «Fit for 55». Σύμφωνα με την εν λόγω κατάταξη, τα συμβατικά ορυκτά καύσιμα, όπως το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και η βενζίνη, θα φορολογούνται με τον υψηλότερο συντελεστή. Η επόμενη κατηγορία συντελεστών εφαρμόζεται σε καύσιμα που είναι μεν ορυκτά, αλλά είναι λιγότερο επιβλαβή και έχουν ακόμη κάποιες δυνατότητες να συμβάλουν στην απανθρακοποίηση βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Για παράδειγμα, στο φυσικό αέριο, το υγραέριο και το υδρογόνο ορυκτής προέλευσης εφαρμόζεται συντελεστής ύψους ίσου με τα 2/3 του συντελεστή αναφοράς για μεταβατική περίοδο 10 ετών. Από εκεί και έπειτα, ο συντελεστής αυτός θα αυξηθεί στο ύψος του συντελεστή αναφοράς. Η επόμενη κατηγορία είναι η κατηγορία των βιώσιμων, αλλά μη προηγμένων, βιοκαυσίμων. Για να αντανακλάται η συμβολή τους στην απανθρακοποίηση, εφαρμόζεται συντελεστής ύψους ίσου με το ½ του συντελεστή αναφοράς. Ο κατώτατος συντελεστής εφαρμόζεται στην ηλεκτρική ενέργεια, ανεξάρτητα από τη χρήση της, στα προηγμένα βιοκαύσιμα, στα βιορευστά, στα βιοαέρια και στο υδρογόνο που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Ο συντελεστής που εφαρμόζεται σε αυτήν την ομάδα είναι σημαντικά χαμηλότερος από τον συντελεστή αναφοράς, επειδή η ηλεκτρική ενέργεια και τα εν λόγω καύσιμα μπορούν να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη για τη μετάβαση της ΕΕ σε καθαρές μορφές ενέργειας προς την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και, τελικά, της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.

Σε ορισμένους τομείς, κυρίως σε εκείνους που επί του παρόντος ενδέχεται να επωφελούνται από πλήρεις απαλλαγές, όπως οι αεροπορικές μεταφορές, ή τα καύσιμα θέρμανσης για μη ευάλωτα νοικοκυριά, θα ισχύσουν μεταβατικές περίοδοι ώστε να μετριαστεί το οικονομικό και κοινωνικό κόστους της θέσπισης φορολογίας.

Στην πρόταση λαμβάνεται επίσης υπόψη η κοινωνική διάσταση, με τη θέσπιση δυνατότητας απαλλαγής των ευάλωτων νοικοκυριών από τη φορολογία των καυσίμων θέρμανσης για περίοδο δέκα ετών και με τη θέσπιση μεταβατικής περιόδου δέκα ετών για την αύξηση στο ύψος του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να χορηγούν μειώσεις που δεν υπολείπονται των ελάχιστων ορίων για καύσιμα θέρμανσης για όλα τα νοικοκυριά. Εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίζουν σχετικά με τη χρήση των φορολογικών εσόδων και μπορούν να μεριμνούν περαιτέρω για δίκαιη μεταχείριση χρησιμοποιώντας τα εν λόγω έσοδα για τον μετριασμό των κοινωνικών επιπτώσεων.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου καθορίζει τα φορολογητέα ενεργειακά προϊόντα, τις χρήσεις για τις οποίες φορολογούνται και τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζονται σε κάθε προϊόν, ανάλογα με το αν χρησιμοποιείται ως προωθητικό, για ορισμένους βιομηχανικούς και εμπορικούς σκοπούς ή για θέρμανση. Θα διατηρηθεί η συνοχή μεταξύ των τροποποιούμενων διατάξεων και των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Οι πρωτοβουλίες που συνδέονται με τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ στο πλαίσιο της ΕΠΣ, ιδίως ο κλιματικός στόχος για το 2030, παρουσιάζονται στο πλαίσιο της δέσμης «Fit for 55». Η δέσμη αυτή θα καλύπτει ιδίως την επανεξέταση της τομεακής νομοθεσίας στους τομείς του κλίματος, της ενέργειας, των μεταφορών και της φορολογίας 7 .

Η παρούσα πρόταση αναδιατύπωσης της ΟΦΕ αποτελεί μέρος αυτής της συνεκτικά σχεδιασμένης δέσμης. Συμπληρωματικά προς τις άλλες προτάσεις της δέσμης, συμβάλλει στην επίτευξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ, αντιμετωπίζοντας τις απαλλαγές και τις μειώσεις της φορολόγησης της ενέργειας που συνιστούν εκ των πραγμάτων κίνητρα για ορυκτά καύσιμα, και προάγοντας παράλληλα την ενεργειακή απόδοση και τη χρήση καθαρότερων καυσίμων. Ως εκ τούτου, η πρόταση αναδιατύπωσης της ΟΦΕ και η πρόταση αναθεώρησης του ΣΕΔΕ της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης της εμπορίας εκπομπών για τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές, αλληλοσυμπληρώνονται.

Οι άλλες πρωτοβουλίες της δέσμης «Fit for 55» περιλαμβάνουν νέες προτάσεις, καθώς και την επανεξέταση του υφιστάμενου κεκτημένου στον τομέα της πολιτικής για το κλίμα, την ενέργεια και τις μεταφορές:

·το σύστημα εμπορίας εκπομπών (ΣΕΔΕ) της ΕΕ 8 , με σκοπό να προσαρμοστεί στον νέο κλιματικό στόχο και να θεσπιστεί η εμπορία εκπομπών στους τομείς των κτιρίων, των θαλάσσιων και των οδικών μεταφορών, καθώς και να αλλάξει η μεταχείριση του τομέα των αεροπορικών μεταφορών, ο οποίος περιλαμβάνεται ήδη στο πεδίο εφαρμογής του ΣΕΔΕ·

·τον κανονισμό για τον επιμερισμό των προσπαθειών 9 σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030·

·τον κανονισμό σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές CO2 από τα αυτοκίνητα και από τα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα 10 ·

·την οδηγία για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές 11 ·

·την πρωτοβουλία «ReFuelEU Aviation», που αποσκοπεί στην τόνωση της παραγωγής και της χρήσης βιώσιμων αεροπορικών καυσίμων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών·

·την πρωτοβουλία «FuelEU Maritime», που αποσκοπεί στην αύξηση της ζήτησης ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών·

·την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, για την υλοποίηση του φιλόδοξου νέου κλιματικού στόχου για το 2030 (ΟΕΑ) και για τη συμβολή σε μια δίκαιη μετάβαση·

·νέο μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα·

·τον κανονισμό σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας (LULUCF) 12 ·

·την οδηγία για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων 13 ·

·τον κανονισμό σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων (ταξινόμηση) 14 .

Επιπλέον, η αναδιατύπωση της ΟΦΕ στηρίζει τη στρατηγική μηδενικής ρύπανσης που έχει αναληφθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και των πολιτικών Ε & Α στους τομείς του κλίματος, της ενέργειας και της κινητικότητας στο πλαίσιο του προγράμματος-πλαισίου για την έρευνα «Ορίζων 2020» για την περίοδο 2021-2027.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 113 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο επιτρέπει στην ΕΕ να θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες με σκοπό την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Επιπλέον, είναι δυνατό να θεσπίζονται κατάλληλες διατάξεις φορολογικού χαρακτήρα που αποσκοπούν, μεταξύ άλλων, στη διαφύλαξη και την προστασία του περιβάλλοντος, σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της ΣΛΕΕ.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Οι αδυναμίες της ισχύουσας οδηγίας είναι δυνατό να διορθωθούν μόνο με αναθεώρηση της ΟΦΕ, σε συντονισμό με άλλα μέτρα πολιτικής της ΕΕ. Σύμφωνα με την ισχύουσα ΟΦΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να αυξήσουν τους φορολογικούς συντελεστές τους για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, να αποφασίσουν να μην κάνουν χρήση πιθανών απαλλαγών και μειώσεων ή να θεσπίσουν περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους. Ωστόσο, με τέτοιες εθνικές προσεγγίσεις υπάρχει κίνδυνος στρέβλωσης της εσωτερικής αγοράς και υπονόμευσης των στόχων της ΕΠΣ λόγω μη εναρμονισμένης διάρθρωσης και επιπέδου των εθνικών φόρων:

1)Οι ισχύοντες ελάχιστοι συντελεστές ενδέχεται να περιορίσουν το επίπεδο της περιβαλλοντικής φιλοδοξίας που μπορούν να επιδιώξουν τα κράτη μέλη με τη φορολόγηση της ενέργειας, ιδίως επειδή η φορολόγηση της ενέργειας επηρεάζει άμεσα το κόστος για τις επιχειρήσεις.

2)Η εναρμόνιση της φορολόγησης της ενέργειας μέσω της οδηγίας φορολόγησης της ενέργειας αναμένεται να συμβάλει στη μείωση των επιβλαβών επιπτώσεων του ενεργειακού φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, που απορρέουν, για παράδειγμα, από την πιθανή μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε κράτη μέλη με ευνοϊκότερα φορολογικά καθεστώτα.

3)Το σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ) έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό εργαλείο για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το σύστημα. Στο πλαίσιο της δέσμης «Fit for 55» προτείνεται η επέκταση του ΣΕΔΕ της ΕΕ στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και η θέσπιση της εμπορίας εκπομπών στις οδικές μεταφορές και στα κτίρια. Ωστόσο, η φορολόγηση της ενέργειας στα κράτη μέλη συνυπάρχει με την εμπορία εκπομπών σε επίπεδο ΕΕ και η ΟΦΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι οι ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ παρέχουν κίνητρα ευθυγραμμισμένα με τους στόχους της ΕΕ για την ενέργεια, το κλίμα και το περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, η δράση σε επίπεδο ΕΕ μπορεί να διασφαλίσει τη συνοχή μεταξύ της εφαρμογής του ΣΕΔΕ της ΕΕ και της φορολόγησης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και μια κοινή προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων.

Για την επίτευξη των κλιματικών και περιβαλλοντικών στόχων της ΕΕ απαιτείται ένα μείγμα μέσων πολιτικής, και ένα αποτελεσματικό πλαίσιο φορολογίας της ΕΕ μπορεί, στηρίζοντας παράλληλα άλλα μέτρα πολιτικής της ΕΕ, να αποφύγει τις εθνικές επιλογές που οδηγούν σε στρεβλώσεις της εσωτερικής αγοράς και/ή διπλή φορολόγηση.

Η αναδιατύπωση της ΟΦΕ και το χρονοδιάγραμμά της πρέπει να εξεταστούν στο ευρύτερο πλαίσιο του θεματολογίου της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Ο στόχος καλύτερης εναρμόνισης της ΟΦΕ με τους στόχους της μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πράξη εκδιδόμενη από την Ένωση, για την αναδιατύπωση της ΟΦΕ.

Αναλογικότητα

Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τους ακόλουθους λόγους:

Οι στόχοι της παρούσας πρότασης επιτυγχάνονται καλύτερα με την αναδιατύπωση της ισχύουσας οδηγίας προς τον σκοπό που επεξηγείται ανωτέρω. Η πρόταση αφορά κυρίως ορισμένα ουσιώδη στοιχεία της οδηγίας: τη διάρθρωση της φορολογίας και τη σχέση μεταξύ της αντίστοιχης φορολογικής μεταχείρισης των διαφόρων πηγών ενέργειας.

Κατά συνέπεια, η πρόταση περιορίζεται καθ’ όλα στα απολύτως αναγκαία όρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων.

Επιλογή της νομικής πράξης

Πρόκειται για πρόταση οδηγίας. Στον τομέα αυτόν, που διέπεται ήδη από ισχύουσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν ένα περιθώριο ευελιξίας, όπως επεξηγείται ανωτέρω. Συνεπώς, το μόνο κατάλληλο μέσο είναι μια οδηγία που τροποποιεί την οδηγία 2003/96/ΕΚ.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας 15

Η ΟΦΕ είχε αρχικά θετική συμβολή, συνολικά, στην επίτευξη του κύριου στόχου της να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, να αποτρέψει τη διπλή φορολόγηση ή οποιαδήποτε στρέβλωση του εμπορίου και του ανταγωνισμού μεταξύ των πηγών ενέργειας και των καταναλωτών και προμηθευτών ενέργειας.

Ωστόσο, επειδή οι τεχνολογίες, οι εθνικοί φορολογικοί συντελεστές και οι αγορές ενέργειας εξελίχθηκαν τα τελευταία 15 έτη, η ΟΦΕ με τη σημερινή της μορφή δεν έχει πλέον την ίδια θετική συμβολή. Επιπλέον, το νομοθετικό πλαίσιο και οι στόχοι πολιτικής της ΕΕ αναπτύχθηκαν σημαντικά μετά την έκδοση της ΟΦΕ το 2003, με αποτέλεσμα να προκύπτουν ορισμένα ζητήματα συνάφειας και συνοχής. Ως αποτέλεσμα, η συνολική ενωσιακή προστιθέμενη αξία της ΟΦΕ μειώθηκε σημαντικά με την πάροδο του χρόνου, ιδίως λόγω της απουσίας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των ελάχιστων συντελεστών και της εκτεταμένης και εξαιρετικά αποκλίνουσας χρήσης προαιρετικών φορολογικών απαλλαγών από τα κράτη μέλη, καθώς και λόγω του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος πολιτικής.

Η ισχύουσα ΟΦΕ συμβάλλει σε πολύ περιορισμένο μόνο βαθμό στους ευρύτερους οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους πολιτικής της ΕΕ. Η ΟΦΕ συνάδει τουλάχιστον εν μέρει με τις προσπάθειες πολιτικής για την προώθηση της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας και της αυξημένης ενεργειακής απόδοσης, αλλά λιγότερο όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων αερίων, καθώς και την ενεργειακή διαφοροποίηση ή την ενεργειακή ανεξαρτησία και ασφάλεια. Μεταξύ των κύριων λόγων που διαπιστώνονται για αυτή την έλλειψη συνοχής περιλαμβάνονται η μη συνεκτίμηση του ενεργειακού περιεχομένου και των εκπομπών CO2 των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, τα (υπερβολικά) χαμηλά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας και οι (υπερβολικά) πολλές απαλλαγές. Για τους ίδιους λόγους, η ΟΦΕ δεν συμβάλλει στην απανθρακοποίηση των μεταφορών και στη μείωση των εκπομπών ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ως εκ τούτου, η συμβολή της ΟΦΕ στην επίτευξη των στόχων που τίθενται με διεθνείς συμφωνίες, όπως η συμφωνία του Παρισιού του 2015, είναι περιορισμένη. Επιπλέον, η ΟΦΕ δεν κάνει διάκριση μεταξύ ανανεώσιμων πηγών ηλεκτρικής ενέργειας και πηγών ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής έντασης άνθρακα, ούτε λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των βιοκαυσίμων. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της ΟΦΕ σχετικά με τη φορολόγηση των βιοκαυσίμων δεν συνάδουν με τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια, την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον.

Η ΟΦΕ καλύπτει όλο και μικρότερο μερίδιο του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ, καθώς νέες τεχνολογίες και προϊόντα (π.χ. μετατροπή ισχύος σε φυσικό αέριο, καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης) εξακολουθούν να αναδύονται ή να αποκτούν σημασία. Κατά συνέπεια, το ισχύον καθεστώς φορολόγησης της ενέργειας δεν μπορεί να διασφαλίσει την προτιμησιακή μεταχείριση των περιβαλλοντικά βιώσιμων νέων τεχνολογιών και προϊόντων. Για παράδειγμα, παρά την αυξανόμενη σημασία των καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές στην αγορά, η φορολόγησή τους δυνάμει της ΟΦΕ εξακολουθεί να βασίζεται σε κανόνες που αναπτύχθηκαν σε μια εποχή κατά την οποία τα εν λόγω καύσιμα αποτελούσαν εναλλακτική δυνατότητα εξειδικευμένης αγοράς.

Με την ισχύουσα ΟΦΕ η βενζίνη βρίσκεται σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με το ντίζελ, υπό τη μορφή χαμηλότερου κατώτατου συντελεστή για το ντίζελ. Έτσι δημιουργείται υψηλότερη ζήτηση για ντίζελ. Επιπλέον, τα αναδυόμενα καύσιμα βρίσκονται επίσης σε μειονεκτική θέση. Αν δεν απαριθμούνται ρητά στην ισχύουσα ΟΦΕ, εφαρμόζεται ο φορολογικός συντελεστής του καυσίμου που χρησιμοποιείται για ισοδύναμους σκοπούς. Το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων αυτών ανά λίτρο είναι κατά κανόνα χαμηλότερο από εκείνο του ισοδύναμου καυσίμου. Αυτό οδηγεί σε υψηλότερο φορολογικό συντελεστή ανά λίτρο για τα νέα καύσιμα. Επιπλέον, προβληματική είναι, ιδίως, η υποχρεωτική φορολογική απαλλαγή για τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές και τη ναυσιπλοΐα, διότι δεν συνάδει με τις τρέχουσες κλιματικές προκλήσεις και πολιτικές.  

Όσον αφορά τις αεροπορικές μεταφορές, η ΕΕ διαπραγματεύθηκε, εξ ονόματος της Ένωσης και των κρατών μελών, οριζόντιες συμφωνίες αεροπορικών υπηρεσιών και συνολικές συμφωνίες αεροπορικών μεταφορών με τρίτες χώρες. Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν επίσης συνάψει διμερείς συμφωνίες αεροπορικών υπηρεσιών με τρίτες χώρες. Οι οριζόντιες συμφωνίες αεροπορικών υπηρεσιών επιτρέπουν στην ΕΕ να τροποποιεί ορισμένες διατάξεις των διμερών συμφωνιών των κρατών μελών. Οι συνολικές συμφωνίες αεροπορικών μεταφορών αντικαθιστούν τις διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί από μεμονωμένα κράτη μέλη με τρίτες χώρες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εν λόγω συμφωνίες επιτρέπουν τη φορολόγηση καυσίμων που παραδίδονται στο έδαφος κρατών μελών για χρήση σε αεροσκάφος που εκτελεί πτήσεις εντός της ΕΕ.

Όσον αφορά τις πλωτές μεταφορές, η αναθεωρημένη σύμβαση του Μάνχαϊμ, της 17ης Οκτωβρίου 1868, για τη ναυσιπλοΐα στον Ρήνο ρυθμίζει τις μεταφορές στον Ρήνο. Επιπλέον, η συμφωνία για το τελωνειακό και φορολογικό καθεστώς του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που εφαρμόζεται στον εφοδιασμό σκαφών κατά τη ναυσιπλοΐα στον Ρήνο 16 , η οποία συνήφθη στο Στρασβούργο στις 16 Μαΐου 1952 (στο εξής: συμφωνία του Στρασβούργου) προβλέπει την απαλλαγή του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται στον Ρήνο και στους παραποτάμους του και σε άλλες πλωτές οδούς. Δεδομένου ότι η φορολόγηση καυσίμων που χρησιμοποιούνται για πλωτές μεταφορές θα πρέπει να είναι ίδια εντός της ΕΕ, τα κράτη μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας του Στρασβούργου πρέπει να λάβουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξαλείψουν πραγματικά τις ασυμβατότητες. Σύμφωνα με το άρθρο 351 εδάφιο 2 της ΣΛΕΕ, κατά το μέτρο που οι συνθήκες οι οποίες έχουν συναφθεί από κράτη μέλη της ΕΕ με τρίτες χώρες δεν συμβιβάζονται με το δίκαιο της ΕΕ, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη πρέπει να προσφεύγουν σε όλα τα πρόσφορα μέσα για να άρουν τα διαπιστωθέντα ασυμβίβαστα.

Οι ελάχιστοι συντελεστές για τα καύσιμα θέρμανσης είναι πολύ χαμηλοί για να συμβάλουν στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, διότι αντιστοιχούν σε αμελητέο μόνο μερίδιο της τιμής των εν λόγω προϊόντων. Επιπλέον, η χρήση προαιρετικών απαλλαγών και μειώσεων που χορηγούνται τόσο σε νοικοκυριά όσο και σε επιχειρηματικούς χρήστες αυξάνει περαιτέρω τις αποκλίσεις, με αποτέλεσμα οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές να είναι σημαντικά χαμηλότεροι σε ορισμένα κράτη μέλη σε σχέση με άλλα.

Εφαρμόζονται εξαιρετικά αποκλίνοντες συντελεστές για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο σε συνδυασμό με ευρύ φάσμα φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων που συμβάλλουν στην αύξηση του κατακερματισμού της εσωτερικής αγοράς.

Δεδομένου ότι τα επίπεδα φορολογίας στο πλαίσιο της ΟΦΕ δεν αντικατοπτρίζουν καμία συγκεκριμένη λογική —για παράδειγμα, μη λαμβάνοντας υπόψη το ενεργειακό περιεχόμενο και τα εξωτερικά επακόλουθα— τα κράτη μέλη επιτρέπεται να καθορίζουν τους εθνικούς συντελεστές τους όπως επιθυμούν, χωρίς να πρέπει να ακολουθούν καμία ένδειξη ή αναλογία μεταξύ των προϊόντων. Κατά συνέπεια, η ισχύουσα ΟΦΕ μπορεί να οδηγήσει στην εκπομπή ακατάλληλων μηνυμάτων προς τους χρήστες για τις τιμές, αποθαρρύνοντάς τους από την επιλογή πιο πράσινων και αποδοτικών πηγών ενέργειας, ενώ δεν διασφαλίζεται συνεκτική μεταχείριση των πηγών ενέργειας σε εθνικό επίπεδο.

Η ΟΦΕ δεν προκάλεσε σημαντική κανονιστική επιβάρυνση ή κόστος για τα κράτη μέλη ή τους οικονομικούς φορείς ώστε να συμμορφωθούν με την οδηγία. Μεγάλο μέρος του κόστους και της επιβάρυνσης προέρχεται είτε από οριζόντια νομοθεσία είτε από εθνικά μέτρα εφαρμογής που δεν προβλέπονται στην οδηγία και ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ κρατών μελών ή τομέων οικονομικής δραστηριότητας.

Οι δυσκολίες στην εφαρμογή της ΟΦΕ αφορούσαν την πολυπλοκότητα, την έλλειψη σαφήνειας, τη διφορούμενη διατύπωση και τις ερμηνείες ορισμένων διατάξεων της ΟΦΕ. Αυτές με τη σειρά τους οδήγησαν σε αβεβαιότητες, όπως ασαφείς προϋποθέσεις για υπαγωγή σε προτιμησιακή φορολογική μεταχείριση. Η αβεβαιότητα αυτή μπορεί να αντιστοιχεί σε κόστος για τις φορολογικές αρχές και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως όταν οδηγεί σε δικαστικές διαφορές, το οποίο εκφράζεται ως κόστος ευκαιρίας ή δικαστικά έξοδα.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Η παρούσα πρόταση έχει διατυπωθεί λαμβανομένων υπόψη των συνεισφορών τρίτων ενδιαφερόμενων μερών. Πραγματοποιήθηκε διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, πρώτα μέσω του μηχανισμού ανατροφοδότησης της αρχικής εκτίμησης επιπτώσεων και μέσω ειδικής δημόσιας διαβούλευσης.

Η δημόσια διαβούλευση ήταν ανοικτή από τις 22 Ιουλίου 2020 έως τις 14 Οκτωβρίου 2020. Συνολικά, ελήφθησαν 563 απαντήσεις από 25 κράτη μέλη και από 5 τρίτες χώρες, καθώς και 129 έγγραφα θέσης. Η συντριπτική πλειονότητα όσων απάντησαν συμφωνεί με τους γενικούς στόχους της ΕΕ για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της ρύπανσης, καθώς και με την εφαρμογή των στόχων αυτών στην αναθεώρηση της ΟΦΕ. Όσον αφορά τις προτεραιότητες για την επανεξέταση της ΟΦΕ, η πλειονότητα όσων απάντησαν συμφώνησε ότι για την αναθεώρηση της ΟΦΕ θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στον ορισμό των συντελεστών (οι οποίοι θα πρέπει επίσης να εκφράζονται σε ενεργειακό περιεχόμενο και όχι σε όγκο) και θα πρέπει να θεσπίσει κίνητρα για εναλλακτικές πηγές ενέργειας, όπως το ανανεώσιμο υδρογόνο και τα βιώσιμα βιοκαύσιμα. Συνολικά, όσοι και όσες απάντησαν κατέδειξαν τη διαφωνία τους με τη φορολόγηση τομέων που διατρέχουν κίνδυνο διαρροής άνθρακα. Η δημόσια διαβούλευση αποκάλυψε κάποιο βαθμό υποστήριξης για την εξίσωση των φόρων για τους διάφορους τρόπους μεταφοράς, ώστε να μπορούν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις, καθώς και για την ανάπτυξη ενεργειακά αποδοτικότερων τρόπων μεταφοράς με χαμηλές ανθρακούχες εκπομπές. Όσον αφορά τα συνοδευτικά κοινωνικά μέτρα, η πλειονότητα όσων απάντησαν υποστήριξε τη μετατόπιση της φορολογίας από τη φορολόγηση της εργασίας και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας που απευθύνονται σε φτωχά νοικοκυριά.

Εκτός από τη δημόσια διαβούλευση, πραγματοποιήθηκαν επίσης άμεσες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων αιτημάτων για υποβολή πληροφοριών με σκοπό τον υπολογισμό των πραγματικών φορολογικών συντελεστών, καθώς και με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Για να εξεταστεί ο καλύτερος τρόπος επιδίωξης των διαφόρων στόχων πολιτικής, εξετάστηκε σειρά προσεγγίσεων οι οποίες συγκρίθηκαν με το βασικό σενάριο. 

Το βασικό σενάριο αντιστοιχεί στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, και συγκεκριμένα στους στόχους για το κλίμα και την ενέργεια που είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως, για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 40 % έως το 2030, καθώς και στα κύρια εργαλεία πολιτικής για την υλοποίηση των εν λόγω στόχων. Αυτή η επιλογή πολιτικής προϋποθέτει ότι η ΟΦΕ παραμένει αμετάβλητη.

Με βάση την επιλογή 1 θα αναπροσαρμοστούν τιμαριθμικά οι ελάχιστοι συντελεστές και θα διευρυνθεί εν μέρει η φορολογική βάση, με παράλληλη τήρηση άθικτης, ουσιαστικά, της διάρθρωσής της. Οι τομείς των αεροπορικών μεταφορών και της ναυτιλίας εντός ΕΕ θα συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής με μηδενικό ελάχιστο συντελεστή, καθώς θα καταργηθούν οι ισχύουσες φορολογικές απαλλαγές.

Με βάση την επιλογή 2 θα καθιερωθεί σύστημα απλουστευμένων συντελεστών. Οι ελάχιστοι συντελεστές θα αναπροσαρμόζονται τιμαριθμικά και θα βασίζονται στο ενεργειακό περιεχόμενο, ενώ θα ισχύσει μεταβατική περίοδος (10 έτη για την επιλογή 2α και συντομότερη περίοδο έως το 2030 για την επιλογή 2β). Η επιλογή αυτή επικεντρώνεται στο ενεργειακό περιεχόμενο με αυξημένο επίπεδο φορολογίας (κυρίως για τα καύσιμα θέρμανσης), ενώ η επέκταση της φορολογητέας βάσης στους τομείς των αεροπορικών μεταφορών και της ναυτιλίας εντός ΕΕ θα συμπεριληφθεί στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας με ελάχιστους συντελεστές οι οποίοι θα αυξάνονται γραμμικά κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου 10 ετών. Με την επιλογή 2γ προστίθεται νέα συνιστώσα για τον καθορισμό των συντελεστών, με την οποία λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων των προϊόντων, επιπλέον των χαρακτηριστικών της επιλογής 2α.

Με την επιλογή 3 προστίθεται συνιστώσα περιεκτικότητας σε άνθρακα για τους τομείς που επί του παρόντος δεν καλύπτονται από το ΣΕΔΕ, για να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω τομείς υπόκεινται σε τιμολόγηση του άνθρακα. Όπως και με την επιλογή 2, έτσι και στην περίπτωση αυτή, εξετάζεται το ενδεχόμενο δύο μεταβατικών περιόδων (μία 10 ετών και μία συντομότερη, έως το 2030). Στην επιλογή αυτή αναλύεται επίσης η προσθήκη συνιστώσας ρύπανσης.

Κύρια αποτελέσματα

Όταν πρότεινε, τον Σεπτέμβριο του 2020, την επικαιροποιημένη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030, σε σύγκριση με το 1990, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιέγραψε επίσης τις δράσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας που θα συμπλήρωναν τις εθνικές προσπάθειες για την επίτευξη του πιο φιλόδοξου στόχου. Έχουν εκπονηθεί εκτιμήσεις επιπτώσεων για να υποστηριχθούν οι προβλεπόμενες αναθεωρήσεις βασικών νομοθετικών πράξεων στη δέσμη «Fit for 55».

Στο πλαίσιο αυτό, αυτή η εκτίμηση επιπτώσεων ανέλυσε τις διάφορες επιλογές μέσω των οποίων η αναθεώρηση της οδηγίας φορολόγησης της ενέργειας θα μπορούσε να συμβάλει αποτελεσματικά και αποδοτικά στην επίτευξη του επικαιροποιημένου στόχου στο πλαίσιο της τόσο ευρύτερης δέσμης «Fit for 55», επιτυγχάνοντας παράλληλα τον στόχο της εσωτερικής αγοράς για την αποφυγή της διάβρωσης των εσόδων.

Με βάση τη σύγκριση των επιλογών, καθώς και την ανάλυση των συγκεκριμένων επιλογών πολιτικής, τόσο η επιλογή 2 όσο και η επιλογή 3 θα επιτύγχαναν τους στόχους με επιθυμητό τρόπο.

Οι επιλογές αυτές συμβάλλουν στους στόχους για το κλίμα και την ενέργεια, καθώς και στους άλλους στόχους πολιτικής.

Όσον αφορά τη μεταβατική περίοδο, και οι δύο περίοδοι (10 έτη ή 7 έτη) θα έχουν τις ίδιες επιπτώσεις έως το 2035 σε κάθε επιλογή. Ωστόσο, οι επιλογές με δεκαετή μεταβατική περίοδο (επιλογές 2α και 3α) παρέχουν τα καλύτερα αποτελέσματα σε σύγκριση με μια συντομότερη μεταβατική περίοδο, όταν εξετάζεται η κοινωνική διάσταση.

Όταν εξετάζεται η συνιστώσα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, οι θετικές επιπτώσεις στη μείωση των εκπομπών συνδέονται με αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, μέσω σημαντικής αύξησης της τιμής του άνθρακα και της βιομάζας.

Δεδομένου ότι θα πρέπει να θεσπιστεί η εμπορία εκπομπών για ανθρακούχες εκπομπές από τις οδικές μεταφορές και τα κτίρια, όπως προτείνεται στην αναθεώρηση της πρότασης για το ΣΕΔΕ της ΕΕ στο πλαίσιο της δέσμης «Fit for 55», η επιλογή 2α θεωρείται η βέλτιστη επιλογή, διότι αποφεύγονται τυχόν αλληλεπικαλύψεις μεταξύ των δύο μηχανισμών.

Μια καλά σταθμισμένη επέκταση του ΣΕΔΕ τις ΕΕ στον τομέα της ναυτιλίας και η θέσπιση εμπορίας εκπομπών για τις οδικές μεταφορές και τα κτίρια, σε συνδυασμό με την επιλογή 2 για την ΟΦΕ, θα συμβάλει στην επίτευξη του φιλόδοξου στόχου της ΕΕ για μείωση των εκπομπών κατά 55 % έως το 2030, επιτρέποντας παράλληλα την επίτευξη των υπόλοιπων στόχων της επανεξέτασης της ΟΦΕ.

Από την εκτίμηση επιπτώσεων προέκυψε επίσης ότι η αναθεώρηση της ΟΦΕ δεν θα προκαλέσει περιττή επιβάρυνση για την οικονομία. Οι στόχοι που παρατίθενται ανωτέρω είναι δυνατό να επιτευχθούν με πολύ περιορισμένο οικονομικό κόστος και η αναθεώρηση μπορεί δυνητικά να αποφέρει οικονομικά οφέλη, ιδίως αν τα κράτη μέλη χρησιμοποιήσουν τα πρόσθετα έσοδα από τη φορολόγηση της γενικής κατανάλωσης ενέργειας για την αντιστάθμιση του ακούσιου κοινωνικού κόστους.

Με την εκτίμηση επιπτώσεων καταδείχθηκε ότι η αυξημένη φορολόγηση των ορυκτών καυσίμων μπορεί να έχει μεγαλύτερες επιπτώσεις στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, ιδίως όσον αφορά τη θέρμανση. Στις περιπτώσεις αυτές, ο πιθανός φθίνων χαρακτήρας των ενεργειακών φόρων θα μπορούσε να αντισταθμιστεί με την ανακύκλωση των εν λόγω εσόδων για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης μέσω της χρηματοδότησης επενδύσεων σε προϊόντα και συσκευές χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και ενεργειακά αποδοτικά ή μέσω κατ’ αποκοπή μεταβιβάσεων. Για παράδειγμα, η ανάλυση δείχνει ότι όταν τα επιπλέον φορολογικά έσοδα από τους ενεργειακούς φόρους μεταβιβάζονται και πάλι στα νοικοκυριά με τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσού, οι προτεινόμενες αλλαγές αποκτούν προοδευτικό χαρακτήρα, διότι οι μεταβιβάσεις αυτές καθορίζουν μεγαλύτερη αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος για τα φτωχότερα νοικοκυριά.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, τα έσοδα στα κράτη μέλη προβλέπεται να μειωθούν κατά σχεδόν 32 % μεταξύ του 2020 και του 2035, λόγω της αναμενόμενης εξέλιξης του ενεργειακού συστήματος με φθίνουσα εξάρτηση από τα καύσιμα χάρη στην εξοικονόμηση ενέργειας και τη μεταστροφή από τα ορυκτά καύσιμα. Η προτιμώμενη επιλογή θα μετριάσει σε μεγάλο βαθμό αυτήν την τάση με την αύξηση των εσόδων.

Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Όσον αφορά το κόστος λειτουργίας της οδηγίας, η ειδική εφαρμογή της ΟΦΕ εξαρτάται από διάφορους άλλους παράγοντες. Σε αυτούς περιλαμβάνονται πτυχές όπως ειδικές εθνικές ή άλλες πολιτικές της ΕΕ που εφαρμόζονται στο ίδιο πεδίο, εθνικές προτεραιότητες και βιομηχανική κληρονομιά, επικρατούσες οικονομικές και εμπορικές συνθήκες ή επιχειρηματικά μοντέλα μεμονωμένων τομέων ή εταιρειών.

Σύμφωνα με την (ήδη δημοσιευμένη) αξιολόγηση της ισχύουσας ΟΦΕ 17 , λόγω της ευρείας ευελιξίας που παρέχει η ισχύουσα ΟΦΕ στα κράτη μέλη για την εφαρμογή απαλλαγών, μειώσεων και επιστροφών, ήταν περίπλοκος ο υπολογισμός των πραγματικών συντελεστών με εναρμονισμένο τρόπο σε ολόκληρη την ΕΕ. Ειδικότερα, κατά τον χρόνο της αξιολόγησης δεν υπήρχε καμία επίσημη συλλογή δεδομένων που να παρέχει τη δυνατότητα αποτύπωσης των πραγματικών φορολογικών συντελεστών. Κατά συνέπεια, ήταν δύσκολο να προσδιοριστούν και να ποσοτικοποιηθούν ορισμένες συνέπειες της οδηγίας.

Ωστόσο, στην τρέχουσα εκτίμηση επιπτώσεων, εντοπίστηκε κάποιο οικονομικό κόστος στο σχετικό τμήμα αναφορικά με τις επιπτώσεις των επιλογών πολιτικής.

Θα προκύψει κάποιο κανονιστικό κόστος (κυρίως διαχείριση αδειών, δηλώσεων και επικαιροποίηση συστημάτων ΤΠ) για τους συναλλασσόμενους όσον αφορά ενεργειακά προϊόντα που εντάχθηκαν πρόσφατα στο πεδίο εφαρμογής της ΟΦΕ και για τις διοικήσεις, διότι τα προϊόντα αυτά θα υπόκεινται σε ορισμένες διατάξεις του γενικού καθεστώτος ειδικών φόρων κατανάλωσης 18 · ωστόσο, το κόστος αυτό αναμένεται να είναι περιορισμένο για τους συναλλασσόμενους όσον αφορά το υδρογόνο και τη στερεή βιομάζα, διότι για τα προϊόντα αυτά θα προβλέπονται οι ίδιες απλουστεύσεις ελέγχου διακίνησης, όπως για το φυσικό αέριο και τον άνθρακα, αντίστοιχα. Η άρση των απαλλαγών από ειδικούς φόρους κατανάλωσης για ορισμένα καύσιμα ή τομείς δραστηριότητας (π.χ. αεροπορικές μεταφορές και ναυτιλία) δεν μεταβάλλει το κανονιστικό κόστος που συνδέεται με το γενικό καθεστώς, διότι τα απαλλασσόμενα καύσιμα υπόκειντο ούτως ή άλλως σε ελέγχους κατοχής και διακίνησης.

Η είσπραξη φόρου καυσίμων στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών δεν αναμένεται να είναι προβληματική από διοικητική άποψη. Τα κράτη μέλη διαθέτουν ήδη εμπειρία στην είσπραξη φόρων καυσίμων σε άλλους τρόπους μεταφοράς (κυρίως στις οδικές μεταφορές). Αναμένεται ότι ο φόρος καυσίμων για τις αεροπορικές μεταφορές θα εισπράττεται με παρόμοιο τρόπο, δηλαδή οι προμηθευτές καυσίμων θα εισπράττουν τον φόρο όταν προμηθεύουν κηροζίνη στους αερολιμένες και στη συνέχεια θα μεταβιβάζουν τα εν λόγω ποσά στις αρμόδιες φορολογικές αρχές.

Από πλευρά αποδοτικότητας, το κόστος είσπραξης για τους ισχύοντες φόρους καυσίμων κίνησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένδειξη για το πόσο θα κοστίσει η είσπραξη του φόρου καυσίμων για τις αεροπορικές μεταφορές. Σύμφωνα με μελέτη του 2012 19 , το διοικητικό κόστος για τις δημόσιες αρχές αντιστοιχούσε στο 0,65 % έως και 0,85 % των εσόδων από τον φόρο καυσίμων. Εκτιμάται ότι η είσπραξη του φόρου καυσίμων για την κηροζίνη θα ήταν κάπως απλούστερη, επειδή ο εφοδιασμός με κηροζίνη συγκεντρώνεται σε αερολιμένες, εκ των οποίων υπάρχουν μόνο λίγοι σε κάθε κράτος μέλος. Με αυτό το δεδομένο, το χαμηλότερο ποσοστό του 0,65 % των εσόδων θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο διοικητικό κόστος της είσπραξης του φόρου καυσίμων.

Η Επιτροπή ανέθεσε επίσης εξωτερική μελέτη σχετικά με τη φορολόγηση των αεροπορικών μεταφορών για τους σκοπούς, μεταξύ άλλων, της εκτίμησης επιπτώσεων.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Το μέτρο δεν έχει επίπτωση στα θεμελιώδη δικαιώματα.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρόταση δεν έχει επίπτωση στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η παρακολούθηση της φορολόγησης της κατανάλωσης ενέργειας πραγματοποιείται τακτικά τουλάχιστον μία φορά ανά έτος μέσω της συλλογής πληροφοριών από τα κράτη μέλη με την ευκαιρία των συνεδριάσεων της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τους έμμεσους φόρους (ITEG). Επιπλέον, η ΓΔ TAXUD, από κοινού με τα κράτη μέλη, ενημερώνει δύο φορές ανά έτος την πληροφοριακή βάση δεδομένων για τους εφαρμοστέους φορολογικούς συντελεστές της ενέργειας (βάση δεδομένων για τους φόρους στην Ευρώπη).

Επιπλέον, η ΟΦΕ προβλέπει τακτική εξέταση, με βάση έκθεση και, κατά περίπτωση, πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση των διαφόρων διατάξεων της οδηγίας και των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας. Κατά την εξέταση αυτή λαμβάνεται υπόψη η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και οι ευρύτεροι στόχοι της Συνθήκης. Μετά την επανεξέταση της ΟΦΕ, η εξέταση αυτή θα πρέπει να επικεντρωθεί ιδίως στα εξής:

α)πώς έχουν εφαρμόσει τα κράτη μέλη το νέο πλαίσιο φορολόγησης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας στα εθνικά τους συστήματα,

β)πώς τους έχει παράσχει τη δυνατότητα να ενσωματώσουν καλύτερα τις παραμέτρους που αφορούν το περιβάλλον και την ενεργειακή απόδοση και

γ)ποιος είναι ο οικονομικός αντίκτυπος, λαμβανομένου υπόψη του τρόπου με τον οποίο τα κράτη μέλη έχουν χρησιμοποιήσει τυχόν πρόσθετα έσοδα.

Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)

Δεν κρίνονται αναγκαία επεξηγηματικά έγγραφα σχετικά με τη μεταφορά των διατάξεων της παρούσας πρότασης.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Η Επιτροπή προτείνει τα ακόλουθα, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2023:

1) Φορολόγηση της ενέργειας με βάση το ενεργειακό περιεχόμενο των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και τις περιβαλλοντικές επιδόσεις τους.

Για να καταστεί δυνατή η επίτευξη των προαναφερθέντων διαφοροποιημένων στόχων (ενεργειακή απόδοση, μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, δημιουργία εσόδων κ.λπ.) και να διασφαλιστεί, στο μέτρο του δυνατού, η συνεκτική επιδίωξη όλων αυτών των στόχων, η φορολογία θα πρέπει να συνδέεται με το ενεργειακό περιεχόμενο των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις τους που απορρέουν από το συνολικό πλαίσιο της ΕΕ.

Η φορολόγηση με βάση το ενεργειακό περιεχόμενο παρέχει καλύτερο σημείο αναφοράς για τη σύγκριση των διαφόρων ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας και εξαλείφει την τρέχουσα, ενδεχομένως μειονεκτική, φορολογική μεταχείριση ορισμένων προϊόντων, όπως τα βιοκαύσιμα.

Η έννοια των «περιβαλλοντικών επιδόσεων» και η αντίστοιχη κατάταξη των εφαρμοστέων συντελεστών λαμβάνουν υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των διαφόρων προϊόντων και τη μεταχείρισή τους στο πλαίσιο της ισχύουσας ΟΦΕ και στα κράτη μέλη, την αναμενόμενη εξέλιξη του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ, ενώ συνάδουν με τις άλλες προτάσεις της δέσμης «Fit for 55» (ιδίως με τις προτάσεις για την αναθεώρηση του ΣΕΔΕ της ΕΕ και της RED II) και με τον στόχο της μηδενικής ρύπανσης μέσω της εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», ώστε να διασφαλίζεται συνοχή και συμβολή στους κοινούς στόχους. Ως εκ τούτου, η φορολόγηση της ενέργειας θα βασίζεται στην κατώτερη θερμογόνο δύναμη των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, όπως ορίζεται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2012/27/ΕΕ 20 . Στην περίπτωση προϊόντων που προέρχονται από βιομάζα, οι τιμές αναφοράς είναι εκείνες που καθορίζονται στο παράρτημα III της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 21 (βλ. άρθρο 1 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο).

Σε περίπτωση που οι προαναφερθείσες οδηγίες δεν περιέχουν κατώτερη θερμογόνο δύναμη για το εκάστοτε προϊόν, πρέπει να γίνεται παραπομπή στις σχετικές διαθέσιμες πληροφορίες για την κατώτερη θερμογόνο δύναμή του (βλ. άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο).

Τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας καθορίζονται σύμφωνα με τις αναφερόμενες περιβαλλοντικές επιδόσεις (υπό την έννοια ότι, π.χ., τα βιώσιμα βιοκαύσιμα θα φορολογούνται με χαμηλότερους συντελεστές) και εκφράζονται σε EUR/GJ (βλ. άρθρα 7, 8, 9, 10 και παράρτημα I).

2) Κατάλογος ενεργειακών προϊόντων και ισχύοντες ορισμοί

Το πεδίο εφαρμογής της φορολογίας θα πρέπει να περιλαμβάνει, στον κατάλογο των ενεργειακών προϊόντων, ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ενιαία και τυποποιημένη φορολογική τους μεταχείριση, μεταξύ άλλων και όσον αφορά την υπαγωγή τους σε διατάξεις περί ελέγχου και διακίνησης (βλ. άρθρο 2 παράγραφος 1 και άρθρο 21 παράγραφος 1).

Πρόσθετοι ορισμοί που προέρχονται από άλλα μέρη της νομοθεσίας της ΕΕ [συγκεκριμένα από την προαναφερθείσα οδηγία (ΕΕ) 2018/2001] ή προσδιορίζονται στην πρόταση θα καταστήσουν δυνατή τη διαφοροποιημένη φορολογική μεταχείριση (βλ. τους ορισμούς στο άρθρο 2 παράγραφοι 4 και 5).

Σε περίπτωση προϊόντος που αποτελείται από μείγμα ενός ή περισσότερων προϊόντων, η φορολόγηση κάθε συστατικού θα πρέπει να καθορίζεται αναλόγως, με βάση τους εφαρμοστέους συντελεστές και ανεξάρτητα από τον κωδικό ΣΟ στον οποίο υπάγεται το προϊόν ως σύνολο (βλ. άρθρο 2 παράγραφος 6).

Τέλος, γίνεται αναφορά στην ισχύουσα έκδοση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (ΣΟ) 22 . Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η αναφορά σε κωδικούς ΣΟ επικαιροποιείται όποτε χρειάζεται, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ώστε να προβαίνει στην επικαιροποίηση (βλ. άρθρο 2 παράγραφος 8 και άρθρο 29).

3) Διατάξεις σχετικά με την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νομικού πλαισίου

Η φορολόγηση της ενέργειας καλύπτει ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης ή θέρμανσης, καθώς και την ηλεκτρική ενέργεια. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της ΟΦΕ μόνο χρήσεις εκτός των καυσίμων κίνησης ή θέρμανσης και διπλές χρήσεις ενεργειακών προϊόντων, καθώς και η φορολόγηση των εκροών θερμικής ενέργειας. Η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται με παρόμοιους τρόπους θα πρέπει να υπόκειται σε ίση μεταχείριση (βλ. άρθρο 3).

4) Κατάταξη συντελεστών και τιμαριθμική αναπροσαρμογή των ελάχιστων επιπέδων

Για να εξασφαλιστεί ότι η συνεπής μεταχείριση των πηγών ενέργειας επεκτείνεται στα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο —πάνω από τα ελάχιστα επίπεδα που καθορίζονται στην πρόταση— τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπαράγουν τη σχέση μεταξύ των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που καθορίζονται στην πρόταση για τις διάφορες πηγές ενέργειας και χρήσεις. Για την απαίτηση αυτή, η ηλεκτρική ενέργεια θα πρέπει πάντα να συγκαταλέγεται μεταξύ των λιγότερο φορολογούμενων πηγών ενέργειας με σκοπό την προώθηση της χρήσης της, ιδίως στον τομέα των μεταφορών, και θα πρέπει να κατατάσσεται μαζί με άλλα καύσιμα κίνησης και καύσιμα θέρμανσης (βλ. άρθρο 5 παράγραφος 1).

Η κατάταξη των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να θεωρείται ως γενική αρχή που εφαρμόζεται εξίσου, κατ’ αναλογία, όταν η οδηγία επιτρέπει διαφοροποιήσεις (βλ. άρθρα 13, 14, 15, 16, 17 και 18).

Επιπλέον, πρέπει να διατηρηθεί η πραγματική τιμή των ελάχιστων επιπέδων φορολογία. Οι ελάχιστοι συντελεστές θα πρέπει να προσαρμόζονται ετησίως προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη της πραγματικής τους αξίας ώστε να διατηρείται το υφιστάμενο επίπεδο εναρμόνισης των συντελεστών. Για να μειωθεί η αστάθεια που οφείλεται στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, η εν λόγω εναρμόνιση θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει των αλλαγών του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή σε όλη την ΕΕ, εξαιρουμένης της ενέργειας και των μη μεταποιημένων τροφίμων, όπως δημοσιεύεται από τη Eurostat. Η Επιτροπή δημοσιεύει τα προκύπτοντα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. άρθρο 5 παράγραφος 2).

5) Διαφορετικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για καύσιμα κίνησης, καύσιμα θέρμανσης και ηλεκτρική ενέργεια 

Θα πρέπει να καθοριστούν διαφορετικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τα καύσιμα κίνησης για τις μεταφορές, για τα καύσιμα κίνησης που χρησιμοποιούνται για ειδικούς σκοπούς (όπως στον πρωτογενή τομέα), για τα καύσιμα θέρμανσης και για την ηλεκτρική ενέργεια. Όταν εφαρμόζεται μεταβατική περίοδος, η αύξηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας —εκτός από τα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών— θα πρέπει να καθορίζεται στο ένα δέκατο ετησίως έως το τέλος της μεταβατικής περιόδου, λαμβανομένης επίσης υπόψη της ανάγκης για τιμαριθμική αναπροσαρμογή των εν λόγω ελάχιστων επιπέδων φορολογίας (βλ. άρθρα 7, 8, 9, 10 και παράρτημα I).

Σύμφωνα με τους στόχους της πρότασης, δεν θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της εμπορικής και της μη εμπορικής χρήσης του πετρελαίου εσωτερικής καύσης ως καυσίμου κίνησης, καθώς και της επιχειρηματικής και μη επιχειρηματικής χρήσης για καύσιμα θέρμανσης και ηλεκτρική ενέργεια.

Για την απλούστευση της διάρθρωσης των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας, όπου είναι δυνατόν, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για ορισμένες χρήσεις καυσίμων κίνησης (βλ. πίνακα Β στο παράρτημα I) ευθυγραμμίζονται με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα θέρμανσης (βλ. πίνακα Γ στο παράρτημα I).

6) Εισροές που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας

Η φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας επιτρέπεται στα κράτη μέλη πέραν της ΟΦΕ, χωρίς να χρειάζεται να τηρούνται τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στην πρόταση, για λόγους περιβαλλοντικής πολιτικής. Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να θεσπίσουν τέτοια φορολογία θα πρέπει τουλάχιστον να αναπαράγουν την κατάταξη που έχει οριστεί μεταξύ των ελάχιστων επιπέδων τα οποία καθορίζονται στην πρόταση, προκειμένου να εκπέμπουν τα κατάλληλα περιβαλλοντικά σήματα (βλ. άρθρο 13).

7) Ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται από αεροσκάφη και σκάφη

Με την επιφύλαξη των διεθνών συμφωνιών που αφορούν τις αεροπορικές μεταφορές, θα πρέπει να φορολογούνται τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που παραδίδονται για την αεροναυτιλία εντός ΕΕ 23 (εκτός από εκείνα που παραδίδονται για αποκλειστικά εμπορευματικές πτήσεις) και για τη ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας 24 , (βλ. άρθρα 14 και 15).

Θα ισχύει διαφορετικό επίπεδο φορολογίας για τη χρήση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας για μη επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές και πτήσεις για σκοπούς εκτός της αναψυχής εντός ΕΕ. Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για τις επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές και τις πτήσεις αναψυχής 25 θα πρέπει να υπόκεινται στα κανονικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια στα κράτη μέλη.

Για να διασφαλιστεί η ομαλή εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις μη επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές και τις πτήσεις για σκοπούς εκτός της αναψυχής εντός ΕΕ, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τη χρήση καυσίμων κίνησης θα επιτευχθούν εντός μεταβατικής περιόδου δέκα ετών, ενώ τα βιώσιμα εναλλακτικά καύσιμα (συμπεριλαμβανομένων των βιώσιμων βιοκαυσίμων και του βιώσιμου βιοαερίου, των καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, των προηγμένων βιώσιμων βιοκαυσίμων και του προηγμένου βιώσιμου βιοαερίου και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης) και η ηλεκτρική ενέργεια θα έχουν μηδενικό ελάχιστο συντελεστή για δέκα έτη.

Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την αεροναυτιλία αποκλειστικά εμπορευματικών πτήσεων εντός της ΕΕ θα πρέπει να απαλλάσσονται, με την παροχή στα κράτη μέλη της δυνατότητας να φορολογούν τα εν λόγω καύσιμα είτε για αποκλειστικά εμπορευματικές πτήσεις εσωτερικού είτε βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που έχουν συναφθεί με άλλα κράτη μέλη.

Όσον αφορά την αεροναυτιλία εκτός ΕΕ, με την επιφύλαξη διεθνών υποχρεώσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να την απαλλάσσουν ή να εφαρμόζουν τα ίδια επίπεδα φορολογίας με εκείνα που ισχύουν για την αεροναυτιλία εντός ΕΕ, ανάλογα με τον τύπο της πτήσης.

Όσον αφορά τη ναυσιπλοΐα, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου αποθήκευσης καυσίμων εκτός της ΕΕ, θα ισχύει διαφορετικό επίπεδο φορολογίας για τη χρήση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας για τακτικές γραμμές θαλάσσιας και εσωτερικής ναυσιπλοΐας, αλιεία και εμπορευματικές μεταφορές εντός ΕΕ (από λιμένα της ΕΕ σε άλλο λιμένα της ΕΕ). Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την υπόλοιπη ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ (συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της ναυσιπλοΐας ιδιωτικών σκαφών αναψυχής) θα πρέπει να υπόκεινται στα κανονικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια στα κράτη μέλη.

Όσον αφορά τις χρήσεις για τακτικές γραμμές θαλάσσιας και εσωτερικής ναυσιπλοΐας, αλιεία και εμπορευματικές μεταφορές εντός ΕΕ, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας θα πρέπει να είναι εκείνα που ισχύουν για τη χρήση καυσίμων κίνησης για ειδικούς σκοπούς (συνεπώς, χαμηλότερα από εκείνα που ισχύουν για τη γενική χρήση καυσίμων κίνησης). Ως κίνητρο για τη χρήση τους, τα βιώσιμα εναλλακτικά καύσιμα (συμπεριλαμβανομένων των βιώσιμων βιοκαυσίμων και του βιώσιμου βιοαερίου, των καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, των προηγμένων βιώσιμων βιοκαυσίμων και του προηγμένου βιώσιμου βιοαερίου και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης) και η ηλεκτρική ενέργεια θα έχουν μηδενικό ελάχιστο συντελεστή για δέκα έτη.

Όσον αφορά τη ναυσιπλοΐα εκτός ΕΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να την απαλλάσσουν ή να εφαρμόζουν τα ίδια επίπεδα φορολογίας που προαναφέρθηκαν, ανάλογα με τον τύπο της δραστηριότητας.

Τέλος, σε ορισμένους λιμένες υφίσταται καθαρότερη εναλλακτική επιλογή αντί της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας επί του σκάφους με τη χρήση της ηλεκτροδότησης από ξηράς (δηλ. σύνδεση με το από χερσαίο δίκτυο ηλεκτροδότησης). Προκειμένου να δοθεί κίνητρο για την ανάπτυξη και τη χρήση της, μπορεί να απαλλάσσεται η ηλεκτροδότηση από ξηράς που παρέχεται σε ελλιμενισμένα πλοία.

Η ίδια μεταχείριση θα πρέπει να εφαρμόζεται και για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε σταθμευμένα αεροσκάφη.

8) Δυνατότητα φορολογικών απαλλαγών για ορισμένα προϊόντα ή για ηλεκτρική ενέργεια από ορισμένες πηγές

Η δυνατότητα εφαρμογής απαλλαγών ή μειώσεων του επιπέδου φορολογίας θα δικαιολογείται από ειδικούς λόγους, ιδίως στόχους ενεργειακής απόδοσης και προστασίας του περιβάλλοντος, σε ορισμένες περιπτώσεις όπως: ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές· ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τη συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, υπό τον όρο ότι οι σταθμοί συμπαραγωγής είναι φιλικοί προς το περιβάλλον σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΕ· ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης, προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα, βιορευστά, βιοαέριο και προηγμένα βιώσιμα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402 (βλ. άρθρο 16).

9) Δυνατότητα φορολογικής μείωσης για ορισμένες χρήσεις

Μπορεί να χρειαστούν στοχευμένες μειώσεις, όχι χαμηλότερες από τα ελάχιστα επίπεδα που καθορίζονται στην πρόταση, για διάφορους λόγους, όπως η εφαρμογή της ενεργειακής απόδοσης ή η συνεκτίμηση κοινωνικών παραμέτρων (βλ. άρθρο 17).

Μεταξύ άλλων, μια πιθανή μείωση, όχι χαμηλότερη από τα ελάχιστα όρια, θα ισχύει για ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης και για την ηλεκτρική ενέργεια, αν χρησιμοποιούνται από νοικοκυριά. Στην περίπτωση αυτή, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας θα πρέπει να αρχίζουν από το μηδέν και να αυξάνονται κάθε έτος, εντός μεταβατικής περιόδου δέκα ετών, κατά το ένα δέκατο των τελικών ελάχιστων συντελεστών [βλ. άρθρο 17 στοιχείο γ)].

Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται από νοικοκυριά αναγνωρισμένα ως ευάλωτα σύμφωνα με εναρμονισμένο ορισμό της ΕΕ θα ήταν δυνατό να απαλλάσσονται για μέγιστη περίοδο δέκα ετών μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας [βλ. άρθρο 17 στοιχείο γ)].

Όσον αφορά ορισμένους τομείς (γεωργία, καλλιέργειες κηπευτικών ή υδατοκαλλιέργειες και δασοκομία), θα εφαρμόζονται μειώσεις του επιπέδου φορολογίας, όχι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια για ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και για την ηλεκτρική ενέργεια [βλ. άρθρο 17 στοιχείο δ)].

10) Ενεργοβόρες επιχειρήσεις και άλλες επιχειρηματικές οντότητες

Μπορεί να χρειαστούν στοχευμένες μειώσεις του φορολογικού επιπέδου, όχι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια, για την παροχή κινήτρων για την επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής προστασίας και για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης του παραγωγικού τομέα της ΕΕ (βλ. άρθρο 18).

Οι μειώσεις αυτές θα συνδέονται είτε με αυστηρό ορισμό είτε με επαληθεύσιμες προσπάθειες που οδηγούν στην επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων.

11) Κατάλογος ενεργειακών προϊόντων που υπόκεινται σε διατάξεις περί ελέγχου και διακίνησης

Για να βελτιωθεί η ασφάλεια δικαίου και να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος απάτης, επιλεγμένα ενεργειακά προϊόντα (π.χ. λιπαντικά έλαια) θα πρέπει να υπόκεινται σε διατάξεις περί ελέγχου και διακίνησης (βλ. άρθρο 21).

12) Απαιτητό του φόρου για ορισμένα ενεργειακά προϊόντα

Λαμβανομένων υπόψη των αναλογιών όσον αφορά τις φυσικές ιδιότητες, η γενεσιουργός αιτία του φόρου για το υδρογόνο θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με εκείνη για το φυσικό αέριο, για το οποίο ο φόρος καθίσταται απαιτητός κατά τον χρόνο της παράδοσης από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα (βλ. άρθρο 22 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο).

Όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, λόγω των πρόσφατων και μελλοντικών εξελίξεων των τεχνολογιών αποθήκευσης, θα απαιτηθεί οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και οι μετασχηματιστές ηλεκτρικής ενέργειας να θεωρούνται αναδιανομείς όταν παραδίδουν ηλεκτρική ενέργεια προκειμένου να αποφεύγεται ο κίνδυνος διπλής φορολόγησης (βλ. άρθρο 22 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο).

Επιπλέον, λόγω των ομοιοτήτων όσον αφορά τις φυσικές ιδιότητες και τις διαφορετικές καταστάσεις στα κράτη μέλη, τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2703 (τύρφη), 4401 (καυσόξυλα, ξυλεία σε πλακίδια ή σε μικρά τεμάχια, πριονίδια, απορρίμματα και θραύσματα ξύλου) και 4402 (ξυλοκάρβουνα) θα πρέπει να υπόκεινται σε φορολόγηση και ο φόρος να καθίσταται απαιτητός κατά τον χρόνο παράδοσης, όπως ισχύει για τον άνθρακα, τον οπτάνθρακα και τον λιγνίτη και σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος (βλ. άρθρο 22 παράγραφος 4 πέμπτο εδάφιο).

13) Ορισμός των κανονικών δεξαμενών καυσίμων

Προκειμένου να διασφαλίζεται η ελεύθερη διακίνηση με ταυτόχρονη τήρηση των απαιτήσεων ασφάλειας που ισχύουν για τα εμπορικά μηχανοκίνητα οχήματα και τους ειδικούς περιέκτες, ο ορισμός των κανονικών δεξαμενών των εν λόγω οχημάτων θα πρέπει να ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι οι δεξαμενές καυσίμων δεν τοποθετούνται αποκλειστικά στα εμπορικά οχήματα από τους κατασκευαστές τους (βλ. άρθρο 25).

14) Υποχρέωση υποβολής εκθέσεων για τα κράτη μέλη

Με σκοπό την ακριβή πληροφόρηση σχετικά με τη λειτουργία της οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή για τα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζουν, καθώς και για τις σχετικές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας που υπόκεινται σε φορολόγηση (βλ. άρθρο 26).

15) Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο 

Ανά πενταετία και για πρώτη φορά πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας και, κατά περίπτωση, πρόταση για την τροποποίησή της.

Στην έκθεση της Επιτροπής θα πρέπει να εξετάζονται, μεταξύ άλλων, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, τις επιπτώσεις της καινοτομίας και των τεχνολογικών εξελίξεων, ιδίως όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας στις μεταφορές και την αιτιολόγηση των απαλλαγών, μειώσεων και διαφοροποιήσεων που προβλέπονται στην πρόταση. Στην έκθεση λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές παράμετροι, η πραγματική τιμή των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας και οι ευρύτεροι συναφείς στόχοι των Συνθηκών (βλ. άρθρο 31).

16) Παράρτημα I και πίνακες με ελάχιστους συντελεστές

Το παράρτημα I περιλαμβάνει τους πίνακες με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας —εκφρασμένα σε EUR/GJ— που ισχύουν εν γένει για τα καύσιμα κίνησης για τους σκοπούς του άρθρου 7 και του άρθρου 8 παράγραφος 2, στα καύσιμα θέρμανσης και στην ηλεκτρική ενέργεια (βλ. πίνακες Α, Β, Γ και Δ).

Τα εν λόγω ελάχιστα επίπεδα ισχύουν επίσης όταν γίνεται αναφορά σε αυτά σε άλλες σχετικές διατάξεις της οδηγίας.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

2021/0213 (CNS)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού  ενωσιακού  πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη σΣυνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας  για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης  , και ιδίως το άρθρο 93  113 και το άρθρο 192 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο σημείο α)  ,

την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

 νέο

(1)Η οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου 26 έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα και ουσιωδώς 27 . Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)Η οδηγία 2003/96/ΕΚ εκδόθηκε προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά την φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Η οδηγία 2003/96/ΕΚ ενσωμάτωσε επίσης απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας, ιδίως με βάση το πρωτόκολλο του Κιότο στη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 1 (προσαρμοσμένο)

Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/81/ΕΟΚ, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή 28 και της οδηγίας 92/82/ΕΟΚ, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης περιορίζεται στα πετρελαιοειδή 29 .

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 2 (προσαρμοσμένο)

Η έλλειψη κοινοτικών διατάξεων που να επιβάλλουν ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για την ηλεκτρική ενέργεια και τα ενεργειακά προϊόντα, πλην των πετρελαιοειδών, ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

 νέο

(3)Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι σαφείς φορολογικοί κανόνες για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίζονται οι κλιματικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» 30 . Η φορολόγηση της ενέργειας μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη του φιλόδοξου στόχου για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990, καθώς και του στόχου για μηδενική ρύπανση μέσω της εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», διασφαλίζοντας ότι η φορολόγηση των καυσίμων κίνησης και θέρμανσης και της ηλεκτρικής ενέργειας αντανακλά καλύτερα τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και στην υγεία. Η συμβολή της φορολόγησης της ενέργειας στους εν λόγω στόχους έχει εγκριθεί με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με το πλαίσιο της ΕΕ για τη φορολογία της ενέργειας 31 .

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3 (προσαρμοσμένο)

Η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η επίτευξη των στόχων άλλων κοινοτικών πολιτικών απαιτούν τον καθορισμό ελαχίστων επιπέδων φορολογίας σε κοινοτική κλίμακα για τα περισσότερα ενεργειακά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας, του φυσικού αερίου και του άνθρακα.

 νέο

(4)Η περιβαλλοντική φορολογία μπορεί να αποτελέσει οικονομικά συμφέρον μέσο ώστε τα κράτη μέλη να επιτύχουν τις στοχευόμενες μειώσεις αερίων του θερμοκηπίου. Για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτούνται κοινή κανόνες όσον αφορά την εν λόγω φορολογία.

(5)Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν την ενεργειακή φορολόγηση των καυσίμων κίνησης, των καυσίμων θέρμανσης και της ηλεκτρικής ενέργειας για διάφορους σκοπούς που δεν σχετίζονται απαραίτητα, ούτε ειδικά, ούτε αποκλειστικά, με την μείωση των αερίων του θερμοκηπίου.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

(6)Οι σημαντικές διαφορές στα εθνικά επίπεδα φορολογίας της ενέργειας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποδειχθούν επιζήμιες για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 5 (προσαρμοσμένο)

(7)Ο καθορισμός των δεόντων κοινοτικών  ενωσιακών  ελαχίστων επιπέδων φορολογίας θα επιτρέψει τη μείωση των υφισταμένων διαφορών στα εθνικά επίπεδα φορολογίας.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 6 (προσαρμοσμένο)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 της συνθήκης, οι απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να εντάσσονται στη χάραξη και την εφαρμογή άλλων κοινοτικών πολιτικών.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 7 (προσαρμοσμένο)

(8)Ως συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης Πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα  Ένωση  έχει επικυρώσει το πρωτόκολλο του Κιότο  τη συμφωνία του Παρισιού  . Η φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και, όπου χρειάζεται, της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί ένα εκ των διαθεσίμων μέσων προς επίτευξη των στόχων του πρωτοκόλλου του Κιότο  της συμφωνίας του Παρισιού .

 νέο

(9)Θα πρέπει να καθοριστούν κανόνες με τους οποίους θα βασίζεται η ενεργειακή φορολόγηση στο ενεργειακό περιεχόμενο των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, σε συνδυασμό με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις τους. Για τους σκοπούς αυτούς, θα πρέπει να γίνεται παραπομπή στους ορισμούς της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 32 , της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 33 και του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 34 . Επιπλέον, ο κατάλογος των ενεργειακών προϊόντων θα πρέπει να επικαιροποιηθεί ώστε να συμπεριλάβει ορισμένα βιοκαύσιμα, για να εξασφαλίζεται η ενιαία και τυποποιημένη φορολογική μεταχείριση των εν λόγω καυσίμων.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 8 (προσαρμοσμένο)

Το Συμβούλιο οφείλει να εξετάζει περιοδικά τις φορολογικές απαλλαγές και μειώσεις και τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, λαμβάνοντας υπόψη την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την πραγματική αξία των ελαχίστων επιπέδων φορολογίας, την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της Κοινότητας στο διεθνές πλαίσιο και τους ευρύτερους στόχους της συνθήκης.

 νέο

(10)Για λόγους φορολογικής ουδετερότητας, θα πρέπει να ισχύουν οι ίδιοι ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές για κάθε συνιστώσα της ενεργειακής φορολόγησης, για όλα τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για δεδομένη χρήση. Κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις που καθορίζονται ίσοι ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές, τα κράτη μέλη θα πρέπει, επίσης για λόγους φορολογικής ουδετερότητας, να εξασφαλίζουν ίσα επίπεδα εθνικής φορολογίας για όλα τα σχετικά προϊόντα.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 9 (προσαρμοσμένο)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν την αναγκαία ευελιξία χάραξης και εφαρμογής των ενδεδειγμένων για τις εθνικές συνθήκες τους πολιτικών.

 νέο

(11)Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να αναπαράγουν ανά πάσα στιγμή την κατάταξη των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που καθορίζεται στο παράρτημα σε σχέση με τα διάφορα προϊόντα για κάθε δεδομένη χρήση, ώστε να εξασφαλίζεται η περιβαλλοντικά προσαρμοσμένη διάρθρωση των συντελεστών. Τα ελάχιστα επίπεδα φορολόγησης της ενέργειας θα πρέπει να εναρμονίζονται αυτομάτως κάθε έτος ώστε να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη της πραγματικής τους αξίας προκειμένου να διατηρείται το υφιστάμενο επίπεδο εναρμόνισης συντελεστών και, κατά συνέπεια, να μειώνεται η αστάθεια που οφείλεται στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων. Αυτή η εναρμόνιση θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει των αλλαγών του πανενωσιακού εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, εξαιρουμένης της ενέργειας και των μη μεταποιημένων τροφίμων, όπως δημοσιεύεται από τη Eurostat.

(12)Για να διασφαλίζεται η ομαλή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων σχετικά με κάποια προϊόντα ή χρήσεις, χρειάζεται μια μεταβατική περίοδος εφαρμογής.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

 νέο

(13) Ως γενική αρχή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια επίπεδα φορολογίας όχι χαμηλότερα από τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ορίζονται με την οδηγία.  Τα κράτη μέλη επιθυμούν να καθιερώσουν ή να διατηρήσουν διαφορετικά είδη φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Προς το σκοπό αυτόν εΕπιτρέπεται στα κράτη μέλη να συμμορφώνονται προς τα κοινοτικά  ενωσιακά  ελάχιστα επίπεδα φορολογίας λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των εισπραττομένων επιβαρύνσεων από όλους τους εμμέσους φόρους τους οποίους έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν (εξαιρουμένου του ΦΠΑ).

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 11 (προσαρμοσμένο)

(14)Οι φορολογικοί διακανονισμοί που επιτυγχάνονται προς εφαρμογή του παρόντος κοινοτικού  ενωσιακού  πλαισίου για τη φορολογία των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν αντικείμενο αποφάσεως εκάστου κράτους μέλους. Προς τούτο τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην αυξήσουν τις συνολικές φορολογικές επιβαρύνσεις, εάν θεωρούν ότι η εφαρμογή αυτής της αρχής για φορολογική ουδετερότητα θα μπορούσε να συντελέσει στην αναδιάρθρωση και στον εκσυγχρονισμό των φορολογικών συστημάτων τους, ενθαρρύνοντας μια τακτική που θα οδηγήσει σε ευρύτερη προστασία του περιβάλλοντος και αυξημένη απασχόληση.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 12 (προσαρμοσμένο)

(15)Οι τιμές της ενέργειας αποτελούν ζωτικά στοιχεία των κοινοτικών πολιτικών ενέργειας, μεταφορών και περιβάλλοντος  στην Ένωση  .

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 13

Η φορολογία καθορίζει εν μέρει την τιμή των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 14

Τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας θα πρέπει να εκφράζουν την ανταγωνιστική θέση των διαφόρων ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Θα ήταν σκόπιμο εν προκειμένω ο υπολογισμός των ελαχίστων αυτών επιπέδων να βασίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο στο ενεργειακό περιεχόμενο των προϊόντων. Η μέθοδος αυτή δεν θα πρέπει ωστόσο να εφαρμόζεται στα καύσιμα κίνησης.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 15

Η δυνατότητα εφαρμογής διαφοροποιημένων εθνικών φορολογικών συντελεστών για το ίδιο προϊόν θα πρέπει να επιτρέπεται σε ορισμένες περιστάσεις ή μόνιμες καταστάσεις, εφόσον τηρούνται τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας και οι κανόνες της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16 (προσαρμοσμένο)

(16)Δεδομένου ότι η θερμική ενέργεια αποτελεί αντικείμενο πολύ περιορισμένου ενδοκοινοτικού  ενδοενωσιακού εμπορίου, η φορολογία εκροών θερμικής ενέργειας παραμένει εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κοινοτικού  ενωσιακού  πλαισίου.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 17 (προσαρμοσμένο)

(17)Πρέπει να καθοριστούν διαφορετικά κοινοτικά  ενωσιακά  ελάχιστα επίπεδα φορολογίας ανάλογα με τη χρησιμοποίηση των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 18

 νέο

(18)Τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων για ορισμένους βιομηχανικούς και εμπορικούς σκοπούς και τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης υπόκεινται κατά κανόνα σε χαμηλότερη φορολογία από τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως προωθητικά.  Η ηλεκτρική ενέργεια θα πρέπει πάντα να συγκαταλέγεται μεταξύ των λιγότερο φορολογούμενων πηγών ενέργειας με σκοπό την προώθηση της χρήσης της, ιδίως στον τομέα των μεταφορών. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν να εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο φορολογίας στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων όπως και για σκοπούς θέρμανσης κατά το αναγκαίο χρονικό διάστημα μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. 

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 19

Η φορολογία του πετρελαίου ντίζελ που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων, ιδίως σε διακοινοτικές δραστηριότητες, απαιτεί την ύπαρξη δυνατότητας ειδικής μεταχείρισης, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που να επιτρέπουν τη θέσπιση συστήματος επιβάρυνσης όσων χρησιμοποιούν τους δρόμους, προκειμένου να περιοριστεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις.

 νέο

(19)Εξαιτίας της ανάγκης επιδίωξης των στόχων της οδηγίας, απαιτείται να μη γίνεται διάκριση μεταξύ του εμπορικού και του μη εμπορικού ντίζελ, καθώς και της επιχειρηματικής και μη επιχειρηματικής χρήσης για καύσιμα θέρμανσης και ηλεκτρική ενέργεια.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 20

Τα κράτη μέλη ενδέχεται να χρειαστεί να διαχωρίσουν το εμπορικό από το μη εμπορικό πετρέλαιο ντίζελ. Τα κράτη μέλη δύνανται να κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής προκειμένου να μειωθεί η διαφορά στη φορολογία μεταξύ του μη εμπορικού πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, και της βενζίνης.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 21

Η επιχειρηματική και μη χρήση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται διαφορετικά για φορολογικούς λόγους.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 22 (προσαρμοσμένο)

(20)Τα ενεργειακά προϊόντα υπάγονται ουσιαστικά σε κοινοτικό  ενωσιακό  πλαίσιο όταν χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων. Ως εκ τούτου, αποτελεί ίδιον της φύσης και της λογικής του φορολογικού συστήματος να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου οι διπλές χρήσεις και οι όχι ως καύσιμα χρήσεις των ενεργειακών προϊόντων καθώς και οι ορυκτολογικές κατεργασίες. Η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται καθ' όμοιους τρόπους αντιμετωπίζεται αναλόγως.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 23

Οι υφιστάμενες διεθνείς υποχρεώσεις και η διατήρηση της ανταγωνιστικής θέσης των κοινοτικών εταιριών καθιστούν σκόπιμη τη συνέχιση της εξαίρεσης των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην αεροπλοΐα και τη ναυσιπλοΐα, πλην εκείνων που αφορούν την ιδιωτική αναψυχή, ενώ θα πρέπει τα κράτη μέλη να είναι σε θέση να περιορίζουν τις εν λόγω εξαιρέσεις.

 νέο

(21)Η Ένωση και τα κράτη μέλη έχουν συνάψει πολυμερείς συμφωνίες σχετικά με τις αεροπορικές υπηρεσίες και τις αεροπορικές μεταφορές ή διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες. Οι εν λόγω συμφωνίες περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικές με τη φορολόγηση των καυσίμων για τις αεροπορικές μεταφορές. Τα καύσιμα για τις αεροπορικές μεταφορές υπάγονταν παραδοσιακά σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Η ανάγκη να επιδιωχθούν οι στόχοι της οδηγίας υπαγορεύει, με την επιφύλαξη των εν λόγω διεθνών συμφωνιών, τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που παραδίδονται για την αεροναυτιλία εντός ΕΕ, εκτός από τις αποκλειστικά εμπορευματικές πτήσεις. Η απαλλαγή για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στις αποκλειστικά εμπορευματικές πτήσεις εξακολουθεί να είναι αναγκαία ελλείψει αποδοτικότερων εναλλακτικών επιλογών.

(22)Για να διασφαλιστεί η ομαλή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για καύσιμα θέρμανσης που χρησιμοποιούνται για μη επιχειρηματικές πτήσεις και πτήσεις για σκοπούς εκτός της αναψυχής εντός ΕΕ θα επιτευχθούν εντός μεταβατικής περιόδου δέκα ετών, ενώ τα βιώσιμα εναλλακτικά καύσιμα και η ηλεκτρική ενέργεια θα υπόκεινται σε μηδενικό ελάχιστο συντελεστή για δέκα έτη. Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για τις επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές και τις πτήσεις αναψυχής θα πρέπει να υπόκεινται στα κανονικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια στα κράτη μέλη.

(23)Τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για τη ναυσιπλοΐα, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας, θα πρέπει επίσης να φορολογούνται, και τα κράτη μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη σε διεθνείς συμφωνίες οι οποίες προβλέπουν την απαλλαγή των εν λόγω καυσίμων πρέπει να εξασφαλίσουν, έως την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, την άρση των ασυμβιβάστων. Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η εφαρμογή διαφορετικού επιπέδου φορολογίας όσον αφορά τη χρήση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας για τις τακτικές γραμμές ναυσιπλοΐας, την αλιεία και τις εμπορευματικές μεταφορές εντός ΕΕ, καθώς και για τις αντίστοιχες δραστηριότητες κατά τον ελλιμενισμό. Δεδομένου του ειδικού χαρακτήρα των εν λόγω χρήσεων, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας θα πρέπει να είναι χαμηλότερα από εκείνα που ισχύουν για τη γενική χρήση καυσίμων κίνησης. Με σκοπό να παρασχεθεί κίνητρο για τη χρήση βιώσιμων εναλλακτικών καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας, τα εν λόγω καύσιμα και η ηλεκτρική ενέργεια θα πρέπει να απαλλάσσονται από τη φορολογία για δέκα έτη. Τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την υπόλοιπη ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ θα πρέπει να υπόκεινται στα κανονικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια στα κράτη μέλη. 

(24)Όσον αφορά την αεροναυτιλία εκτός ΕΕ, με την επιφύλαξη διεθνών υποχρεώσεων, και τη ναυσιπλοΐα εκτός ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας, τα κράτη μέλη μπορούν να την απαλλάσσουν ή να εφαρμόζουν τα ίδια επίπεδα φορολογίας εντός ΕΕ, ανάλογα με τον τύπο της δραστηριότητας.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 24

 νέο

(25)Θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να παρέχουν ορισμένες άλλες απαλλαγές ή μειώσεις των κοινοτικών ελάχιστων επιπέδων φορολογίας εφόσον τούτο δεν βλάπτει  τους περιβαλλοντικούς στόχους και  την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και δεν προκαλεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 25

 νέο

(26)Ειδικότερα, η  υψηλής απόδοσης  συνδυασμένη παραγωγή θέρμανσης και ισχύος και, προκειμένου να προωθηθεί η χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι δυνατόν να τυγχάνουν προνομιακής μεταχείρισης.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 26

Είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα κοινοτικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να απαλλάσσουν από ή να μειώνουν τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης υπέρ των βιοκαυσίμων το οποίο θα ευνοεί μια καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και θα παρέχει επαρκή βαθμό ασφάλειας δικαίου στα κράτη μέλη και στους οικονομικούς φορείς. Θα πρέπει να περιορισθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να εξακολουθήσει να παρέχεται στους παραγωγούς και διανομείς βιοκαυσίμων το κίνητρο της μείωσης του βασικού κόστους, μεταξύ άλλων με προσαρμογές από τα κράτη μέλη ανάλογα με τις διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 27 (προσαρμοσμένο)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης 35 , και της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά 36 , όταν το προϊόν που προορίζεται για χρήση ή πώληση προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο κινητήρα ή πρόσθετο καυσίμου είναι η αιθυλική αλκοόλη όπως ορίζεται από την οδηγία 92/83/ΕΟΚ.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 28

Ενδέχεται να απαιτηθούν ορισμένες απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας, ιδίως λόγω της έλλειψης εντονότερης εναρμόνισης σε κοινοτική κλίμακα, των κινδύνων απώλειας της διεθνούς ανταγωνιστικότητας ή για κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς λόγους.

 νέο

(27)Μπορεί να χρειαστούν στοχευμένες μειώσεις του φορολογικού επιπέδου για την παροχή κινήτρων για την επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής προστασίας και για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης του παραγωγικού τομέα της Ένωσης.

(28)Μπορεί να χρειαστούν στοχευμένες μειώσεις του επιπέδου φορολογίας για την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων των ενεργειακών φόρων. Μια απαλλαγή από τη φορολογία μπορεί να αποδειχθεί προσωρινά αναγκαία για την προστασία ευάλωτων νοικοκυριών.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 29

Οι επιχειρήσεις που συνάπτουν συμφωνίες για τη σημαντική ενίσχυση της περιβαλλοντικής προστασίας και της ενεργειακής απόδοσης απαιτούν προσοχή. Μεταξύ των επιχειρήσεων αυτών, οι ενεργειοβόρες δικαιούνται ειδικής μεταχείρισης.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 30

Ενδέχεται να χρειαστούν μεταβατικές περίοδοι και ρυθμίσεις προκειμένου να μπορέσουν τα κράτη μέλη να προσαρμοστούν ομαλά στα νέα επίπεδα φορολογίας και να περιορίσουν πιθανές αρνητικές παρενέργειες.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 31

 νέο

(29) Λαμβανομένων υπόψη των χρηματοδοτικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε κάθε κράτος μέλος, όπως της ανάγκης για μετάβαση του τομέα των μεταφορών στην ηλεκτροκίνηση,  Ππρέπει να προβλεφθεί διαδικασία που θα επιτρέπει στα κράτη μέλη τη θέσπιση, για συγκεκριμένο διάστημα, άλλων απαλλαγών ή μειωμένων επιπέδων φορολογίας.  Για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί διαδικασία που θα επιτρέπει στα κράτη τη θέσπιση, για συγκεκριμένο διάστημα, ειδικών αυξημένων συντελεστών. Η άδεια αυτή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος από τα κράτη μέλη και πρότασης της Επιτροπής, θα πρέπει να εγκρίνεται με εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 291 της ΣΛΕΕ.   Οι εξαιρέσεις ή μειώσεις αυτές  Τα μέτρα αυτά  θα πρέπει να επανεξετάζονται κατά τακτά διαστήματα.

 νέο

(30)Ο κατάλογος των ενεργειακών προϊόντων που υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και διακίνησης της οδηγίας 2008/118/ΕΚ 37 του Συμβουλίου θα πρέπει να συμπεριλάβει επιλεγμένα ενεργειακά προϊόντα, για να εξασφαλίζεται η ενιαία και τυποποιημένη μεταχείριση των εν λόγω προϊόντων και να λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή κατάχρησης.

(31)Προκειμένου να διασφαλίζεται η ελεύθερη διακίνηση με ταυτόχρονη τήρηση των απαιτήσεων ασφάλειας που ισχύουν για τα εμπορικά μηχανοκίνητα οχήματα και τους ειδικούς περιέκτες, ο ορισμός των κανονικών δεξαμενών των εν λόγω οχημάτων θα πρέπει να ανταποκρίνεται στο γεγονός ότι οι δεξαμενές καυσίμων δεν τοποθετούνται αποκλειστικά στα εμπορικά οχήματα από τους κατασκευαστές τους.

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 32 (προσαρμοσμένο)

(32)Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ορισμένα εθνικά μέτρα. Η κοινοποίηση αυτή δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση του άρθρου 88  108  παράγραφος 3 της συνθήκης  ΣΛΕΕ  να κοινοποιούν ορισμένα εθνικά μέτρα. Η παρούσα οδηγία δεν  θα πρέπει να  προδικάζει το αποτέλεσμα οιασδήποτε μελλοντικής διαδικασίας για κρατικές ενισχύσεις η οποία είναι δυνατόν να κινηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 87  107  και 88  108  της συνθήκης  ΣΛΕΕ  .

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 33

(33)Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ οδηγίας 2008/118/ΕΚ θα πρέπει, όπου χρειάζεται, να επεκταθεί στα προϊόντα και τους εμμέσους φόρους που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

 νέο

(34)Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες ώστε να καθορίζει κατά πόσον οι διατάξεις περί ελέγχου και διακίνησης της οδηγίας 2008/118/ΕΚ πρέπει να εφαρμόζονται στα προϊόντα που ενέχουν κίνδυνο φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή κατάχρησης. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 38 .

🡻 2003/96/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 34 (προσαρμοσμένο)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 39 ,

 νέο

(35)Θα πρέπει να γίνει αναφορά στην ισχύουσα έκδοση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αναφορές σε κωδικούς της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (ΣΟ) στην παρούσα οδηγία επικαιροποιούνται όποτε χρειάζεται και ότι οι ελάχιστοι συντελεστές φορολογίας αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη των τιμών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ όσον αφορά την επικαιροποίηση της αναφοράς στους εν λόγω κωδικούς ΣΟ και την επικαιροποίηση των ελάχιστων συντελεστών φορολογίας με βάση ετήσιες διακυμάνσεις του δείκτη τιμών καταναλωτή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Συμβούλιο λαμβάνει όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές του έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(36)Ανά πενταετία και για πρώτη φορά πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, στην οποία θα εξετάζονται, ιδίως, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, οι επιπτώσεις της καινοτομίας και των τεχνολογικών εξελίξεων, ιδίως όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, η χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας στις μεταφορές και η αιτιολόγηση των απαλλαγών, μειώσεων και διαφοροποιήσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Στην έκθεση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές παράμετροι, η πραγματική τιμή των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας και οι ευρύτεροι συναφείς στόχοι των Συνθηκών.

(37)Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που τροποποιούν ουσιωδώς την προϋπάρχουσα οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς των μη τροποποιούμενων διατάξεων στο εθνικό δίκαιο απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(38)Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίξει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα II μέρος B.

🡻 2003/96/ΕΚ

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

1.    Τα κράτη μέλη επιβάλλουν φορολογία στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

 νέο

2.    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η φορολογία θα υπολογίζεται σε EUR/Gigajoule βάσει της κατώτερης θερμογόνου δύναμης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, όπως ορίζεται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, με μετατροπή σε Gigajoule. Στην περίπτωση προϊόντων που προέρχονται από βιομάζα, οι τιμές αναφοράς είναι εκείνες που καθορίζονται στο παράρτημα III της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, με μετατροπή σε Gigajoule.

Στις περιπτώσεις που η οδηγία 2012/27/ΕΕ ή η οδηγία (ΕΕ) 2018/2001, κατά περίπτωση, δεν περιέχουν κατώτερη θερμογόνο δύναμη για το οικείο προϊόν, τα κράτη μέλη παραπέμπουν στις συναφείς διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την κατώτερη θερμογόνο δύναμή του.

🡻 2003/96/ΕΚ

 νέο

Άρθρο 2

1.    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ο όρος «ενεργειακά προϊόντα» εφαρμόζεται στα προϊόντα:

α)που υπάγονται στους κωδικούς 1507 έως 1518 της ΣΟ, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

β)που υπάγονται στους κωδικούς  ΣΟ 2207, 2208 90 91 και 2208 90 99, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή κίνησης και απαλλάσσονται από τον εναρμονισμένο ειδικό φόρο κατανάλωσης για την αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχεία α) ή β) της οδηγίας 92/83/ΕΚ 40   2701, 2702 και 2704 έως 2715 της ΣΟ·

γ)που υπάγονται στους κωδικούς  2701 έως 2715  2901 και 2902 της ΣΟ·

δ)που υπάγονται στους κωδικούς  2804 10  29051100 της ΣΟ, εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

 νέο

ε)που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 2814, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα κίνησης·

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

εστ)που υπάγονται στον κωδικό  στους κωδικούς  3403  2901 και 2902  της ΣΟ·

στζ)που υπάγονται στον κωδικό 3811 της ΣΟ  ΣΟ 2905 11 00, εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης  ·

ζη)που υπάγονται στον κωδικό  στους κωδικούς  3817 της ΣΟ  ΣΟ 2909 19 10 και 2909 19 90, τα τελευταία όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης  ·

ηθ)που υπάγονται στον κωδικόούς  ΣΟ 3403·  38249986, 38249992 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 38249993, 38249996 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 38260010 και 38260090 της ΣΟ, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων. 

 νέο

ι)που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3811·

ια)που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3814, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κίνησης·

ιβ)που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3817·

ιγ)που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3823 19, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κίνησης·

ιδ)που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κίνησης·

ιε)που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη των 5 MW.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

2.    Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης:

στην ηλεκτρική ενέργεια που υπάγεται στον κωδικό 2716 της ΣΟ.

3.    Όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να διατεθούν προς πώληση ή να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης, τα ενεργειακά προϊόντα, εκτός εκείνων για τα οποία καθορίζεται  καθορίζονται   ελάχιστα  επίπεδο  επίπεδα  φορολογίας στην παρούσα οδηγία, φορολογούνται, αναλόγως της χρήσης, με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου θέρμανσης ή καυσίμου κινητήρων.

Εκτός από τα φορολογητέα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε προϊόν το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή προκειμένου να αυξήσει τον τελικό όγκο του καυσίμου κινητήρων, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου καυσίμου κινητήρων.

Εκτός από τα φορολογητέα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε άλλος υδρογονάνθρακας, εκτός της τύρφης, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση, φορολογείται με το συντελεστή του ισοδυνάμου ενεργειακού προϊόντος.

 νέο

Προϊόντα πλην των ενεργειακών προϊόντων, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να διατεθούν προς πώληση ή να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα κίνησης, φορολογούνται με τον συντελεστή για το ισοδύναμο καύσιμο κίνησης.

Τα πρόσθετα και τα αραιωτικά καυσίμων κίνησης, πλην του νερού, φορολογούνται με τον συντελεστή για το ισοδύναμο καύσιμο κίνησης.

Οι υδρογονάνθρακες πλην των αναφερόμενων στην παράγραφο 1, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να διατεθούν προς πώληση ή να χρησιμοποιηθούν για θέρμανση, φορολογούνται με τον συντελεστή για το ισοδύναμο ενεργειακό προϊόν.

🡻 2003/96/ΕΚ

4.    Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)στην φορολογία των εκροών θερμικής ενέργειας και η φορολογία των προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402·

β)στις ακόλουθες χρήσεις των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας:

ενεργειακά προϊόντα για άλλους σκοπούς εκτός της χρήσης ως καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης,

διπλή χρήση των ενεργειακών προϊόντων.

Ένα ενεργειακό προϊόν έχει διπλή χρήση όταν χρησιμοποιείται τόσο ως καύσιμο θέρμανσης όσο και για χρήσεις άλλες εκτός της χρήσης ως καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης. Η χρήση των ενεργειακών προϊόντων για χημική αναγωγή και στο πλαίσιο ηλεκτρολυτικής και μεταλλουργικής κατεργασίας θεωρείται διπλή χρήση.

Η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται κυρίως για χημική αναγωγή και στο πλαίσιο ηλεκτρολυτικής και μεταλλουργικής κατεργασίας,

η ηλεκτρική ενέργεια όταν συμμετέχει κατά ποσοστό άνω του 50 % στο κόστος ενός προϊόντος. Ως «κόστος ενός προϊόντος» νοείται το άθροισμα των συνολικών αγορών αγαθών και υπηρεσιών, συν το κόστος προσωπικού, συν την κατανάλωση σταθερού κεφαλαίου, στο επίπεδο της επιχείρησης όπως ορίζεται στο άρθρο 11. Το κόστος αυτό υπολογίζεται ανά μονάδα κατά μέσον όρο. Ως «κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται η πραγματική αξία αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας ή το κόστος παραγωγής της εάν παράγεται στην επιχείρηση,

η ορυκτολογική κατεργασία.

Ως «ορυκτολογικές κατεργασίες» νοούνται οι κατεργασίες που κατατάσσονται στην ονοματολογία NACE υπό τον κωδικό ΔΘ 26 «κατασκευή άλλων μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων» στον κανονισμό (ΕΟΚ) του Συμβουλίου αριθ. 3037/90, της 9ης Οκτωβρίου 1990, για την στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Κοινότητα 41 .

Οι διατάξεις του άρθρου 20 ισχύουν ωστόσο για τα ενεργειακά αυτά προϊόντα.

5.    Οι κωδικοί της συνδυασμένης ονοματολογίας στους οποίους παραπέμπει η παρούσα οδηγία είναι εκείνοι που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2001 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, που τροποποιεί το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο 42 .

Μια φορά το χρόνο λαμβάνεται απόφαση για την ενημέρωση των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας των προϊόντων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 27. Η απόφαση δεν πρέπει να επιφέρει αλλαγές στους ελάχιστους φορολογικούς συντελεστές που εφαρμόζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή στην πρόσθεση ή αφαίρεση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας.

 νέο

4.    Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 3 φορολογητέα προϊόντα τα οποία παράγονται ή προέρχονται από βιομάζα υπόκεινται, υπό φορολογικό έλεγχο, στα ειδικά επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται για τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, υπό τον όρο ότι πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)    τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των αερίων θερμοκηπίου που ορίζονται στο άρθρο 29 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, εξαιρουμένων των προϊόντων που ενέχουν υψηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής της χρήσης της γης, τα οποία ορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας·

β)    παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 σημείο 24, για τη «βιομάζα», σημείο 28, για τα «βιοαέρια», σημείο 32, για τα «βιορευστά», σημείο 33, για τα «βιοκαύσιμα», και σημείο 34, για τα «προηγμένα βιοκαύσιμα», της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «προηγμένα» βιοαέρια, βιορευστά και προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402 νοούνται τα προϊόντα που παράγονται από πρώτες ύλες οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Τα βιοκαύσιμα, τα βιοαέρια και τα βιορευστά που παράγονται από πρώτες ύλες οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Β της εν λόγω οδηγίας θεωρούνται ισοδύναμα με προηγμένα προϊόντα.

5.    Φορολογητέα προϊόντα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 και εμπίπτουν στον ορισμό των «ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης» ή «καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών» είναι δυνατό να υπόκεινται, υπό φορολογικό έλεγχο, στα ειδικά επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται για τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εφόσον:

α)    ως «ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης» νοούνται τα καύσιμα πλην των βιοκαυσίμων, των βιορευστών ή του βιοαερίου, των οποίων το ενεργειακό περιεχόμενο προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές πλην της βιομάζας·

β)    ως «καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών» νοούνται το υδρογόνο χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και συνθετικά αέρια και υγρά καύσιμα των οποίων το ενεργειακό περιεχόμενο προέρχεται από υδρογόνο χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, καθώς και κάθε καύσιμο ορυκτής προέλευσης, που πληρούν τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα χαρακτηρίζεται ως συμβάλλουσα σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 43 και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) [...]/[...] 44 . Σε αυτήν την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται τα «καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα», όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 35 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

6.    Όταν μέρος φορολογητέου προϊόντος αποτελείται από ένα ή περισσότερα προϊόντα που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους, η φορολογία των εν λόγω μερών καθορίζεται αναλόγως με βάση την παρούσα οδηγία, ανεξάρτητα από τον κωδικό ΣΟ στον οποίο υπάγεται το προϊόν ως σύνολο.

7.    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου παράγραφος 1 στοιχεία α), β), δ), ε), ζ), η), ια), ιγ), ιδ) και ιε) και του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), η), θ), ιβ), ιγ) και ιδ), τα προϊόντα που προορίζονται για παράδοση θεωρείται ότι προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κίνησης, εφόσον ο προμηθευτής γνωρίζει ή θα πρέπει ευλόγως να γνωρίζει, ότι ο παραλήπτης προτίθεται να χρησιμοποιήσει τα προϊόντα ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης. Τα προϊόντα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο α) δεν θεωρούνται ότι προορίζονται για χρήση ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης εφόσον παραδίδονται σε παραγωγό εμπορευμάτων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο παράγραφος 1 στοιχείο ιδ) και στο άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ).

8.    Παραπομπές της παρούσας οδηγίας στους κωδικούς της Συνδυασμένης Ονοματολογίας νοούνται ως αναφορές στους κωδικούς της Συνδυασμένης Ονοματολογίας στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου 45 όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/1577 της Επιτροπής 46 .

Στην περίπτωση που ο κανονισμός που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ή στην περίπτωση που για την τροποποίηση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας απαιτείται τροποποίηση των κωδικών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 29 για την επικαιροποίηση των κωδικών της Συνδυασμένης Ονοματολογίας των προϊόντων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή για την επικαιροποίηση της παραπομπής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, ώστε να εναρμονιστεί με την ισχύουσα έκδοση της Συνδυασμένης Ονοματολογίας.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δεν συνεπάγονται αλλαγές στους ελάχιστους φορολογικούς συντελεστές που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία ή προσθήκη ή αφαίρεση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας.

🡻 2003/96/ΕΚ

Άρθρο 3

Οι αναφορές της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ σε «πετρελαιοειδή» και «ειδικό φόρο κατανάλωσης», στο μέτρο που αφορά πετρελαιοειδή, ερμηνεύονται ως καλύπτουσες όλα τα ενεργειακά προϊόντα, την ηλεκτρική ενέργεια και τους εθνικούς έμμεσους φόρους που αναφέρονται αντίστοιχα στο άρθρο 2 και στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.

 νέο

Άρθρο 3

1.    Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)    στη φορολογία εκροών θερμικής ενέργειας·

β)    στις ακόλουθες χρήσεις των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας:

   ενεργειακά προϊόντα για άλλους σκοπούς εκτός της χρήσης ως καύσιμα κινητήρων ή καύσιμα θέρμανσης,

   διπλή χρήση των ενεργειακών προϊόντων.

Ένα ενεργειακό προϊόν έχει διπλή χρήση όταν χρησιμοποιείται τόσο ως καύσιμο θέρμανσης όσο και για χρήσεις άλλες εκτός της χρήσης ως καύσιμο κινητήρων ή καύσιμο θέρμανσης. Η χρήση ενεργειακών προϊόντων για χημική αναγωγή και σε ηλεκτρολυτικές και μεταλλουργικές διεργασίες, όταν τα ενεργειακά προϊόντα χρησιμοποιούνται απευθείας ή για να παράσχουν άμεση εισροή ενέργειας στη διεργασία, ή η κατανάλωσή τους συνδέεται με τη διεργασία, θεωρείται διπλή χρήση,

   ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται κυρίως για χημική αναγωγή και σε ηλεκτρολυτικές και μεταλλουργικές διεργασίες, όταν η ηλεκτρική ενέργεια χρησιμοποιείται απευθείας ή για να παράσχει άμεση εισροή ενέργειας στη διεργασία, ή η κατανάλωσή της συνδέεται με τη διεργασία.

2.    Το άρθρο 21 εφαρμόζεται σε ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο παράγραφος 1 στοιχείο β).

🡻 2003/96/ΕΚ

Άρθρο 4

1.    Τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν τα κράτη μέλη στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 2 δεν μπορούν να είναι χαμηλότερα από τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

2.    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «επίπεδο φορολογίας» νοείται το σύνολο των εισπραττόμενων επιβαρύνσεων από όλους τους έμμεσους φόρους (εξαιρουμένου του ΦΠΑ) που υπολογίζονται άμεσα ή έμμεσα για την ποσότητα ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη στιγμή της παράδοσης προς κατανάλωση.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές, υπό φορολογικό έλεγχο, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και ότι οι εν λόγω συντελεστές συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

όταν οι διαφοροποιημένοι συντελεστές συνδέονται άμεσα με την ποιότητα του προϊόντος,

όταν οι διαφοροποιημένοι συντελεστές εξαρτώνται από ποσοτικά επίπεδα κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για θέρμανση,

για τις ακόλουθες χρήσεις: τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες (συμπεριλαμβανομένων των ταξί), αποκομιδή απορριμμάτων, ένοπλες δυνάμεις και δημόσια διοίκηση, πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, ασθενοφόρα,

μεταξύ επιχειρηματικής και μη επιχειρηματικής χρήσης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10.

 νέο

Άρθρο 5

1.    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, στην περίπτωση που στο παράρτημα I καθορίζονται ίσα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας σε σχέση με δεδομένη χρήση, καθορίζονται ίσα επίπεδα φορολογίας για προϊόντα που διατίθενται για την εν λόγω χρήση. Τα κράτη μέλη αναπαράγουν επίσης ανά πάσα στιγμή την κατάταξη των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που καθορίζεται στο παράρτημα I σε σχέση με τα διάφορα προϊόντα για κάθε δεδομένη χρήση.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, κάθε χρήση για την οποία προσδιορίζεται ελάχιστο επίπεδο φορολογίας, αντίστοιχα, στους πίνακες Α, Β και Γ του παραρτήματος I, θεωρείται ως ενιαία χρήση, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία.

Για τους σκοπούς της κατάταξης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η ηλεκτρική ενέργεια λαμβάνεται υπόψη μαζί με άλλα καύσιμα κίνησης και καύσιμα θέρμανσης που αναφέρονται στους πίνακες Β και Γ του παραρτήματος I, εκτός αν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ειδικό επίπεδο φορολογίας στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων, οπότε η ηλεκτρική ενέργεια λαμβάνεται υπόψη μαζί με τα καύσιμα κίνησης που αναφέρονται στον πίνακα Α του παραρτήματος I, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία.

Για τους σκοπούς του τρίτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, ως «ηλεκτρικό όχημα» νοείται το ηλεκτρικό όχημα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 της οδηγίας 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 47 .

2.    Τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία αναπροσαρμόζονται κάθε έτος, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2024, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή εξαιρουμένης της ενέργειας και των μη μεταποιημένων τροφίμων, όπως δημοσιεύεται από τη Eurostat. Τα ελάχιστα επίπεδα αναπροσαρμόζονται αυτομάτως, με αύξηση ή μείωση του βασικού ποσού σε ευρώ κατά την εκατοστιαία μεταβολή του εν λόγω δείκτη κατά τα τρία προηγούμενα ημερολογιακά έτη.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 29, για την τροποποίηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν τις απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είτε:

α)άμεσα·

β)με την εφαρμογή διαφοροποιημένου φορολογικού συντελεστή·

ή

γ)με την επιστροφή του συνόλου ή μέρους του φόρου που καταβλήθηκε.

Άρθρο 7

1.    Από την 1η Ιανουαρίου 2004 και από την 1η Ιανουαρίου 2010  2023  , τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζονται στα καύσιμα κινητήρων καθορίζονται σύμφωνα με  τον πίνακα Α του παραρτήματος I  το παράρτημα I πίνακας Α.

 νέο

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 2, όταν εφαρμόζεται μεταβατική περίοδος, όπως προβλέπεται στον πίνακα Α του παραρτήματος I, η αύξηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας καθορίζεται στο ένα δέκατο ετησίως έως την 1η Ιανουαρίου 2033. Για τα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που καθορίζεται για το πρώτο έτος της μεταβατικής περιόδου ισχύει έως την 1η Ιανουαρίου 2033.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2012, το Συμβούλιο, ενεργώντας ομόφωνα και αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποφασίζει, με βάση σχετική έκθεση και πρόταση της Επιτροπής, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για μια νέα περίοδο που θα αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2013.

2.    Τα κράτη μέλη δύνανται να διαφοροποιήσουν την εμπορική από τη μη εμπορική χρήση πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό υπό τον όρο ότι τηρούνται τα ελάχιστα κοινοτικά επίπεδα φορολογίας και ότι ο φορολογικός συντελεστής για το εμπορικό πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό δεν είναι κατώτερος από το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003, με την επιφύλαξη τυχόν σχετικών παρεκκλίσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

3.    Ως «εμπορικό πετρέλαιο εσωτερικής καύσης το οποίο χρησιμοποιείται ως προωθητικό» νοείται το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό για τους εξής σκοπούς:

α)τη μεταφορά εμπορευμάτων για λογαριασμό τρίτου, ή για ίδιο λογαριασμό, με μηχανοκίνητα οχήματα, ή συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για την οδική μεταφορά εμπορευμάτων και με μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 7,5 τόνων·

β)την, τακτική ή περιστασιακή, μεταφορά επιβατών με μηχανοκίνητο όχημα των κατηγοριών Μ2 ή Μ3, όπως ορίζονται στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους 48 .

4.    Παρά την παράγραφο 2, τα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν σύστημα διοδίων για τα μηχανοκίνητα οχήματα ή τους συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για την οδική μεταφορά εμπορευμάτων, δύνανται να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούν τα οχήματα αυτά ο οποίος θα είναι κατώτερος από το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003, εφόσον η συνολική φορολογική επιβάρυνση παραμένει γενικώς ισοδύναμη, εφόσον τηρούνται τα κοινοτικά ελάχιστα επίπεδα και εφόσον το εθνικό επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2003 για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό είναι τουλάχιστον κατά δύο φορές υψηλότερο από το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2004.

Άρθρο 8

1.    Από την 1η Ιανουαρίου 2004  2023  , παρά το άρθρο 7, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ορίζονται σύμφωνα με  τον πίνακα Β του παραρτήματος I  το παράρτημα I πίνακας Β.

 νέο

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 2, όταν εφαρμόζεται μεταβατική περίοδος, όπως προβλέπεται στον πίνακα Β του παραρτήματος I, η αύξηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας καθορίζεται στο ένα δέκατο ετησίως έως την 1η Ιανουαρίου 2033. Για τα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που καθορίζεται για το πρώτο έτος της μεταβατικής περιόδου ισχύει έως την 1η Ιανουαρίου 2033.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

2.    Το παρόν άρθρο  Η παράγραφος 1  έχει εφαρμογή στις ακόλουθες βιομηχανικές και εμπορικές χρήσεις:

α)για τη γεωργία, τις καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, τις ιχθυοκαλλιέργειες  υδατοκαλλιέργειες  και τη δασοκομία·

β)για τους κινητήρες σταθερής θέσης·

γ)για τον εξοπλισμό και τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται σε οικοδομές, έργα πολιτικού μηχανικού και δημόσια έργα·

δ)για τα οχήματα που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται εκτός δημοσίων οδών ή τα οποία δεν έχουν λάβει άδεια για κύρια χρήση στις δημόσιες οδούς.

Άρθρο 9

1.    Από την 1η Ιανουαρίου 2004  2023  , τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων θέρμανσης ορίζονται σύμφωνα με  τον πίνακα Γ του παραρτήματος I  το παράρτημα I πίνακας Γ.

 νέο

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 2, όταν εφαρμόζεται μεταβατική περίοδος, όπως προβλέπεται στον πίνακα Γ του παραρτήματος I, η αύξηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας καθορίζεται στο ένα δέκατο ετησίως έως την 1η Ιανουαρίου 2033. Για τα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, το ελάχιστο επίπεδο φορολογίας που καθορίζεται για το πρώτο έτος της μεταβατικής περιόδου ισχύει έως την 1η Ιανουαρίου 2033.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

2.    Τα κράτη μέλη τα οποία, την 1η Ιανουαρίου 2003, εξουσιοδοτούνται να επιβάλουν τέλος παρακολούθησης για το πετρέλαιο θέρμανσης, δύνανται να συνεχίσουν να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή κατά 10 ευρώ ανά 1000 λίτρα για το προϊόν αυτό. Η εξουσιοδότηση αυτή καταργείται την 1η Ιανουαρίου 2007 εάν το Συμβούλιο το αποφασίσει ομόφωνα, βάσει εκθέσεως και προτάσεως της Επιτροπής, αφού παρατηρήσει ότι το επίπεδο του μειωμένου συντελεστή είναι πολύ χαμηλό για να αποφευχθούν προβλήματα στρέβλωσης του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών.

Άρθρο 10

1.    Από την 1η Ιανουαρίου 2004  2023  , τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζονται σύμφωνα με  τον πίνακα Δ του παραρτήματος I  το παράρτημα I πίνακας Γ.

2.    Πέραν των ελαχίστων επιπέδων φορολογίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη θα έχουν την ευχέρεια να καθορίζουν την εφαρμοστέα φορολογική βάση εφόσον τηρούν την οδηγία 92/12/ΕΚ.

Άρθρο 11

1.    Στην παρούσα οδηγία, ως «επιχειρηματική χρήση» νοείται η χρήση από μια επιχείρηση, που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η οποία διενεργεί ανεξαρτήτως και οπουδήποτε την παροχή αγαθών και υπηρεσιών, όποιος και εάν είναι ο σκοπός ή τα αποτελέσματα αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων.

Οι οικονομικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνουν όλες τις δραστηριότητες παραγωγών, εμπόρων ή προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων και των εξορυκτικών και γεωργικών δραστηριοτήτων, και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελματιών.

Οι κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές και άλλα όργανα δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται ως επιχειρήσεις όσον αφορά τις δραστηριότητες ή τις συναλλαγές, τις οποίες αναλαμβάνουν υπό την ιδιότητά τους ως δημόσιων αρχών. Ωστόσο, όταν αναλαμβάνουν τέτοιες δραστηριότητες ή συναλλαγές θεωρούνται επιχειρήσεις για όλες τις δραστηριότητες ή συναλλαγές για τις οποίες η μη μεταχείρισή τους ως επιχειρήσεων θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού.

2.    Στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας η επιχείρηση δεν δύναται να νοηθεί ως μονάδα μικρότερη από ένα μέρος επιχείρησης ή νομικού προσώπου που, από οργανωτική άποψη, αποτελεί ανεξάρτητη επιχείρηση, δηλαδή μονάδα ικανή να λειτουργήσει αυτόνομα.

3.    Στην περίπτωση μικτών χρήσεων, η φορολογία εφαρμόζεται αναλογικά με το κάθε είδος χρήσης, ενώ όταν η επιχειρηματική ή μη επιχειρηματική χρήση είναι αμελητέα, δύναται να θεωρηθεί ως μηδενική.

4.    Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής του μειωμένου επιπέδου φορολογίας για επιχειρηματική χρήση.

Άρθρο 1211

1.    Τα κράτη μέλη μπορούν να εκφράζουν τα εθνικά επίπεδα φορολογίας σε άλλες μονάδες από εκείνες που ορίζονται στα άρθρα 7 έως 10, υπό την προϋπόθεση ότι τα αντίστοιχα επίπεδα φορολογίας, μετά τη μετατροπή στις μονάδες αυτές, δεν θα είναι κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

2.    Για τα ενεργειακά προϊόντα των άρθρων 7, 8 και 9, με επίπεδα φορολογίας που βασίζονται σε όγκους,  Όταν εφαρμόζονται μονάδες μέτρησης όγκου,  ο όγκος μετράται σε θερμοκρασία 15 °C.

Άρθρο 1312

1.    Στα κράτη τα οποία δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ, η ισοτιμία του ευρώ με τα εθνικά νομίσματα βάσει της οποίας υπολογίζεται το ύψος των επιπέδων φορολογίας ορίζεται ετησίως. Οι εφαρμοζόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι εκείνες που ανακοινώνονται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Οκτωβρίου και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισχύουν δε από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου ημερολογιακού έτους.

2.    Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν το ύψος της φορολογίας που ισχύει κατά την ετήσια αναπροσαρμογή που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εάν η μετατροπή του ύψους του επιπέδου φορολογίας εκφρασμένου σε ευρώ συνεπάγεται αύξηση του επιπέδου φορολογίας, εκφρασμένου στο εθνικό νόμισμα, μικρότερη από 5 % ή 5 ευρώEUR, οποιοδήποτε ποσό είναι μικρότερο.

 νέο

Άρθρο 13

1.    Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν από τη φορολόγηση υπό φορολογικό έλεγχο τα ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

2.    Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν, για λόγους περιβαλλοντικής πολιτικής, να επιβάλλουν στα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 φορολογία χωρίς να υποχρεούνται να τηρούν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζει η παρούσα οδηγία. Στην περίπτωση αυτή, η φορολογία αυτών των προϊόντων δεν αναπαράγει την κατάταξη μεταξύ των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που καθορίζονται στο παράρτημα I και δεν λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της τήρησης του ελαχίστου επιπέδου φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας που καθορίζεται στο άρθρο 10.

🡻 2003/96/ΕΚ

Άρθρο 14

1.    Εκτός από τις γενικές διατάξεις που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ σχετικά με τις απαλλασσόμενες χρήσεις των φορολογητέων προϊόντων και με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, τα κράτη μέλη απαλλάσσουν τα ακόλουθα προϊόντα από τη φορολογία, υπό τις προϋποθέσεις που θα ορίσουν προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή και απρόσκοπτη εφαρμογή των απαλλαγών αυτών και να αποφευχθεί η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή ή η κατάχρηση:

α)ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν, για λόγους περιβαλλοντικής πολιτικής, να επιβάλουν στα προϊόντα αυτά φορολογία χωρίς να υποχρεούνται να τηρούν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που θεσπίζει η παρούσα οδηγία. Στην περίπτωση αυτή, η φορολογία αυτών των προϊόντων δεν λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της τήρησης του ελαχίστου επιπέδου φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας που καθορίζεται στο άρθρο 10·

β)ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τις αεροπορικές μεταφορές εκτός των ιδιωτικών πτήσεων αναψυχής.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο το χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής αυτής της απαλλαγής στις προμήθειες καυσίμου αεριωθουμένων (κωδικός 27101921 της ΣΟ)·

γ)ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τη ναυσιπλοα στα ύδατα της Κοινότητας (συμπεριλαμβανομένης της αλιείας), εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «ιδιωτικά σκάφη αναψυχής» νοούνται οποιαδήποτε σκάφη που χρησιμοποιούνται από τον ιδιοκτήτη τους ή από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο τα χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημόσιων αρχών.

2.    Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής των απαλλαγών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), στις διεθνείς και ενδοκοινοτικές μεταφορές. Επιπλέον, εάν ένα κράτος μέλος έχει συνάψει διμερή συμφωνία με άλλο κράτος μέλος, μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπονται από την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ). Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν επίπεδο φορολογίας χαμηλότερο από το ελάχιστο επίπεδο που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία.

 νέο

Άρθρο 14

1.    Με την επιφύλαξη διεθνών υποχρεώσεων και του άρθρου 5 της παρούσας οδηγίας, όπως εφαρμόζεται για ενιαία χρήση στην αεροναυτιλία εντός ΕΕ πτήσεων εκτός των επιχειρηματικών πτήσεων και πτήσεων αναψυχής, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν, υπό φορολογικό έλεγχο, τουλάχιστον τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία στα ενεργειακά προϊόντα που παραδίδονται προς χρήση ως καύσιμα σε αεροσκάφη και στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται απευθείας για τη φόρτιση ηλεκτρικών αεροσκαφών, για τους σκοπούς της αεροναυτιλίας εντός ΕΕ των εν λόγω πτήσεων.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η ηλεκτρική ενέργεια κατατάσσεται μεταξύ των καυσίμων κίνησης που αναφέρονται στον πίνακα Α του παραρτήματος I.

Τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αρχίζουν από το μηδέν και αυξάνονται κάθε έτος κατά το ένα δέκατο των τελικών ελάχιστων συντελεστών που ορίζονται στους πίνακες Α και Δ του παραρτήματος I, εντός μεταβατικής περιόδου δέκα ετών. Κατά την εν λόγω μεταβατική περίοδο των δέκα ετών εφαρμόζεται μηδενικός ελάχιστος συντελεστής στα βιώσιμα βιοκαύσιμα και το βιώσιμο βιοαέριο, στα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, στα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης, στα προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα και στο προηγμένο βιώσιμο βιοαέριο, καθώς και στην ηλεκτρική ενέργεια.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «αεροναυτιλία εντός ΕΕ» νοούνται πτήσεις μεταξύ δύο αερολιμένων που βρίσκονται στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των πτήσεων εσωτερικού.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές» νοείται η εκμετάλλευση ή χρήση αεροσκαφών από εταιρείες ή άτομα με σκοπό τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων στο πλαίσιο διεξαγωγής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, χωρίς πρόσβαση για το κοινό εν γένει και με κυβερνήτες πρόσωπα που έχουν τουλάχιστον έγκυρη άδεια εμπορικού κυβερνήτη και διαθέτουν ειδικότητα πτήσης με όργανα.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «πτήσεις αναψυχής» νοείται η χρήση αεροσκάφους για προσωπικούς ή ψυχαγωγικούς σκοπούς που δεν συνδέονται με επιχειρηματική ή επαγγελματική χρήση.

2.    Απαλλάσσονται τα ενεργειακά προϊόντα που παραδίδονται προς χρήση ως καύσιμα σε αεροσκάφη και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται απευθείας για τη φόρτιση ηλεκτρικών αεροσκαφών, για τους σκοπούς της αεροναυτιλίας αποκλειστικά εμπορευματικών πτήσεων εντός ΕΕ.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο φορολογίας που καθορίζεται στην παράγραφο 1 σε αποκλειστικά εμπορευματικές πτήσεις εσωτερικού οι οποίες αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Όταν ένα κράτος μέλος έχει συνάψει συμφωνία με ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, μπορεί επίσης να εφαρμόζει το ίδιο επίπεδο φορολογίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 στην αεροναυτιλία εντός ΕΕ αποκλειστικά εμπορευματικών πτήσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «αποκλειστικά εμπορευματική πτήση» νοείται η προγραμματισμένη ή μη προγραμματισμένη αεροπορική υπηρεσία που εκτελείται από αεροσκάφος το οποίο μεταφέρει φορτία επί πληρωμή πλην των επιβατών επί πληρωμή, εξαιρουμένων των πτήσεων που μεταφέρουν έναν ή περισσότερους επιβάτες επί πληρωμή και των πτήσεων που αναγράφονται σε δημοσιευμένους πίνακες δρομολογίων ως ανοικτές για επιβάτες.

3.    Με την επιφύλαξη διεθνών υποχρεώσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν ή να εφαρμόζουν τα ίδια επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζονται για την αεροναυτιλία εντός ΕΕ στην αεροναυτιλία εκτός ΕΕ, ανάλογα με τον τύπο της πτήσης.

4.    Τα καύσιμα κίνησης που χρησιμοποιούνται στον τομέα της κατασκευής, της ανάπτυξης, της δοκιμής και της συντήρησης αεροσκαφών υπόκεινται στο επίπεδο φορολογίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

5.    Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν, υπό φορολογικό έλεγχο, πλήρεις ή μερικές απαλλαγές για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε σταθμευμένα αεροσκάφη.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, ως «παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε σταθμευμένα αεροσκάφη» νοείται η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω τυποποιημένης σταθερής ή κινητής διεπαφής σε αεροσκάφη όταν είναι σταθμευμένα στην πύλη ή σε εξωτερική θέση αερολιμένα.

Άρθρο 15

1.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 5, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν, για ενιαία χρήση, υπό φορολογικό έλεγχο, τουλάχιστον τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στους πίνακες Β και Δ του παραρτήματος Ι στα ενεργειακά προϊόντα που παραδίδονται για χρήση ως καύσιμα σε πλοία, και στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται απευθείας για τη φόρτιση ηλεκτρικών πλοίων, για τους σκοπούς των τακτικών γραμμών ναυσιπλοΐας, της αλιείας και των εμπορευματικών μεταφορών εντός ΕΕ.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η ηλεκτρική ενέργεια κατατάσσεται μεταξύ των καυσίμων κίνησης που αναφέρονται στον πίνακα Β του παραρτήματος I.

Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου δέκα ετών εφαρμόζονται μηδενικοί ελάχιστοι συντελεστές στα βιώσιμα βιοκαύσιμα και το βιώσιμο βιοαέριο, στα καύσιμα χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, στα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης, στα προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα και στο προηγμένο βιώσιμο βιοαέριο, καθώς και στην ηλεκτρική ενέργεια.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «θαλάσσια ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ» νοείται η ναυσιπλοΐα μεταξύ δύο λιμένων που βρίσκονται στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής ναυσιπλοΐας.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «τακτική γραμμή» νοείται σειρά διαπλεύσεων επιβατηγού πλοίου ro-ro ή ταχύπλοου επιβατηγού σκάφους οι οποίες εκτελούνται κατά τρόπο ώστε να εξυπηρετείται η συγκοινωνία μεταξύ των ίδιων δύο ή περισσοτέρων λιμένων, ή σειρά δρομολογίων από και προς τον ίδιο λιμένα χωρίς ενδιάμεσες προσεγγίσεις, είτε: σύμφωνα με δημοσιευμένο πρόγραμμα δρομολογίων είτε με διαπλεύσεις τόσο τακτικές ή συχνές ώστε να αποτελούν αναγνωρίσιμη συστηματική σειρά.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «εμπορευματική μεταφορά» νοείται η προγραμματισμένη ή μη προγραμματισμένη υπηρεσία που εκτελείται από πλοίο το οποίο μεταφέρει φορτία επί πληρωμή πλην των επιβατών επί πληρωμή, εξαιρουμένων των δρομολογίων που μεταφέρουν έναν ή περισσότερους επιβάτες επί πληρωμή και των δρομολογίων που αναγράφονται σε δημοσιευμένους πίνακες δρομολογίων ως ανοικτές για επιβάτες.

2.    Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν ή να εφαρμόζουν τα ίδια επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζονται για τη θαλάσσια ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ στη θαλάσσια ναυσιπλοΐα εκτός ΕΕ, ανάλογα με τον τύπο της δραστηριότητας.

3.    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στη φορολογία που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται στον τομέα της κατασκευής, της ανάπτυξης, της δοκιμής και της συντήρησης πλοίων, καθώς και τα καύσιμα κίνησης και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για εργασίες βυθοκόρησης πλωτών οδών και λιμένων.

4.    Απαλλάσσεται από τη φορολόγηση η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί του πλοίου.

5.    Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν, υπό φορολογικό έλεγχο, πλήρεις ή μερικές απαλλαγές για την ηλεκτρική ενέργεια που παρέχεται απευθείας σε ελλιμενισμένα πλοία.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 1516

1.    Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών  ενωσιακών  διατάξεων, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν, υπό φορολογικό έλεγχο, πλήρεις ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις του επιπέδου φορολογίας:

α)στα φορολογητέα προϊόντα που χρησιμοποιούνται υπό φορολογικό έλεγχο στον τομέα των προτύπων σχεδίων για την τεχνολογική ανάπτυξη φιλικότερων προς το περιβάλλον προϊόντων ή που αφορούν καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές·

β)στην ηλεκτρική ενέργεια

με ηλιακή, αιολική, κυματογενή, παλιρροιακή ή γεωθερμική προέλευση,

με υδραυλική προέλευση που παράγεται σε υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις,

που παράγεται από  βιώσιμη  βιομάζα ή από προϊόντα που παράγονται από  βιώσιμη  βιομάζα,

που παράγεται από μεθάνιο που εκλύεται από εγκαταλελειμμένα ανθρακωρυχεία,

που παράγεται από στοιχεία καυσίμου·

 νέο

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιστρέφουν στον παραγωγό ένα μέρος ή το σύνολο του ποσού του φόρου που καταβάλλει ο καταναλωτής για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τα προϊόντα που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο.

🡻 2003/96/ΕΚ

 νέο

γ)στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας·

δγ)στην ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τη συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, υπό τον όρο ότι  η συμπαραγωγή από  οιτους σταθμοίύς συμπαραγωγής είναι φιλικοί προς το περιβάλλον  είναι συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 34 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.  Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν εθνικούς ορισμούς της «φιλικής προς περιβάλλον» (ή υψηλής αποδοτικότητας) συνδυασμένης παραγωγής ενέργειας έως ότου το Συμβούλιο, βάσει εκθέσεως και προτάσεως της Επιτροπής, εγκρίνει ομόφωνα ένα κοινό ορισμό·

 νέο

δ)στα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης, στα προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα, στα βιορευστά, στο βιοαέριο και στα προηγμένα βιώσιμα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402·

ε)στα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2705 της συνδυασμένης ονοματολογίας και χρησιμοποιούνται για θέρμανση.

🡻 2003/96/ΕΚ

ε)στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών, σιδηροδρομικώς, με μετρό, με τραμ και με τρόλεϊ·

στ)στα ενεργειακά προϊόντα που διατίθενται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα στη ναυσιπλοα σε εσωτερικές πλωτές οδούς (συμπεριλαμβανομένης της αλιείας), εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησής τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής, και στην ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής·

ζ)στο φυσικό αέριο, σε κράτη μέλη όπου το μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας κατά το 2000 ήταν μικρότερο από 15 %.

Οι ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις μπορούν να εφαρμόζονται για μέγιστο διάστημα δέκα ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας ή μέχρις ότου το εθνικό μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας φθάσει το 25 %, όποιο από τα δύο συμβεί νωρίτερα. Ωστόσο, όταν το εθνικό μερίδιο του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας φθάσει το 20 %, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα εφαρμόζουν αυστηρά θετικό επίπεδο φορολογίας, το οποίο θα αυξάνεται ετησίως προκειμένου να φθάσει τουλάχιστον τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή στο τέλος της προαναφερόμενης περιόδου.

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας δύναται να εφαρμόζει, χωριστά για τη Βόρειο Ιρλανδία ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για το φυσικό αέριο·

η)στην ηλεκτρική ενέργεια, το φυσικό αέριο, τον άνθρακα και τα στερεά καύσιμα για οικιακή χρήση ή/και για οργανισμούς αναγνωρισμένους ως φιλανθρωπικούς από το οικείο κράτος μέλος. Στην περίπτωση τέτοιων φιλανθρωπικών οργανισμών, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την απαλλαγή ή τη μείωση για μη επιχειρηματικές δραστηριότητες. Όταν γίνεται μικτή χρήση, η φορολογία επιβάλλεται ανάλογα με το κάθε είδος χρήσης. Εάν μια χρήση είναι αμελητέα δύναται να θεωρηθεί μηδενική·

θ)στο φυσικό αέριο, και το υγραέριο που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό·

ι)στα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται στον τομέα της κατασκευής, της ανάπτυξης, της δοκιμής και συντήρησης αεροσκαφών και πλοίων·

ια)στα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται στις εργασίες βυθοκόρησης πλωτών οδών και λιμένων·

ιβ)στα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2705 της συνδυασμένης ονοματολογίας και χρησιμοποιούνται για θέρμανση.

2.    Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιστρέφουν στον παραγωγό ένα μέρος ή το σύνολο του ποσού του φόρου που καταβάλλει ο καταναλωτής για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τα προϊόντα που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

3.    Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μηδενικό επίπεδο φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται στη γεωργία, τις καλλιέργειες οπωροκηπευτικών, τις ιχθυοκαλλιέργειες και τη δασοκομία.

Βάσει προτάσεως της Επιτροπής, το Συμβούλιο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2008 εξετάζει εάν είναι δυνατόν να ανακληθεί η δυνατότητα εφαρμογής μηδενικού επιπέδου φορολογίας.

Άρθρο 16

1.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν απαλλαγή ή μειωμένο φορολογικό συντελεστή, υπό φορολογικό έλεγχο, στα φορολογητέα προϊόντα που προβλέπονται στο άρθρο 2 όταν αυτά αποτελούνται από ή περιέχουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα προϊόντα:

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1507 έως 1518,

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 38249955 και 38249980, 38249985, 38249986, 38249992 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 38249993, 38249996 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 38260010 και 38260090 για τα συστατικά τους που παράγονται από βιομάζα,

προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 22072000 και 29051100 και δεν παράγονται με συνθετικό τρόπο,

προϊόντα που παράγονται από βιομάζα, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν μειωμένο φορολογικό συντελεστή υπό φορολογικό έλεγχο, στα φορολογητέα προϊόντα που προβλέπονται στο άρθρο 2 όταν τα προϊόντα αυτά περιέχουν νερό (κωδικοί ΣΟ 2201 και 28539010).

Ως «βιομάζα» νοείται το βιοαποικοδομήσιμο τμήμα των προϊόντων, απορριμμάτων και καταλοίπων από τη γεωργία (που περιέχουν φυτικές και ζωικές ουσίες), τη δασοκομία και τις συναφείς βιομηχανίες, καθώς και το βιοαποικοδομήσιμο τμήμα των βιομηχανικών και αστικών απορριμμάτων και καταλοίπων.

2.    Η απαλλαγή ή η μείωση της φορολογίας που προκύπτει από την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να μην υπερβαίνει το ποσό του φόρου που πρέπει να καταβληθεί για τον όγκο των προϊόντων της παραγράφου 1 ο οποίος περιέχεται στα προϊόντα τα οποία μπορούν να τύχουν της εν λόγω μείωσης.

Τα επίπεδα φορολογίας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη στα προϊόντα που αποτελούνται από ή περιέχουν τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να είναι χαμηλότερα από τα ελάχιστα επίπεδα που προβλέπονται στο άρθρο 4.

3.    Η απαλλαγή ή η μείωση της φορολογίας που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη προσαρμόζεται ώστε να ληφθούν υπόψη οι διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών, προκειμένου να αποφευχθεί η υπεραντιστάθμιση των πρόσθετων δαπανών που συνδέονται με την παραγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.    Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003, τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν ή να εξακολουθούν να απαλλάσσουν προϊόντα τα οποία αποτελούνται αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά από τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5.    Η απαλλαγή ή η μείωση που προβλέπεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να χορηγηθεί στο πλαίσιο ενός πολυετούς προγράμματος, με άδεια που εκδίδει μια διοικητική αρχή σε ένα οικονομικό φορέα για περίοδο μεγαλύτερη από ένα ημερολογιακό έτος. Η απαλλαγή ή η μείωση για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια δεν μπορεί να υπερβαίνει τα έξι συνεχή έτη. Το διάστημα αυτό μπορεί να παραταθεί.

Στο πλαίσιο πολυετούς προγράμματος που εγκρίθηκε από διοικητική αρχή πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2012, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν την απαλλαγή ή τη μείωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2012 και μέχρι τη λήξη του πολυετούς προγράμματος. Το διάστημα αυτό δεν μπορεί να παραταθεί.

6.    Εάν η κοινοτική νομοθεσία απαιτεί να συμμορφωθούν τα κράτη μέλη με νομικώς δεσμευτικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη διάθεση στις αγορές τους ενός ελαχίστου ποσοστού των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι παράγραφοι 1 έως 5 του παρόντος άρθρου παύουν να ισχύουν από την ημερομηνία κατά την οποία οι υποχρεώσεις αυτές καθίστανται υποχρεωτικές για τα κράτη μέλη.

7.    Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2004, και στη συνέχεια ανά έτος, τον κατάλογο των φορολογικών απαλλαγών ή μειώσεων που εφαρμόζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

8.    Το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τις φορολογικές, οικονομικές, γεωργικές, ενεργειακές, βιομηχανικές και περιβαλλοντικές πτυχές των μειώσεων που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 νέο

Άρθρο 17

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5, όπως εφαρμόζεται για ενιαίες χρήσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν, υπό φορολογικό έλεγχο:

α)    μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας, οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στους πίνακες Γ και Δ του παραρτήματος I, στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού, με την επιφύλαξη του άρθρου 13·

β)    μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας, οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στους πίνακες Β και Δ του παραρτήματος I, στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών σιδηροδρομικώς, με μετρό, με τραμ και με τρόλεϊ, καθώς και για τις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες, την αποκομιδή απορριμμάτων, τις ένοπλες δυνάμεις και τη δημόσια διοίκηση, τα άτομα με αναπηρία και τα ασθενοφόρα·

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), η ηλεκτρική ενέργεια κατατάσσεται μεταξύ των καυσίμων κίνησης που αναφέρονται στον πίνακα Β του παραρτήματος Ι·

γ)    μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας, οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στους πίνακες Γ και Δ του παραρτήματος I, στα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης και στην ηλεκτρική ενέργεια εφόσον χρησιμοποιούνται από νοικοκυριά και/ή οργανισμούς αναγνωρισμένους ως φιλανθρωπικούς από το οικείο κράτος μέλος. Στην περίπτωση τέτοιων φιλανθρωπικών οργανισμών, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη μείωση στις χρήσεις για μη επιχειρηματικές δραστηριότητες. Όταν γίνεται μεικτή χρήση, η φορολογία εφαρμόζεται ανάλογα με το κάθε είδος χρήσης. Αν μια χρήση είναι αμελητέα μπορεί να θεωρηθεί μηδενική.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), τα ελάχιστα όρια φορολογίας που ορίζονται στους πίνακες Γ και Δ του παραρτήματος I αρχίζουν από το μηδέν και αυξάνονται κάθε έτος, εντός μεταβατικής περιόδου δέκα ετών, κατά το ένα δέκατο των τελικών ελάχιστων συντελεστών.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), τα ενεργειακά προϊόντα και η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται από νοικοκυριά αναγνωρισμένα ως ευάλωτα είναι δυνατό να απαλλάσσονται για μέγιστη περίοδο δέκα ετών μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «ευάλωτα νοικοκυριά» νοούνται τα νοικοκυριά που επηρεάζονται σημαντικά από τις επιπτώσεις της παρούσας οδηγίας, που σημαίνει, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ότι βρίσκονται κάτω από το όριο του «κινδύνου φτώχειας», το οποίο ορίζεται ως το 60 % του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος.

δ)    μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας, οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στους πίνακες Γ και Δ του παραρτήματος I, στα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και στην ηλεκτρική ενέργεια, που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, στις καλλιέργειες κηπευτικών ή στις υδατοκαλλιέργειες, καθώς και στη δασοκομία.

🡻 2003/96/ΕΚ

 νέο

Άρθρο 1718

1.    Εφόσον τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία τηρούνται κατά μέσον όρο για κάθε επιχείρηση,  Με την επιφύλαξη του άρθρου 5, όπως εφαρμόζεται για ενιαία χρήση, τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν φορολογικές μειώσεις  , οι οποίες δεν είναι χαμηλότερες από τα σχετικά ελάχιστα όρια που παρατίθενται στους πίνακες Β, Γ και Δ του παραρτήματος I,  για την κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται για θέρμανση ή για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ), και ηλεκτρικής ενέργειας στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)υπέρ των ενεργοβόρων επιχειρήσεων.

Ως «ενεργοβόρος επιχείρηση» νοείται η επιχείρηση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19, στην οποία είτε η αγορά ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας ανέρχεται τουλάχιστον στο 3,0 % της αξίας παραγωγής, είτε ο καταβλητέος εθνικός ενεργειακός φόρος ανέρχεται τουλάχιστον στο 0,5 % της προστιθέμενης αξίας. Στο πλαίσιο του ορισμού αυτού, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν πιο περιοριστικές έννοιες, συμπεριλαμβανομένων των ορισμών της αξίας των πωλήσεων, της επεξεργασίας και του κλάδου δραστηριοτήτων.

Ως «αγορά ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται το τρέχον κόστος της ενέργειας που αγοράζεται ή παράγεται στο πλαίσιο της επιχείρησης. Συμπεριλαμβάνονται μόνον η ηλεκτρική ενέργεια, η θερμότητα και τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση ή για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ). Περιλαμβάνονται όλοι οι φόροι εκτός από τον εκπιπτόμενο ΦΠΑ.

Ως «αξία παραγωγής» νοείται ο κύκλος εργασιών, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων που συνδέονται άμεσα με την τιμή του προϊόντος, προστιθέμενων ή αφαιρούμενων των μεταβολών στα αποθέματα των τελικών προϊόντων, των υπό επεξεργασία προϊόντων και των αγαθών ή υπηρεσιών που αγοράζονται με σκοπό τη μεταπώληση, αφού αφαιρεθούν οι αγορές αγαθών και υπηρεσιών προς μεταπώληση.

Ως «προστιθέμενη αξία» νοείται συνολικός κύκλος εργασιών που υπόκειται στον ΦΠΑ συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών αφαιρουμένου του συνόλου των αγορών που υπόκεινται στον ΦΠΑ συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών.

🡻 2003/96/ΕΚ

 νέο

Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν επί του παρόντος εθνικά συστήματα φορολογίας της ενέργειας στα οποία οι ενεργειοβόρες επιχειρήσεις ορίζονται με άλλα κριτήρια εκτός από το κόστος της ενέργειας σε συνάρτηση με την αξία παραγωγής και τον καταβλητέο εθνικό ενεργειακό φόρο σε συνάρτηση με την προστιθέμενη αξία, θα έχουν στη διάθεσή τους μεταβατική περίοδο το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 προκειμένου να προσαρμοστούν στον ορισμό του σημείου α) πρώτο εδάφιο·

β)όταν συνάπτονται συμφωνίες με επιχειρήσεις  επιχειρηματικές οντότητες, όπως αναφέρονται στο άρθρο 19,  ή ενώσεις επιχειρήσεων  τέτοιων επιχειρηματικών οντοτήτων  ή όταν εφαρμόζονται συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή ισοδύναμοι διακανονισμοί  ισοδύναμα μέτρα  , εφόσον αποσκοπούν στη επίτευξη στόχων προστασίας του περιβάλλοντος ή στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας.

 νέο

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, ως «συστήματα εμπορεύσιμων αδειών» νοούνται τα συστήματα εμπορεύσιμων αδειών πλην του καθεστώτος της Ένωσης κατά την έννοια της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  49 .

🡻 2003/96/ΕΚ

2.    Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν μηδενικό επίπεδο φορολογίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, όταν χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρους επιχειρήσεις όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.    Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν επίπεδο φορολογίας έως και κατά 50 % κατώτερα των ελαχίστων επιπέδων της παρούσας οδηγίας στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια, όπως ορίζονται στο άρθρο 2, όταν χρησιμοποιούνται από επιχειρήσεις κατά τον ορισμό του άρθρου 11 που δεν είναι ενεργειοβόρες κατά τον ορισμό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

4.    Οι επιχειρήσεις οι οποίες ωφελούνται από τις δυνατότητες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 συνάπτουν συμφωνίες, συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή ισοδύναμους διακανονισμούς, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β). Οι συμφωνίες, τα συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή οι ισοδύναμοι διακανονισμοί πρέπει να αποσκοπούν στην επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων ή αυξημένης ενεργειακής αποδοτικότητας, το αποτέλεσμα των οποίων να ισοδυναμεί με το αποτέλεσμα που θα είχε επιτευχθεί εάν είχαν τηρηθεί οι συνήθεις ελάχιστοι κοινοτικοί συντελεστές.

Άρθρο 18

1.    Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη που ορίζονται στο παράρτημα II εξουσιοδοτούνται να εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις μειώσεις στα επίπεδα φορολογίας ή τις απαλλαγές που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Με την επιφύλαξη ότι το ζήτημα θα επανεξεταστεί προηγουμένως από το Συμβούλιο, βάσει προτάσεως της Επιτροπής, η εξουσιοδότηση αυτή λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2006 ή κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ.

2.    Παρά τις περιόδους που αναφέρονται στις παραγράφους 3 έως 13 και υπό τον όρο ότι αυτό δεν δημιουργεί σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, στα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την εφαρμογή των νέων ελαχίστων επιπέδων φορολογίας θα παρέχεται μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως προκειμένου να μην διαταραχθεί η σταθερότητα των τιμών.

3.    Το Βασίλειο της Ισπανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο ειδικός αυτός μειωμένος φορολογικός συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008 δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

4.    Η Δημοκρατία της Αυστρίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

5.    Το Βασίλειο του Βελγίου δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2007 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012 δύναται να εφαρμόζει διαφοροποιημένο συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

6.    Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει ειδικό μειωμένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 272 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

7.    Η Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει, για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλίσκονται στην αυτόνομη περιοχή των Αζόρων και της Μαδέρας, επίπεδα φορολογίας κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, προκειμένου να αντισταθμίσει το κόστος μεταφοράς που οφείλεται στον νησιωτικό και διασκορπισμένο χαρακτήρα αυτών των περιοχών.

H Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φθάσει το επίπεδο των 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 272 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο διαφοροποιημένος συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008 δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

Η Πορτογαλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας έως την 1η Ιανουαρίου 2010.

8.    Η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει επίπεδα φορολογίας μέχρι 22 ευρώ ανά 1000 λίτρα κατώτερα από τα ελάχιστα επίπεδα που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό και για τη βενζίνη που χρησιμοποιείται στους νομούς Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσων και Κυκλάδων και στα ακόλουθα νησιά του Αιγαίου: Θάσος, Βόρειες Σποράδες, Σαμοθράκη και Σκύρος.

Η Ελληνική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 προκειμένου να μετατραπεί το ισχύον σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας βάσει του προκαταβαλλόμενου φόρου σε σύστημα φορολογίας βάσει του εκ των υστέρων καταβαλλόμενου φόρου, και προκειμένου να επιτευχθεί το νέο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας για τη βενζίνη.

Η Ελληνική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό προς το νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα, και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να φτάσει τα 330 ευρώ. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 264 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2003. Από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Ιανουαρίου 2012, δύναται επίσης να εφαρμόζει διαφοροποιημένο φορολογικό συντελεστή για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό, υπό τον όρο ότι αυτό δεν συνεπάγεται φορολογία κατώτερη των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και ότι δεν μειώνονται τα εθνικά επίπεδα φορολογίας που ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010. Ο διαφοροποιημένος συντελεστής για την εμπορική χρήση του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό μπορεί επίσης να εφαρμοστεί για τα ταξί έως την 1η Ιανουαρίου 2012. Αναφορικά με το άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α), έως την 1η Ιανουαρίου 2008 δύναται, για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών, να εφαρμόζει μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων.

9.    Η Ιρλανδία μπορεί να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

10.    Η Γαλλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει έως την 1η Ιανουαρίου 2009 ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούν οι κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές ή άλλοι φορείς δημοσίου δικαίου, στο πλαίσιο δραστηριοτήτων ή συναλλαγών στις οποίες συμμετέχουν ως δημόσιες αρχές.

Η Γαλλική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του ισχύοντος συστήματός της για την φορολογία της ηλεκτρικής ενέργειας προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Κατά την περίοδο αυτήν, για την εκτίμηση της τήρησης των ελαχίστων συντελεστών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία λαμβάνεται υπόψη το συνολικό μέσο επίπεδο της τρέχουσας τοπικής φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας.

11.    Η Ιταλική Δημοκρατία μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 3,5 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

12.    Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ίσο ή ανώτερο των 12 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

13.    Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών μπορεί να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2008, μέγιστο επιτρεπόμενο μικτό βάρος ανώτερο των 12 τόνων για τον ορισμό των εμπορικών σκοπών όπως δίδεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α).

14.    Κατά τις καθορισθείσες μεταβατικές περιόδους, τα κράτη μέλη μειώνουν προοδευτικώς τις αντίστοιχες διαφορές τους από τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Όταν ωστόσο η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελαχίστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του ελαχίστου αυτού επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να αναμείνει έως το τέλος της περιόδου προκειμένου να προσαρμόσει το εθνικό του επίπεδο.

 νέο

Άρθρο 19

1.    Για τους σκοπούς του άρθρου 18, ως «επιχειρηματική οντότητα» νοείται η οντότητα, που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η οποία διενεργεί ανεξαρτήτως και οπουδήποτε την παράδοση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, όποιος και αν είναι ο σκοπός ή τα αποτελέσματα αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων.

Οι οικονομικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνουν όλες τις δραστηριότητες παραγωγών, εμπόρων ή προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων και των εξορυκτικών και γεωργικών δραστηριοτήτων, καθώς και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελματιών.

Οι κρατικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές και άλλα όργανα δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται ως επιχειρήσεις όσον αφορά τις δραστηριότητες ή τις συναλλαγές, τις οποίες αναλαμβάνουν υπό την ιδιότητά τους ως δημόσιων αρχών. Ωστόσο, όταν αναλαμβάνουν τέτοιες δραστηριότητες ή συναλλαγές θεωρούνται επιχειρηματικές οντότητες όσον αφορά τις εν λόγω δραστηριότητες ή συναλλαγές για τις οποίες η μη μεταχείρισή τους ως επιχειρηματικών οντοτήτων θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού.

2.    Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η επιχειρηματική οντότητα δεν μπορεί να νοηθεί ως μονάδα μικρότερη από ένα μέρος επιχείρησης ή νομικού προσώπου που, από οργανωτική άποψη, αποτελεί ανεξάρτητη επιχείρηση, δηλαδή οντότητα ικανή να λειτουργήσει αυτόνομα.

🡻 2004/74/ΕΚ άρθρο 1 σημείο 2, όπως τροποποιήθηκε με διορθωτικό, ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 26

Άρθρο 18α

1.    Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη που ορίζονται στο παράρτημα III εξουσιοδοτούνται να εφαρμόζουν τις μειώσεις στα επίπεδα φορολογίας ή τις απαλλαγές που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Κατόπιν προηγούμενης εξέτασης από το Συμβούλιο, βάσει πρότασης της Επιτροπής, η παρούσα άδεια εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2006 ή κατά την ημερομηνία που ορίζεται στο παράρτημα III.

2.    Παρά τις περιόδους που ορίζονται στις παραγράφους 3 έως 11 και εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, παρέχεται στα κράτη μέλη τα οποία αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή των νέων ελαχίστων επιπέδων φορολογίας μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως προκειμένου να μην διαταραχθεί η σταθερότητα των τιμών.

3.    Η Τσεχική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόζει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις στο επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας, των στερεών καυσίμων και του φυσικού αερίου, έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

4.    Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 330 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου ντίζελ που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στην αμόλυβδη βενζίνη που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόζει ολική φοροαπαλλαγή του ασφαλτούχου σχιστόλιθου έως την 1η Ιανουαρίου 2009. Επιπλέον, δύναται να εφαρμόζει, έως την 1η Ιανουαρίου 2013, μειωμένο συντελεστή στο επίπεδο φορολογίας του ασφαλτούχου σχιστόλιθου, εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε φορολογία κατώτερη του 50 % του αντίστοιχου ελάχιστου κοινοτικού συντελεστή από την 1η Ιανουαρίου 2011.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του ασφαλτούχου σχιστόλιθου που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Εσθονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για τη μετατροπή του σημερινού της συστήματος φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στην παραγωγή, σε σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στην κατανάλωση.

5.    Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2013, ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και κατώτερο από 323 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010, ώστε να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας στα συναφή ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Λεττονίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα στα σχετικά ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

6.    Η Δημοκρατία της Λιθουανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2013 ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Λιθουανίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2011 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 ούτε κατώτερο από 323 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

7.    Η Δημοκρατία της Ουγγαρίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιούνται για τηλεθέρμανση, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας.

8.    Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, τα επίπεδα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορεί να είναι κατώτερα από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στα ελάχιστα επίπεδα των 330 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στην αμόλυβδη και στην μολυβδούχο βενζίνη που χρησιμοποιούνται ως προωθητικό στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης και της μολυβδούχου βενζίνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα και από 337 ευρώ ανά 1000 λίτρα αντίστοιχα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για θέρμανση στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές που εφαρμόζονται στο φυσικό αέριο δεν πρέπει να είναι κατώτεροι από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Δημοκρατία της Μάλτας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά τα στερεά καύσιμα, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές που εφαρμόζονται στα εν λόγω ενεργειακά προϊόντα, δεν δύνανται να ανέρχονται σε ποσοστό λιγότερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

9.    Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης δεν πρέπει να ανέρχεται σε λιγότερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως προωθητικό στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2012 ώστε να φτάσει τα 330 ευρώ. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου εσωτερικής καύσης δεν πρέπει να είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004 και όχι κατώτερο από 274 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2008 για την προσαρμογή του εθνικού της επιπέδου φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 15 ευρώ ανά 1000 χιλιόγραμμα. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας στο βαρύ πετρέλαιο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 13 ευρώ ανά 1000 χιλιόγραμμα από την 1η Μαΐου 2004.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιείται για τηλεθέρμανση, στο σχετικό ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2012 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολόγησης του άνθρακα και του οπτάνθρακα που χρησιμοποιείται για θέρμανση, εκτός της τηλεθέρμανσης, στο σχετικό ελάχιστο επίπεδο φορολογίας.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει ολικές ή μερικές απαλλαγές ή μειώσεις για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται για θέρμανση από σχολεία, νηπιαγωγεία και άλλες εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, όσον αφορά τις δραστηριότητες ή τις συναλλαγές στις οποίες μετέχουν ως δημόσιες αρχές έως την 1η Ιανουαρίου 2008.

Η Δημοκρατία της Πολωνίας δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2006 για να ευθυγραμμίσει το εθνικό της σύστημα φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας με το κοινοτικό πλαίσιο.

10.    Η Δημοκρατία της Σλοβενίας δύναται να εφαρμόσει, υπό φορολογικό έλεγχο, ολική ή μερική απαλλαγή ή μείωση του επιπέδου της φορολογίας του φυσικού αερίου. Η ολική ή μερική απαλλαγή ή μείωση δύναται να ισχύει έως το Μάιο του 2014 ή έως ότου το εθνικό μερίδιο φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας αγγίξει ποσοστό 25 %, όποιο από τα δύο συμβεί πρώτα. Ωστόσο, μόλις το εθνικό μερίδιο φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας αγγίξει ποσοστό 20 %, πρέπει να εφαρμόσει ένα αυστηρά θετικό επίπεδο φορολόγησης, που θα αυξάνεται σε ετήσια βάση για να αγγίξει τουλάχιστον τον ελάχιστο συντελεστή στο τέλος της προαναφερόμενης περιόδου.

11.    Η Σλοβακική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2010 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο που χρησιμοποιούνται για θέρμανση στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Η Σλοβακική Δημοκρατία δύναται να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2009 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας όσον αφορά τα στερεά καύσιμα, στα αντίστοιχα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Ωστόσο, το επίπεδο φορολογίας των στερεών καυσίμων δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 50 % των αντίστοιχων ελάχιστων κοινοτικών συντελεστών από την 1η Ιανουαρίου 2007.

12.    Εντός των μεταβατικών περιόδων που έχουν ορισθεί, τα κράτη μέλη θα μειώσουν σταδιακά τα αντίστοιχά τους κενά όσον αφορά τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Εντούτοις, όταν η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελάχιστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του εν λόγω ελάχιστου επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος περιμένει έως το τέλος της περιόδου για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου.

🡻 2004/75/ΕΚ άρθρο 1 σημείο 1, όπως τροποποιήθηκε με διορθωτικό, ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 31

Άρθρο 18β

1.    Εκτός από τις περιόδους που ορίζονται στην παράγραφο 2 και εφόσον αυτό δεν οδηγεί σε στρέβλωση του ανταγωνισμού, χορηγείται στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εφαρμογή των νέων ελάχιστων επιπέδων φορολόγησης μεταβατική περίοδος έως την 1η Ιανουαρίου 2007, ιδίως για να μην τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα των τιμών.

2.    Χορηγείται η άδεια στην Κύπρο να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2008 για να προσαρμόσει το εθνικό της επίπεδο φορολογίας του πετρελαίου ντίζελ και της κηροζίνης που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 302 ευρώ ανά 1000 λίτρα και έως την 1η Ιανουαρίου 2010 ώστε να φτάσει σε 330 ευρώ. Εντούτοις, το επίπεδο φορολογίας για το πετρέλαιο ντίζελ και τη κηροζίνη που χρησιμοποιείται ως καύσιμο δεν θα είναι κατώτερο από 245 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

Χορηγείται η άδεια στην Κύπρο να εφαρμόσει μεταβατική περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2010 για την προσαρμογή του εθνικού επιπέδου φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης στο νέο ελάχιστο επίπεδο των 359 ευρώ ανά 1000 λίτρα. Εντούτοις, το επίπεδο φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 287 ευρώ ανά 1000 λίτρα από την 1η Μαΐου 2004.

3.    Εντός των μεταβατικών περιόδων που έχουν ορισθεί, τα κράτη μέλη θα μειώσουν σταδιακά τις αντίστοιχές τους διαφορές όσον αφορά τα νέα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας. Εντούτοις, όταν η διαφορά μεταξύ του εθνικού επιπέδου και του ελάχιστου επιπέδου δεν υπερβαίνει το 3 % του εν λόγω ελάχιστου επιπέδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος περιμένει έως το τέλος της περιόδου για την προσαρμογή του εθνικού του επιπέδου.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 1920

1.    Εκτός από τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα προηγούμενα άρθρα και ειδικότερα στα άρθρα 5  14  ,  15  , 1516,  17  και 1718, το Συμβούλιο αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής μπορεί να  εκδίδει εκτελεστικές πράξεις,  επιτρέψει  με τις οποίες να επιτρέπει  σε ένα κράτος μέλος να θεσπίσει περαιτέρω απαλλαγές ή μειώσεις για λόγους ειδικής πολιτικής.  Όταν είναι αναγκαίο, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα έπειτα από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες να επιτρέπει σε οποιοδήποτε κράτος μέλος να θεσπίσει ειδικούς αυξημένους συντελεστές οι οποίοι παρεκκλίνουν από την κατάταξη μεταξύ των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που καθορίζονται στο παράρτημα I. 

Το κράτος μέλος που σκοπεύει να θεσπίσει τέτοια  τα εν λόγω  μέτρα ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και της παρέχει όλες τις συναφείς και αναγκαίες πληροφορίες.

Η Επιτροπή εξετάζει το αίτημα λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την ανάγκη να διασφαλισθεί θεμιτός ανταγωνισμός και τις κοινοτικές  ενωσιακές  πολιτικές για την υγεία, το περιβάλλον, την ενέργεια και τις μεταφορές.

Εντός τριών μηνών από την παραλαβή όλων των συναφών και αναγκαίων πληροφοριών, η Επιτροπή είτε υποβάλλει πρόταση για την έγκριση του μέτρου αυτού από το Συμβούλιο ή, εναλλακτικά, ενημερώνει το Συμβούλιο για τους λόγους για τους οποίους δεν πρότεινε την έγκριση του μέτρου αυτού.

2.    Οι εγκρίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να χορηγηθούν για μέγιστο διάστημα 6 ετών με δυνατότητα παράτασης, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1.

3.    Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι οι απαλλαγές ή μειώσεις  τα μέτρα  που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν πλέον, κυρίως για λόγους θεμιτού ανταγωνισμού ή στρέβλωσης της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, ή για λόγους κοινοτικής  ενωσιακής  πολιτικής στους τομείς της υγείας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της ενέργειας και των μεταφορών, υποβάλλει τις ενδεδειγμένες προτάσεις στο Συμβούλιο. Το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα σχετικά με τις προτάσεις αυτές.

Άρθρο 2021

1.    Μόνον τα ακόλουθα ενεργειακά προϊόντα υπάγονται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας  διακίνησης  της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ οδηγίας 2008/118/ΕΚ:

α)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 1507 έως 1518 της ΣΟ, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

 νέο

β)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς  ΣΟ 2207, 2208 90 91 και 2208 90 99, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή κίνησης και απαλλάσσονται από τον εναρμονισμένο ειδικό φόρο κατανάλωσης για την αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχεία α) ή β) της οδηγίας 92/83/ΕΚ  50 ·

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

🡺1 2018/552 άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο α)

🡺2 2018/552 άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο β)

🡺3 2018/552 άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο γ)

🡺4 2018/552 άρθρο 1 σημείο 3 στοιχείο δ)

 νέο

βγ)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2707 10, 2707 20, 2707 30 και 2707 50 της ΣΟ·

γδ)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 🡺1 2710 12 έως 2710 19 68  , 2710 19 71 έως 2710 19 99  και 2710 20 έως 2710 20 39 και 2710 20 90 (μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το 90 % κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 210 °C και τουλάχιστον το 65 % κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 °C, σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86)), της ΣΟ 🡸. Ωστόσο, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 🡺2 2710 12 21 🡸, 🡺3 2710 12 25 🡸 και 🡺4 2710 19 29 και 2710 20 90 (μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το 90 % κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 210 °C και τουλάχιστον το 65 % κατ’ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 °C, σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86)) 🡸  και 2710 19 71 έως 2710 19 99  της ΣΟ, οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και την κυκλοφορία  διακίνηση  ισχύουν μόνο για τη χύδην εμπορική κυκλοφορία  διακίνηση  ·

δε)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2711 της ΣΟ (εξαιρουμένων των κωδικών 2711 11, 2711 21 και 2711 29)·

εστ)προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2901 10 της ΣΟ·

στζ)στ) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2902 20, 2902 30, 2902 41, 2902 42, 2902 43 και 2902 44 της ΣΟ·

ζη)προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2905 11 00 της ΣΟ, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

 νέο

θ)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2909 19 10 και 2909 19 90, τα τελευταία όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης·

ι)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3403. Οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και τη διακίνηση ισχύουν μόνο για χύδην εμπορικές διακινήσεις·

ια)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3811·

ιβ)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3814, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κίνησης. Οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και τη διακίνηση ισχύουν μόνο για χύδην εμπορικές διακινήσεις·

ιγ)προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3823 19, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή καύσιμα κίνησης.

🡻 2003/96/ΕΚ

ηιδ)προϊόντα που υπάγονται στονυς κωδικούς 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.·

 νέο

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «χύδην εμπορική διακίνηση» νοείται η μεταφορά μη συσκευασμένου προϊόντος με εμπορευματοκιβώτια τα οποία είτε αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του μέσου μεταφοράς (όπως βυτιοφόρα οχήματα, βαγόνια, βυτιοφόρα σιδηροδρομικά βαγόνια, δεξαμενόπλοια) ή με δεξαμενές-εμπορευματοκιβώτια. Ο όρος περιλαμβάνει επίσης τη μεταφορά μη συσκευασμένου προϊόντος με άλλους περιέκτες όγκου άνω των 210 λίτρων.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

2.    Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος διαπιστώσει ότι άλλα ενεργειακά προϊόντα εκτός αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, διατίθενται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης, ως καύσιμα κινητήρων ή κατ' άλλον τρόπο προκαλούν φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση, ενημερώνει πάραυτα την Επιτροπή. Η παρούσα διάταξη ισχύει επίσης για την ηλεκτρική ενέργεια. Η Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση στα άλλα κράτη μέλη εντός ενός μηνός από την παραλαβή της. Εντός δύο μηνών από την εν λόγω κοινοποίηση, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις απόψεις τους σχετικά με τις διαπιστωθείσες πρακτικές φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή κατάχρησης όσον αφορά τα εν λόγω ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια. Με βάση τις ληφθείσες απόψεις από τα κράτη μέλη και σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ή για το περιβάλλον, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις  Στη συνέχεια λαμβάνεται απόφαση σχετικά με  για να καθορίσει ότι οι  το κατά πόσον τα εν λόγω προϊόντα πρέπει να υπαχθούν στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας  διακίνησης  της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, οδηγίας 2008/118/ΕΚ   πρέπει να εφαρμόζονται στα εν λόγω προϊόντα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται  σύμφωνα με τη διαδικασία  εξέτασης  που προβλέπεται στο  στην οποία παραπέμπει το  άρθρο 28 παράγραφος 2.

3.    Τα κράτη μέλη μπορούν, βάσει διμερών διακανονισμών, να μην εφαρμόζουν ορισμένα ή όλα τα μέτρα ελέγχου που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ οδηγία 2008/118/ΕΚ όσον αφορά ορισμένα ή όλα τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1  του παρόντος άρθρου  , στον βαθμό που δεν καλύπτονται από τα άρθρα 7 , 8 και έως 9 της παρούσας οδηγίας. Οι διακανονισμοί αυτοί δεν επηρεάζουν τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν σε αυτούς. Όλοι αυτοί οι διμερείς διακανονισμοί κοινοποιούνται στην Επιτροπή, η οποία ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 2122

1.    Εκτός από τις γενικές διατάξεις οι οποίες καθορίζουν τη γενεσιουργό αιτία του φόρου και τις διατάξεις σχετικά με τους όρους καταβολής που προβλέπονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ οδηγία 2008/118/ΕΚ, ο φόρος επί των ενεργειακών προϊόντων καθίσταται επίσης απαιτητός κατά την επέλευση μιας εκ των γενεσιουργών αιτιών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας.

2.    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η λέξη «παραγωγή» στο άρθρο 4 στοιχείο γ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ θεωρείται ότι περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την «εξόρυξη».

32.    Η κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων εντός μίας εγκατάστασης παραγωγής ενεργειακών προϊόντων, δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου, εάν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά προϊόντα που παράγονται εντός της εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να θεωρήσουν την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και άλλων ενεργειακών προϊόντων που δεν παράγονται μέσα στην εγκατάσταση και την κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας εντός μιας εγκατάστασης παραγωγής καυσίμων που θα χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ως μη γενεσιουργούς αιτίες επιβολής φόρου. Όταν η κατανάλωση γίνεται για λόγους άσχετους προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση οχημάτων, αυτό θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής φόρου.

43.    Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να ορίσουν ότι ο φόρος επί των ενεργειακών προϊόντων και του ηλεκτρισμού καθίσταται απαιτητός όταν διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή ότι δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης που προβλέπουν εθνικές διατάξεις για την εφαρμογή μειωμένου επιπέδου φορολογίας ή απαλλαγής.

54.    Για την εφαρμογή των άρθρων 52 και 67 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ οδηγίας 2008/118/ΕΚ, η ηλεκτρική ενέργεια, και το φυσικό αέριο  και το υδρογόνο  υπόκεινται σε φορολογία και καθίστανται γενεσιουργοί αιτίες κατά τη στιγμή της προμήθειας από τον διανομέα ή τον αναδιανομέα. Όταν η παράδοση προς κατανάλωση λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος όπου δεν είναι εγκατεστημένος ο διανομέας ή ο αναδιανομέας, ο φόρος των κρατών μελών παράδοσης είναι απαιτητός από εταιρεία που πρέπει να καταγραφεί στο κράτος μέλος παράδοσης. Σε κάθε περίπτωση ο φόρος επιβάλλεται και εισπράττεται σύμφωνα με διαδικασίες που ορίζει κάθε κράτος μέλος.

 νέο

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και οι μετασχηματιστές ηλεκτρικής ενέργειας είναι δυνατό να θεωρούνται ως αναδιανομείς όταν παραδίδουν ηλεκτρική ενέργεια.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Παρά το πρώτο εδάφιο τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα καθορισμού της γενεσιουργού αιτίας σε περίπτωση που δεν υφίσταται σύνδεση μεταξύ των δικών τους αγωγών πετρελαίου και εκείνων άλλων κρατών μελών.

Μια οντότητα η οποία παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική της χρήση θεωρείται ως διανομέας. Παρά το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α)  13  , τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν αυτούς τους μικρούς παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας εφόσον φορολογούν τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας.

Για την εφαρμογή των άρθρων 52 και 67 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ  οδηγίας 2008/118/ΕΚ  , ο άνθρακας, ο οπτάνθρακας , και ο λιγνίτης  και προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2703, 4401 και 4402  υπόκεινται σε φορολογία και καθίστανται γενεσιουργοί αιτίες κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις οι οποίες πρέπει να καταγράφονται προς τον σκοπό αυτόν από τις αρμόδιες αρχές. Οι αρχές αυτές δύνανται να επιτρέψουν στον παραγωγό, τον έμπορο, τον εισαγωγέα ή τον φορολογικό εκπρόσωπο να υποκαταστήσουν την καταγραφείσα επιχείρηση για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες της επιβάλλονται. Ο φόρος επιβάλλεται και εισπράττεται σύμφωνα με διαδικασίες που ορίζει κάθε κράτος μέλος.

65.    Τα κράτη μέλη δεν χαρακτηρίζουν ως «παραγωγή ενεργειακών προϊόντων»:

α)τις διεργασίες κατά τις οποίες παράγονται παρεμπιπτόντως μικρές ποσότητες ενεργειακών προϊόντων·

β)τις διεργασίες διά των οποίων ο χρήστης ενός ενεργειακού προϊόντος καθιστά δυνατή την εκ νέου χρησιμοποίησή του στην επιχείρησή του, υπό τον όρο ότι ο φόρος ο οποίος έχει ήδη καταβληθεί για το προϊόν αυτό δεν υπολείπεται του φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός εάν το εκ νέου χρησιμοποιηθέν ενεργειακό προϊόν επρόκειτο να υποβληθεί ξανά σε φορολογία·

γ)τη διεργασία η οποία συνίσταται στην ανάμιξη, εκτός μιας εγκατάστασης παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά, υπό τον όρο ότι:

i)έχει προηγουμένως καταβληθεί φόρος για τα συστατικά και

ii)το καταβληθέν ποσό δεν υπολείπεται του ποσού του φόρου ο οποίος θα ήταν απαιτητός για το μείγμα.

Η προϋπόθεση που αναφέρεται στο στοιχείο i) δεν ισχύει όταν το μείγμα απαλλάσσεται για ειδική χρήση.

Άρθρο 2223

Σε περίπτωση μεταβολής των φορολογικών συντελεστών, μπορεί να επιβληθεί αυξημένος ή μειωμένος φόρος στα αποθέματα ενεργειακών προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί προς κατανάλωση.

Άρθρο 2324

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιστρέφουν τους φόρους που έχουν ήδη καταβληθεί για ενεργειακά προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή έχουν αναμιχθεί τυχαία και τα οποία έχουν επιστραφεί σε φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.

Άρθρο 2425

1.    Τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν διατεθεί προς κατανάλωση σε ένα κράτος μέλος και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια, δεν υπόκεινται σε φορολογία σε κανένα άλλο κράτος μέλος.

2.    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως: «κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:

οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων. Θεωρούνται επίσης ως κανονικές δεξαμενές καυσίμων οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το όχημα,

οι δεξαμενές καυσίμων που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.

Ως «ειδικά εμπορευματοκιβώτια» νοούνται τα εμπορευματοκιβώτια που διαθέτουν ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης, συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα. 

 νέο

α) οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής ή τρίτος τοποθετεί μονίμως σε μηχανοκίνητο όχημα και οι οποίες, σύμφωνα με τα έγγραφα κυκλοφορίας ή το πιστοποιητικό τεχνικού ελέγχου του οχήματος, πληρούν τις ισχύουσες τεχνικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις ασφάλειας, και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την προώθηση του οχήματος όσο και, κατά περίπτωση, για τη λειτουργία, κατά τη μεταφορά, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των δεξαμενών αερίου τοποθετημένων σε μηχανοκίνητα οχήματα σχεδιασμένων για την απευθείας χρησιμοποίηση του αερίου ως καυσίμου και δεξαμενών τοποθετημένων στα άλλα συστήματα με τα οποία είναι ενδεχομένως εξοπλισμένο το όχημα·

β) οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής ή τρίτος τοποθετεί μονίμως σε ειδικό εμπορευματοκιβώτιο οι οποίες, σύμφωνα με τα έγγραφα κυκλοφορίας του εμπορευματοκιβωτίου, πληρούν τις ισχύουσες τεχνικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις ασφάλειας, και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη μεταφορά, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα ειδικά εμπορευματοκιβώτια.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «ειδικά εμπορευματοκιβώτια» νοούνται οποιαδήποτε εμπορευματοκιβώτια φέρουν τοποθετημένο ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης, συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 2526

1.    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους και μετά από κάθε τροποποίηση της εθνικής νομοθεσίας  ,καθώς και τις σχετικές ποσότητες  .

2.    Όταν τα επίπεδα φορολογίας που επιβάλλουν τα κράτη μέλη εκφράζονται σε μονάδες μέτρησης διαφορετικές από εκείνες που ορίζονται για κάθε προϊόν στα άρθρα 7 έως 10, τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης τα αντίστοιχα επίπεδα φορολογίας μετά τη μετατροπή τους στις μονάδες αυτές.

Άρθρο 2627

1.    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνουν δυνάμει  των άρθρων 13 έως 18  του άρθρου 5, του άρθρου 14 παράγραφος 2 και των άρθρων 15 και 17.

2.    Τα μέτρα όπως οι φορολογικές απαλλαγές, οι μειώσεις φόρου, η διαφοροποίηση του φόρου και οι επιστροφές φόρου, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ενδέχεται να αποτελούν κρατική ενίσχυση και, στις περιπτώσεις αυτές, πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 88  108  παράγραφος 3 της σΣυνθήκης  για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή βάσει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας δεν απαλλάσσουν τα κράτη μέλη από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπει το άρθρο 88  108  παράγραφος 3 της σΣυνθήκης  για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

3.    Η υποχρέωση ενημέρωσης της Επιτροπής, βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 5 δεν απαλλάσσουν τα κράτη μέλη από οποιεσδήποτε υποχρεώσεις κοινοποίησης σύμφωνα με την οδηγία 83/189/ΕΟΚ.

Άρθρο 2728

1.    Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ειδικών φόρων κατανάλωσης που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 143 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚοδηγίας 2008/118/ΕΚ.  Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. 

2.    Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονεται ταο άρθραο 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του κανονισμού (ΕΕ) 182/2011 51 .

Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

3.    Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

 νέο

Άρθρο 29

1.    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.    Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 8 και στο άρθρο 5 παράγραφος 2 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2023.

3.    Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 8 και στο άρθρο 5 παράγραφος 2 εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.    Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου 52 .

5.    Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί στο Συμβούλιο.

6.    Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 8 και του άρθρου 5 παράγραφος 2 τίθεται σε ισχύ μόνον αν δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση της συγκεκριμένης πράξης στο Συμβούλιο ή αν, πριν από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας, το Συμβούλιο έχει ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσει αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Συμβουλίου.

7. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων από την Επιτροπή, για τις αντιρρήσεις που τυχόν έχουν διατυπωθεί εναντίον τους ή για την ανάκληση της εξουσιοδότησης από το Συμβούλιο.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 2830

1.    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν  , έως τις   [31 Δεκεμβρίου 2022] , τις αναγκαίες νομοθετικές,  νομοθετικές,  κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ώστε να συμμορφωθούν  με το άρθρο 1 παράγραφος 2, το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ιε), το άρθρο 2 παράγραφος 3 δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο, το άρθρο 2 παράγραφοι 4 έως 8, το άρθρο 3, το άρθρο 5, το άρθρο 7, το άρθρο 8 παράγραφος 1, το άρθρο 9 παράγραφος 1, το άρθρο 13, τα άρθρα 14 και 15, το άρθρο 16 στοιχείο β) τελευταία περίοδος, το άρθρο 16 στοιχεία γ), δ) και ε), το άρθρο 17, το άρθρο 18, το άρθρο 19, το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο β), το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ), το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία θ) έως ιγ), το άρθρο 21 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 21 παράγραφος 2, το άρθρο 22 παράγραφος 1, το άρθρο 22 παράγραφος 4, το άρθρο 25 παράγραφος 2, το άρθρο 26 παράγραφος 1, το άρθρο 28, το άρθρο 29, το άρθρο 30, το άρθρο 31 και το παράρτημα I   την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2003. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά  Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων  .

2.Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές  τα εν λόγω μέτρα  από την  [1η Ιανουαρίου 2023]  1η Ιανουαρίου 2004, εκτός από τις διατάξεις του άρθρου 16 και του άρθρου 18 παράγραφος 1, τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν από την 1η Ιανουαρίου 2003.

3.Οι διατάξεις αυτές  Τα εν λόγω μέτρα , όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους.  Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές των ισχυουσών νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων στην/στις οδηγία/-ες που καταργείται/-ούνται με την παρούσα οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.  Ο τρόπος που γίνεται αυτή η αναφορά ορίζεται από τα κράτη μέλη.

42.    Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις βασικές διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται  καλύπτεται  από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 29

Το Συμβούλιο, με βάση έκθεση και ενδεχομένως πρόταση της Επιτροπής, εξετάζει περιοδικά τις απαλλαγές και μειώσεις φόρου και τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που θεσπίζονται από την παρούσα οδηγία και θεσπίζει ομόφωνα τα αναγκαία μέτρα, μετά από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η έκθεση της Επιτροπής και η εξέταση του Συμβουλίου λαμβάνουν υπόψη την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, την πραγματική τιμή των φορολογικών συντελεστών και τους ευρύτερους στόχους της συνθήκης.

 νέο

Άρθρο 31

Ανά πενταετία και για πρώτη φορά πέντε έτη μετά την 1η Ιανουαρίου 2023, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Στην έκθεση της Επιτροπής εξετάζονται, μεταξύ άλλων, τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας, οι επιπτώσεις της καινοτομίας και των τεχνολογικών εξελίξεων, ιδίως όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση, η χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας στις μεταφορές και η αιτιολόγηση των απαλλαγών, μειώσεων και διαφοροποιήσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Στην έκθεση λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές παράμετροι, η πραγματική τιμή των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας και οι συναφείς ευρύτεροι στόχοι των Συνθηκών.

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

 νέο

Άρθρο 3032

Παρά το άρθρο 28 παράγραφος 2, από τις 31 Δεκεμβρίου 2003 κΚαταργούνείται οιη οδηγίαες  2003/96/ΕΚ  92/81/ΕΟΚ και 92/82/ΕΟΚ  όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα II μέρος A,   με ισχύ από   την 1η Ιανουαρίου 2023  ,  χωρίς να θίγονται οι υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα II μέρος B  .

🡻 2004/75/ΕΚ άρθρο 1 σημείο 2, όπως τροποποιήθηκε με διορθωτικό, ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 31 (προσαρμοσμένο)

Οι αναφορές στις καταργηθείσες οδηγίες θεωρούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος III  .

🡻 2003/96/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

Άρθρο 3133

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την  εικοστή  ημέρα  από  της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 Το άρθρο 1 παράγραφος 1, το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α), το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 2 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, το άρθρο 4, το άρθρο 6, το άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 10, το άρθρο 11, το άρθρο 12, το άρθρο 16 στοιχεία α) και β), το άρθρο 20, το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ), το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία ε) έως η), το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ), το άρθρο 21 παράγραφος 3, το άρθρο 22 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 22 παράγραφος 5, το άρθρο 23, το άρθρο 24, το άρθρο 25 παράγραφος 1, το άρθρο 26 παράγραφος 2 και το άρθρο 27, τα οποία παραμένουν αμετάβλητα σε σύγκριση με την καταργούμενη οδηγία, εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2023. 

Άρθρο 3234

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος    Ο/Η Πρόεδρος

(1)    COM (2020) 562 final.
(2)    Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, 10-11 Δεκεμβρίου 2020, EUCO 22/20, CO EUR 17, CONCL 8.
(3)    Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 (ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα), COM/2020/80 final.
(4)    Βλ. δελτίο Τύπου « Η Επιτροπή χαιρετίζει την προσωρινή συμφωνία σχετικά με τον ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα », IP/21/1828 της 21.4.2021.
(5)    SWD(2019) 329 final.
(6)    Συμπεράσματα του Συμβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2019, 14608/19, FISC 458.
(7)    Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (2020). Πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2021: στο παράρτημα I περιγράφονται όλα τα μέσα που πρόκειται να προταθούν, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της επανεξέτασης της φορολόγησης της ενέργειας (της ΟΦΕ).
(8)    Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
(9)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού.
(10)    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/631 σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές CO2 από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα και από τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα.
(11)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 — Η οδηγία αυτή επιβάλλει στους προμηθευτές καυσίμων την υποχρέωση να εξασφαλίζουν ένα ελάχιστο υποχρεωτικό μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τελική κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών έως το 2030.
(12)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030.
(13)    Οδηγία 2014/94/ΕΕ, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων.
(14)    Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (ΕΕ L 198 της 22.6.2020, σ. 13).
(15)    Έκθεση - Αξιολόγηση της οδηγίας φορολόγησης της ενέργειας, 2019.
(16)    Accord relatif au régime douanier et fiscal du gasoil consommé comme ravitaillement de bord dans la navigation rhénane Conclu à Strasbourg le 16 mai 1952.
(17)    Βλ. το έγγραφο  Commission report: evaluation of the Energy Taxation Directive (έκθεση της Επιτροπής: αξιολόγηση της οδηγίας φορολόγησης της ενέργειας), SWD(2019) 329 final της 11.9.2019.
(18)    Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ
(19)    CE Delft et al. (2012). An inventory of measures for internalising external costs in transport (Ευρετήριο μέτρων εσωτερίκευσης του εξωτερικού κόστους στις μεταφορές). Βρυξέλλες; Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
(20)    Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
(21)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
(22)    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1577 της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 361 της 30.10.2020, σ. 1).
(23)    «Αεροναυτιλία εντός ΕΕ»: πτήσεις μεταξύ δύο αερολιμένων που βρίσκονται στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των πτήσεων εσωτερικού.
(24)    «Θαλάσσια ναυσιπλοΐα εντός ΕΕ»: ναυσιπλοΐα μεταξύ δύο λιμένων που βρίσκονται στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής ναυσιπλοΐας.
(25)    «Επιχειρηματικές αεροπορικές μεταφορές»: η εκμετάλλευση ή χρήση αεροσκαφών από εταιρείες με σκοπό τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων στο πλαίσιο διεξαγωγής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, χωρίς πρόσβαση για το κοινό εν γένει και με κυβερνήτες πρόσωπα που έχουν τουλάχιστον έγκυρη άδεια εμπορικού κυβερνήτη και διαθέτουν ειδικότητα πτήσης με όργανα.«Πτήσεις αναψυχής»: η χρήση αεροσκάφους για προσωπικούς ή ψυχαγωγικούς σκοπούς που δεν συνδέονται με επιχειρηματική ή επαγγελματική χρήση.
(26)    Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).
(27)    Βλ. παράρτημα II μέρος A.
(28)    ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 12· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/74/ΕΚ (ΕΕ L 365 της 31.12.1994, σ. 46).
(29)    ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/74/ΕΚ.
(30)

   COM (2019) 640 final, της 11ης Δεκεμβρίου 2019.

(31)    14861/19 της 5ης Δεκεμβρίου 2019.
(32)    Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).
(33)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
(34)    Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (ΕΕ L 198 της 22.6.2020, σ. 13).
(35)    ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/47/ΕΚ (ΕΕ L 193 της 29.7.2000, σ. 73).
(36)    ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21.
(37)

   Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς    των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12).

(38)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(39)    ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
(40)    Οδηγία 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά (ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21).
(41)    ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 29/2002 της Επιτροπής (ΕΕ L 6 της 10.1.2002, σ. 3).
(42)    ΕΕ L 279 της 23.10.2001, σ. 1.
(43)    Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2020, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διευκόλυνση των βιώσιμων επενδύσεων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2088 (ΕΕ L 198 της 22.6.2020, σ. 13).
(44)    Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ)[...]/[...] της Επιτροπής για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2020/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τον καθορισμό των τεχνικών κριτηρίων ελέγχου για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες μια οικονομική δραστηριότητα θεωρείται ότι συμβάλλει σημαντικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής ή στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και για τον προσδιορισμό του κατά πόσον η εν λόγω οικονομική δραστηριότητα δεν βλάπτει σοβαρά κανέναν από τους άλλους περιβαλλοντικούς στόχους, C/2021/2800 final (ΕΕ της […], σ. […]).
(45)    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).
(46)    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1577 της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 361 της 30.10.2020, σ. 1).
(47)    Οδηγία 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων (ΕΕ L 307 της 28.10.2014, σ. 1).
(48)    ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1.
(49)    Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
(50)    Οδηγία 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά (ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21).
(51)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(52)    ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
Top

Βρυξέλλες, 14.7.2021

COM(2021) 563 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της

ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την αναδιάρθρωση του ενωσιακού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (αναδιατύπωση)













(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{SEC(2021) 663 final} - {SWD(2021) 640 final} - {SWD(2021) 641 final} - {SWD(2021) 642 final}


🡻 2003/96/ΕΚ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πίνακας Α. —    Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τα καύσιμα κινητήρων

1η Ιανουαρίου 2004

1η Ιανουαρίου 2010

Μολυβδούχος βενζίνη

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101231, 27101251 και 27101259

421

421

Αμόλυβδη βενζίνη

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101231, 27101241, 27101245 και 27101249

359

359

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101943 έως 27101948 και 27102011 έως 27102019

302

330

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101921 και 27101925

302

330

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1000 kg)

Κωδικός ΣΟ 27111211 έως 27111900

125

125

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 27111100 και 27112100

2,6

2,6

Πίνακας Β. —    Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας για τα καύσιμα κινητήρων που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό του άρθρου 8 παράγραφος 2

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101943 έως 27101948 και 27102011 έως 27102019

21

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101921 και 27101925

21

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1000 kg)

Κωδικός ΣΟ 27111211 έως 27111900

41

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 27111100 και 27112100

0,3

Πίνακας Γ. -    Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων θέρμανσης και της ηλεκτρικής ενέργειας

Επιχειρηματική χρήση

Μη επιχειρηματική χρήση

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101943 έως 27101948 και 27102011 έως 27102019

21

21

Βαρύ πετρέλαιο

(ευρώ ανά 1000 kg)

Κωδικός ΣΟ 27101962 έως 27101968 και 27102031 έως 27102039

15

15

Κηροζίνη

(ευρώ ανά 1000 λίτρα)

Κωδικός ΣΟ 27101921 και 27101925

0

0

Υγραέριο

(ευρώ ανά 1000 kg)

Κωδικός ΣΟ 27111211 έως 27111900

0

0

Φυσικό αέριο

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 27111100 και 27112100

0,15

0,3

Άνθρακας και οπτάνθρακας

(ευρώ ανά gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη)

Κωδικός ΣΟ 2701, 2702 και 2704

0,15

0,3

Ηλεκτρική ενέργεια

(ευρώ ανά MWh)

Κωδικός ΣΟ 2716

0,5

1,0

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές και απαλλαγές από τη φορολογία αυτή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1

1.ΒΕΛΓΙΟ:

για το υγραέριο, το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για μείωση του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια, ώστε να ενθαρρυνθεί η χρήση καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον. Η μείωση αυτή συνδέεται συγκεκριμένα με την περιεκτικότητα σε θείο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ο μειωμένος συντελεστής να είναι μικρότερος από 6,5 ευρώ ανά τόνο,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για την αμόλυβδη βενζίνη με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) και σε αρωματικές ουσίες (35 %),

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το ντίζελ με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm).

2.ΔΑΝΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, από την 1η Φεβρουαρίου 2002 μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2008, για το μαζούτ και το πετρέλαιο θέρμανσης που χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρες επιχειρήσεις για την παραγωγή θερμότητας και θερμού νερού. Το μέγιστο ποσό της επιτρεπόμενης διαφοροποίησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι 0,0095 ευρώ/kg για το μαζούτ και 0,008 ευρώ/l για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι μειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης πρέπει να είναι σύμφωνες με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως δε προς τους κατώτατους συντελεστές,

για την μείωση του φορολογικού συντελεστή στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον εφόσον τα κίνητρα αυτά συνδέονται με καθιερωμένα τεχνικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού βάρους, του σημείου απόσταξης, του δείκτη κετανίου και του καταλόγου, υπό τον όρο ότι η μείωση αυτή είναι σύμφωνη με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης μεταξύ της βενζίνης που διανέμουν τα πρατήρια βενζίνης τα οποία είναι εφοδιασμένα με σύστημα επιστροφής των αναθυμιάσεων βενζίνης και της βενζίνης που διανέμεται από άλλα πρατήρια βενζίνης, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στη βενζίνη, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για μερική επιστροφή στον εμπορικό τομέα, υπό την προϋπόθεση ότι οι φόροι αυτοί συμφωνούν με την κοινοτική νομοθεσία και ότι το ποσό του καταβαλλόμενου και μη επιστρεφόμενου φόρου τηρεί πάντοτε τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή του τέλους ελέγχου επί των πετρελαιοειδών, που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, ύψους 0,03 DKK ανά λίτρο, στη βενζίνη που πωλείται σε πρατήρια βενζίνης που πληρούν αυστηρότερα πρότυπα εξοπλισμού και λειτουργίας τα οποία αποσκοπούν στη μείωση της διαρροής μεθυλτριτοβουτυλαιθέρων στα υπόγεια ύδατα, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

3.ΓΕΡΜΑΝΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα καύσιμα με ανώτατη περιεκτικότητα σε θείο 10 ppm από την 1η Ιανουαρίου 2003 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005,

για τη χρήση απόβλητων αερίων υδρογονανθράκων ως καυσίμων θέρμανσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούν ως καύσιμο τα οχήματα των τοπικών δημοσίων συγκοινωνιών, εφόσον αυτό συμβιβάζεται με τις υποχρεώσεις που ορίζει η οδηγία 92/82/ΕΟΚ,

για τα δείγματα πετρελαιοειδών τα οποία προορίζονται για αναλύσεις, δοκιμές στην παραγωγή ή για άλλους επιστημονικούς σκοπούς,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα θέρμανσης, που χρησιμοποιούνται από τις μεταποιητικές βιομηχανίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

4.ΕΛΛΑΔΑ:

για χρήση από τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης των πετρελαιοειδών, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα στα επίσημα οχήματα του Υπουργείου Προεδρίας και της εθνικής αστυνομίας,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για το υγραέριο (GPL) και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς.

5.ΙΣΠΑΝΙΑ:

για το υγραέριο (GPL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στα οχήματα που προορίζονται για τις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για το υγραέριο (GPL) που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στα ταξί,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

6.ΓΑΛΛΙΑ:

για τους διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές για το πετρέλαιο ντίζελ που χρησιμοποιούν τα εμπορικά οχήματα, έως την 1η Ιανουαρίου 2005, οι οποίοι δεν μπορούν να είναι κατώτεροι των 380 ευρώ ανά 1000 l, από 1ης Μαρτίου 2003,

στο πλαίσιο ορισμένων πολιτικών, οι οποίες σκοπό έχουν να συνδράμουν τις περιοχές που αντιμετωπίζουν πρόβλημα μείωσης του πληθυσμού,

για κατανάλωση στη νήσο Κορσική, υπό τον όρο ότι οι μειωμένοι συντελεστές τηρούν πάντοτε τους ελάχιστους συντελεστές των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί των πετρελαιοειδών, που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικών φόρων κατανάλωσης σε νέο καύσιμο που αποτελείται από υδάτινο και αντιψυκτικό γαλάκτωμα/γαλάκτωμα ντίζελ σταθεροποιημένο με τασιενεργούς παράγοντες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές των ειδικών φόρων κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στην αμόλυβδη βενζίνη σούπερ που περιέχει πρόσθετο με βάση το κάλιο το οποίο βελτιώνει την αντοχή των βαλβίδων (ή οποιοδήποτε άλλο πρόσθετο που επιτρέπει τη λήψη καυσίμου αντίστοιχης ποιότητας),

για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στα ταξί, εντός των ορίων ετήσιας ποσόστωσης,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα αέρια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο στις δημόσιες συγκοινωνίες, εντός των ορίων ετήσιας ποσόστωσης,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα αέρια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα σε αεριοκίνητα οχήματα αποκομιδής απορριμμάτων,

για την εφαρμογή μειωμένων φορολογικών συντελεστών στο βαρύ πετρέλαιο, προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον· η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο ο δε φόρος που επιβάλλεται στο βαρύ πετρέλαιο πρέπει να αντιστοιχεί στον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για το βαρύ πετρέλαιο που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο, για την παραγωγή αλουμίνας στην περιφέρεια Gardanne,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για την παράδοση βενζίνης στη ναυσιπλοα αναψυχής, στα λιμάνια της Κορσικής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή, τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,

για τοπικά δημόσια οχήματα μεταφοράς επιβατών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005,

για τη χορήγηση αδειών για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα καυσίμου «βενζίνη/παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης με αλκοολική συνιστώσα γεωργικής προέλευσης» και για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα καυσίμου «ντίζελ/εστέρες φυτικών ελαίων». Για να επιτραπεί μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης των μειγμάτων που περιέχουν εστέρες φυτικών ελαίων και παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης, τα οποία χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι γαλλικές αρχές πρέπει να χορηγήσουν τις απαιτούμενες άδειες στις ενδιαφερόμενες μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο. Η άδεια ισχύει για έξι το πολύ έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η μείωση που αναφέρεται στην άδεια μπορεί να εφαρμόζεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2003 μέχρι τη λήξη ισχύος της άδειας. Οι μειώσεις των ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν υπερβαίνουν τα 35,06 ευρώ/hl ή τα 396,64 ευρώ/t για τους εστέρες φυτικών ελαίων και τα 50,23 ευρώ/hl ή τα 297,35 ευρώ/t για τα παράγωγα αιθυλικής αλκοόλης που χρησιμοποιούνται στα προαναφερόμενα μείγματα. Οι μειώσεις ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζονται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής των καυσίμων αυτών. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 1997, λήγει δε στις 31 Δεκεμβρίου 2003.

για τη χορήγηση αδειών για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο μείγμα «οικιακό θερμαντικό καύσιμο/εστέρες φυτικών ελαίων». Για να επιτραπεί μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των μειγμάτων που περιέχουν εστέρες φυτικών ελαίων και χρησιμοποιούνται ως καύσιμο κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, οι γαλλικές αρχές πρέπει να χορηγήσουν τις απαιτούμενες άδειες στις ενδιαφερόμενες μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο. Οι άδειες θα ισχύουν για έξι το πολύ έτη από την ημερομηνία χορήγησής τους. Η μείωση που αναφέρεται στην άδεια μπορεί να εφαρμόζεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2003 μέχρι τη λήξη ισχύος της άδειας, αλλά δεν είναι ανανεώσιμη. Οι μειώσεις ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν υπερβαίνουν τα 35,06 ευρώ/hl ή τα 396,64 ευρώ/t για τους εστέρες φυτικών ελαίων που χρησιμοποιούνται στα προαναφερόμενα μείγματα. Οι μειώσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζονται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής των καυσίμων αυτών. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 1997, λήγει δε στις 31 Δεκεμβρίου 2003.

7.ΙΡΛΑΝΔΙΑ:

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων,

για τα οχήματα με κινητήρα που χρησιμοποιούν τα άτομα με ειδικές ανάγκες,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να αντικατοπτρίζονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το ντίζελ με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο,

για την παραγωγή αλουμίνας στην περιφέρεια Shannon,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

8.ΙΤΑΛΙΑ:

για διαφοροποιημένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα μείγματα που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων και περιέχουν 5 % ή 25 % βιοντίζελ μέχρι τις 30 Ιουνίου 2004. Η μείωση δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από το ποσό του καταβλητέου ειδικού φόρου κατανάλωσης για τον όγκο βιοκαυσίμων που περιέχονται στα προϊόντα που είναι επιλέξιμα για τη μείωση. Η μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης προσαρμόζεται για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της τιμής των πρώτων υλών, ώστε να αποφευχθεί υπεραντιστάθμιση του επιπλέον κόστους παραγωγής βιοκαυσίμων,

για το μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για το πετρέλαιο ντίζελ που χρησιμοποιούν επιχειρήσεις οδικών μεταφορών, έως την 1η Ιανουαρίου 2005, οι οποίοι δεν μπορούν να είναι κατώτεροι των 370 ευρώ ανά 1000 l από 1ης Ιανουαρίου 2004,

για τους απόβλητους αέριους υδρογονάνθρακες που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα,

για μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υδάτινο γαλάκτωμα ντίζελ και στο υδάτινο γαλάκτωμα βαρέων πετρελαίων από 1ης Οκτωβρίου 2000 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2005, υπό τον όρο ότι ο μειωμένος συντελεστής είναι σύμφωνος με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για το μεθάνιο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο σε οχήματα με κινητήρα,

για τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για τα ασθενοφόρα,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για τα καύσιμα που χρησιμοποιούν τα ταξί,

σε ορισμένες ιδιαίτερα μειονεκτικές γεωγραφικές περιοχές, για τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα οικιακά καύσιμα και στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και διανέμονται μέσω των τοπικών δικτύων, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την κατανάλωση στις περιφέρειες Val d'Aosta και Gorizia,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στη βενζίνη που καταναλίσκεται στην περιοχή Friuli-Venezia Giulia, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που καταναλίσκονται στις περιφέρειες Udine και Trieste, υπό τον όρον ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για την παραγωγή αλουμίνας στη Σαρδηνία,

για τη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στο μαζούτ, που προορίζεται για την παραγωγή ατμού, και στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης, που χρησιμοποιείται σε καμίνους ξήρανσης και «ενεργοποίησης» μοριακών κόσκινων στην περιφέρεια της Καλαβρίας, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

9.ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ:

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για τα οχήματα των τοπικών δημοσίων συγκοινωνιών,

για μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα βαρέα πετρέλαια, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρήση καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον· η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ο μειωμένος συντελεστής να είναι μικρότερος από 6,5 ευρώ ανά τόνο,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

10.ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ:

για το υγραέριο, το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για τα δείγματα πετρελαιοειδών τα οποία προορίζονται για αναλύσεις, δοκιμές στην παραγωγή ή για άλλους επιστημονικούς σκοπούς,

για χρήση από τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στις δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υγραέριο (GPL), που χρησιμοποιείται ως καύσιμο από οχήματα αποκομιδής απορριμμάτων, εκκένωσης αποχετευτικών συστημάτων και καθαρισμού των οδών,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για πετρέλαιο εσωτερικής καύσης με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) έως την 31η Δεκεμβρίου 2004,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένου συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για την βενζίνη με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (50 ppm) έως την 31η Δεκεμβρίου 2004.

11.ΑΥΣΤΡΙΑ:

για το φυσικό αέριο και το μεθάνιο,

για το υγραέριο, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο από οχήματα που προορίζονται για τις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

12.ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ:

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρον ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για την απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης του υγραερίου (GPL), του φυσικού αερίου και του μεθανίου που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για μείωση του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο που καταναλίσκεται στην αυτόνομη περιφέρεια της Μαδέρας η μείωση αυτή δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη από το επιπρόσθετο κόστος που συνεπάγεται η μεταφορά του πετρελαίου στην περιφέρεια αυτή,

για την μείωση του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στο βαρύ πετρέλαιο, προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον η μείωση αυτή συνδέεται ειδικά με την περιεκτικότητα σε θείο ο δε φόρος που επιβάλλεται στο βαρύ πετρέλαιο πρέπει να αντιστοιχεί στον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή για το βαρύ πετρέλαιο που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

13.ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ:

για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο μεθάνιο και στο υγραέριο (GPL), για οποιαδήποτε χρήση,

για τη μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης και στο πετρέλαιο θέρμανσης, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στα άρθρα 7 έως 9,

για τη μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην ανασχηματισμένη αμόλυβδη βενζίνη και στη βενζίνη με μόλυβδο, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, και ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπονται στο άρθρο 7,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

14.ΣΟΥΗΔΙΑ:

για μειωμένους φορολογικούς συντελεστές για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης σύμφωνα με περιβαλλοντικές ταξινομήσεις,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αλκυλική βενζίνη για δίχρονους κινητήρες, έως την 30ή Ιουνίου 2008, υπό τον όρο ότι ο συνολικός επιβαλλόμενος ειδικός φόρος κατανάλωσης συμμορφώνεται προς τους όρους της παρούσας οδηγίας,

για απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο βιολογικά παραγόμενο μεθάνιο και σε άλλα απόβλητα αέρια,

για τη μείωση του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς, εφόσον οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία,

για μείωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή που χρησιμοποιούνται για βιομηχανικούς σκοπούς, με την εφαρμογή συντελεστή ο οποίος είναι χαμηλότερος από τον κανονικό συντελεστή και με την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή για ενεργειοβόρους επιχειρήσεις, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και δεν συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας.

15.ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ:

για διαφοροποιημένους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα οδικά καύσιμα που περιέχουν βιοντίζελ και για το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται ως καθαρό οδικό καύσιμο, έως την 31η Μαρτίου 2007. Πρέπει να τηρούνται οι κοινοτικοί συντελεστές και να μην υπάρχει υπεραντιστάθμιση για το πρόσθετο κόστος παραγωγής βιοκαυσίμων,

για το υγραέριο (GPL), το φυσικό αέριο και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων,

για την μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης προς ενθάρρυνση της χρήσης καυσίμων φιλικότερων προς το περιβάλλον,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων φορολογικών συντελεστών για την αμόλυβδη βενζίνη ώστε να εμφαίνονται οι διάφορες περιβαλλοντικές κατηγορίες, υπό τον όρο ότι οι διαφοροποιημένοι συντελεστές είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία, ιδίως με τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που προβλέπει το άρθρο 7,

για τα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις τοπικές δημόσιες συγκοινωνίες,

για την εφαρμογή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης στο υδάτινο γαλάκτωμα/γαλάκτωμα ντίζελ, υπό τον όρο ότι οι συντελεστές αυτοί είναι σύμφωνοι με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ιδίως με τους ελάχιστους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας,

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για τα χρησιμοποιημένα πετρελαιοειδή τα οποία επαναχρησιμοποιούνται ως καύσιμο, είτε απευθείας μετά την ανάκτηση είτε μετά από διαδικασία ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων πετρελαιοειδών, και εφόσον η επαναχρησιμοποίηση υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

🡻 2004/74/ΕΚ άρθρο 1 σημείο 3 και παράρτημα, όπως τροποποιήθηκε με διορθωτικό, ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 26

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές και φοροαπαλλαγές που αναφέρονταιστο άρθρο 18α παράγραφος 1

1.Λεττονία

για ενεργειακά προϊόντα και ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται σε επιβατικά οχήματα δημόσιων μεταφορών σε τοπικό επίπεδο.

2.Λιθουανία

για τον άνθρακα, τον οπτάνθρακα και το λιγνίτη έως την 1η Ιανουαρίου 2007,

για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια έως την 1η Ιανουαρίου 2010,

για το μείγμα ύδατος-πίσσας που χρησιμοποιείται για σκοπούς άλλους από αυτούς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή της θέρμανσης έως την 1η Ιανουαρίου 2010.

3.Ουγγαρία

για τον άνθρακα και τον οπτάνθρακα έως την 1η Ιανουαρίου 2009.

4.Μάλτα

για τα ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

για την αεροπλοΐα, εκτός από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/96/ΕΚ.

5.Πολωνία

αεροπορικά καύσιμα και καύσιμα ελικοφόρων κινητήρων και έλαια για αεροπορικούς κινητήρες, που πωλούνται από τον παραγωγό των εν λόγω καυσίμων κατόπιν εντολής του υπουργού Εθνικής Άμυνας ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών, για σκοπούς που αφορούν τον κλάδο της αεροπορίας, ή του Οργανισμού αποθεμάτων υλών για τη συμπλήρωση των κρατικών αποθεμάτων, ή μονάδων μέριμνας αεροσκαφών υγειονομικών χρήσεων, για την κάλυψη των αναγκών τους,

πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης και λάδια για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης που πωλούνται από τον παραγωγό των εν λόγω καυσίμων κατόπιν εντολής του Οργανισμού αποθήκευσης αποθεμάτων για τη συμπλήρωση των κρατικών αποθεμάτων ή του υπουργού Εθνικής Άμυνας για να χρησιμοποιηθούν από το ναυτικό ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών για τη χρησιμοποίησή τους σε ναυτικές τεχνολογικές εφαρμογές,

αεροπορικά καύσιμα και καύσιμα ελικοφόρων κινητήρων και πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης καθώς και λάδια για αεροπορικούς κινητήρες και ναυτικούς κινητήρες και κινητήρες θαλάσσης, που πωλούνται από τον Οργανισμό αποθήκευσης αποθεμάτων κατόπιν εντολής του υπουργού Εθνικής Άμυνας ή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών.

 νέο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πίνακας Α. — Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης για τους σκοπούς του άρθρου 7 (σε EUR/Gigajoule)

Έναρξη μεταβατικής περιόδου (1.1.2023)

Τελικός συντελεστής μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου (1.1.2033) πριν από την τιμαριθμική αναπροσαρμογή

Βενζίνη

10,75

10,75

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

10,75

10,75

Κηροζίνη

10,75

10,75

Μη βιώσιμα βιοκαύσιμα

10,75

10,75

Υγροποιημένο αέριο πετρελαίου (υγραέριο – LPG)

7,17

10,75

Φυσικό αέριο

7,17

10,75

Μη βιώσιμο βιοαέριο

7,17

10,75

Μη ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

7,17

10,75

Βιώσιμα βιοκαύσιμα που παράγονται από τρόφιμα και ζωοτροφές

5,38

10,75

Βιώσιμο βιοαέριο που παράγεται από τρόφιμα και ζωοτροφές

5,38

10,75

Βιώσιμα βιοκαύσιμα

5,38

5,38

Βιώσιμο βιοαέριο

5,38

5,38

Καύσιμα χαμηλής έντασης άνθρακα

0.15

5,38

Ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

0,15

0,15

Προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα και βιοαέριο

0,15

0,15

Πίνακας Β. — Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα κίνησης που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό του άρθρου 8 παράγραφος 2 (σε EUR/Gigajoule)

Έναρξη μεταβατικής περιόδου (1.1.2023)

Τελικός συντελεστής μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου (1.1.2033) πριν από την τιμαριθμική αναπροσαρμογή

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

0,9

0,9

Βαρύ πετρέλαιο

0,9

0,9

Κηροζίνη

0,9

0,9

Μη βιώσιμα βιοκαύσιμα

0,9

0,9

Υγροποιημένο αέριο πετρελαίου (υγραέριο – LPG)

0,6

0,9

Φυσικό αέριο

0,6

0,9

Μη βιώσιμο βιοαέριο

0,6

0,9

Μη ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

0,6

0,9

Βιώσιμα βιοκαύσιμα που παράγονται από τρόφιμα και ζωοτροφές

0,45

0,9

Βιώσιμο βιοαέριο που παράγεται από τρόφιμα και ζωοτροφές

0,45

0,9

Βιώσιμα βιοκαύσιμα

0,45

0,45

Βιώσιμο βιοαέριο

0,45

0,45

Καύσιμα χαμηλής έντασης άνθρακα

0.15

0,45

Ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

0,15

0,15

Προηγμένα βιώσιμα βιοκαύσιμα και βιοαέριο

0,15

0,15

Πίνακας Γ. — Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για τα καύσιμα θέρμανσης (σε EUR/Gigajoule)

Έναρξη μεταβατικής περιόδου (1.1.2023)

Τελικός συντελεστής μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου (1.1.2033) πριν από την τιμαριθμική αναπροσαρμογή

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης

0,9

0,9

Βαρύ πετρέλαιο

0,9

0,9

Κηροζίνη

0,9

0,9

Άνθρακας και οπτάνθρακας

0,9

0,9

Μη βιώσιμα βιορευστά

0,9

0,9

Μη βιώσιμα στερεά προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402

0,9

0,9

Υγροποιημένο αέριο πετρελαίου (υγραέριο – LPG)

0,6

0,9

Φυσικό αέριο

0,6

0,9

Μη βιώσιμο βιοαέριο

0,6

0,9

Μη ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

0,6

0,9

Βιώσιμα βιορευστά που παράγονται από τρόφιμα και ζωοτροφές

0,45

0,9

Βιώσιμο βιοαέριο που παράγεται από τρόφιμα και ζωοτροφές

0,45

0,9

Βιώσιμα βιορευστά

0,45

0,45

Βιώσιμο βιοαέριο

0,45

0,45

Βιώσιμα στερεά προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402

0,45

0,45

Καύσιμα χαμηλής έντασης άνθρακα

0.15

0,45

Ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης

0,15

0,15

Προηγμένα βιώσιμα βιορευστά, βιοαέριο και προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 4401 και 4402

0,15

0,15

Πίνακας Δ. — Ελάχιστα επίπεδα φορολογίας που ισχύουν για την ηλεκτρική ενέργεια (σε EUR/Gigajoule)

Έναρξη μεταβατικής περιόδου (1.1.2023)

Τελικός συντελεστής μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου (1.1.2033) πριν από την τιμαριθμική αναπροσαρμογή

Ηλεκτρική ενέργεια

0,15

0,15

🡹

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Μέρος A

Καταργούμενη οδηγία με τον κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της
(αναφέρεται στο άρθρο 32)

Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου
(ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51)

Οδηγία 2004/74/ΕΚ του Συμβουλίου
(ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 87)

Οδηγία 2004/75/ΕΚ του Συμβουλίου
(ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 100)

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/552 της Επιτροπής 
(ΕΕ L 91 της 9.4.2018, σ. 27)

Μέρος Β

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο
(αναφέρονται στο άρθρο 32)

Οδηγία

Λήξη προθεσμίας μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο

2003/96/ΕΚ

31 Δεκεμβρίου 2003

2004/74/ΕΚ

1 Μαΐου 2004

2004/75/ΕΚ

1 Μαΐου 2004

_____________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 2003/96/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

-

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως η)

-

-    

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ιε)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 3 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

-

-

Άρθρο 2 παράγραφος 3 δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφοι 4 και 5

-

-

Άρθρο 2 παράγραφοι 4 έως 8

Άρθρο 3

-

-

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

-

-

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7

-

-

Άρθρο 7

Άρθρο 8 παράγραφος 1

-

-

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1

-

-

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2

-

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10

Άρθρο 10 παράγραφος 2

-

Άρθρο 11

-

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12

-

Άρθρο 13

Άρθρο 14

-

-

Άρθρα 14 και 15

Άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 16 στοιχείο α)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 16 στοιχείο β)

-

Άρθρο 16 στοιχείο β) τελευταία περίοδος

Άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

-

Άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

-

-

Άρθρο 16 στοιχεία γ), δ) και ε)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχεία ε) έως ιβ)

-

Άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 3

-

Άρθρο 16

-

-

Άρθρο 17

Άρθρο 17

-

-

Άρθρο 18

Άρθρο 18

-

Άρθρα 18α και 18β

-

-

Άρθρο 19

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο α)

-

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

-

-

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχεία δ) έως ζ)

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία ε) έως η)

-

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία θ) έως ιγ)

Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ)

--

Άρθρο 21 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 21 παράγραφος 1

-

-

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2

-

Άρθρο 21 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 22 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 21 παράγραφος 5

-

-

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 21 παράγραφος 6

Άρθρο 22 παράγραφος 5

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 2

-

-

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 1

-

-

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 26 παράγραφος 3

-

Άρθρο 27

-

-

Άρθρο 28

-

Άρθρο 29

Άρθρο 28

-

-

Άρθρο 30

Άρθρο 29

-

-

Άρθρο 31

Άρθρο 30

-

-

Άρθρο 32

Άρθρο 31

-

-

Άρθρο 33

Άρθρο 32

Άρθρο 34

Παραρτήματα I, II και III

-

-

Παραρτήματα I, II και III

_____________

Top