EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52021PC0557

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου

COM/2021/557 final

Βρυξέλλες, 14.7.2021

COM(2021) 557 final

2021/0218(COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου

{SEC(2021) 657 final} - {SWD(2021) 620 final} - {SWD(2021) 621 final} - {SWD(2021) 622 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία θέτει ως στόχο την κλιματική ουδετερότητα το 2050 με τρόπο που συμβάλλει στην ευρωπαϊκή οικονομία, στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ο εν λόγω στόχος απαιτεί μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55 % έως το 2030, όπως επιβεβαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 2020. Αυτό με τη σειρά του απαιτεί σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ένα ενοποιημένο ενεργειακό σύστημα. Ο τρέχων στόχος της ΕΕ για ανανεώσιμη ενέργεια της τάξης του 32 % τουλάχιστον έως το 2030, που ορίζεται στην οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (REDII), δεν είναι επαρκής και πρέπει να αυξηθεί σε 38-40 %, σύμφωνα με το σχέδιο κλιματικών στόχων (CTP). Ταυτόχρονα, απαιτούνται νέα συνοδευτικά μέτρα σε διάφορους τομείς σύμφωνα με τις στρατηγικές για την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος, το υδρογόνο, τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη βιοποικιλότητα για την επίτευξη του εν λόγω αυξημένου στόχου.

Οι γενικοί στόχοι της αναθεώρησης της οδηγίας REDII είναι η επίτευξη αύξησης της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030, η προώθηση της καλύτερης ενοποίησης του ενεργειακού συστήματος και η συμβολή στους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας της βιοποικιλότητας, ενώ έτσι αντιμετωπίζονται οι διαγενεακές ανησυχίες που σχετίζονται με την υπερθέρμανση του πλανήτη και την απώλεια βιοποικιλότητας. Η εν λόγω αναθεώρηση της οδηγίας REDII είναι απαραίτητη για την επίτευξη του αυξημένου στόχου για το κλίμα, καθώς και για την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας μας, τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και τη συμβολή στην τεχνολογική και βιομηχανική υπεροχή της ΕΕ μαζί με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την οικονομική ανάπτυξη.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η οδηγία REDII είναι η κύρια νομική πράξη της ΕΕ για την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η αναθεώρηση της οδηγίας REDII δεν είναι μεμονωμένη. Αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου εγχειρήματος που επηρεάζει άλλες ενεργειακές και κλιματικές νομοθεσίες και πρωτοβουλίες πολιτικής, όπως ανακοινώθηκε στον χάρτη πορείας της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2021 με τον τίτλο «Δέσμη προσαρμογής στον στόχο του 55 %». Η πρόταση για την αναθεώρηση της οδηγίας REDII συνάδει με:

i.το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ, καθώς η τιμολόγηση του άνθρακα λειτουργεί καλύτερα με ρυθμιστικά μέτρα,

ii.την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, που συμβάλλει στην αποτελεσματική χρήση της ανανανεώσιμης ενέργειας σε τομείς τελικής χρήσης,

iii.την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, που διασφαλίζει τις κατάλληλες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που σχετίζονται με την ανανεώσιμη ενέργεια,

iv.την οδηγία για τον οικολογικό σχεδιασμό, που παρέχει κίνητρα στους καταναλωτές προκειμένου να απομακρυνθούν από τις συσκευές ορυκτών καυσίμων,

ν.τον κανονισμό για τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης και τη δασοπονία, ο οποίος παρέχει κίνητρα στους οικονομικούς φορείς να αναπτύξουν έργα απορρόφησης εκπομπών που μπορούν να αποτελέσουν πηγή βιομάζας,

vi.την οδηγία φορολόγησης της ενέργειας, που διασφαλίζει ότι οι τιμές προωθούν βιώσιμες πρακτικές και ενθαρρύνουν την παραγωγή και τη χρήση.

vii.τον κανονισμό για τον επιμερισμό των προσπαθειών, ο οποίος θεσπίζει δεσμευτικές μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για τομείς που καλύπτονται από την οδηγία REDII, όπως ο τομέας των μεταφορών, των κτιρίων, της γεωργίας και των αποβλήτων,

viii.την οδηγία για την ποιότητα των καυσίμων, η οποία υποστηρίζει τη χρήση ανανεώσιμων καυσίμων με χαμηλές ανθρακούχες εκπομπές στον τομέα των μεταφορών,

ix.την οδηγία για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, η οποία στηρίζει την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των σημείων επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και των σημείων ανεφοδιασμού φυσικού αερίου και υδρογόνου.

x.την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές και με την κατάργηση του κανονισμού (EΕ) αριθ. 347/2013 1 .

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η πρόταση βασίζεται κυρίως στο άρθρο 194 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2 (ΣΛΕΕ), η οποία παρέχει τη νομική βάση για την πρόταση μέτρων σχετικά με την ανάπτυξη νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, έναν από τους στόχους της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης, που ορίζεται στο άρθρο 194 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ. Η οδηγία REDII, η οποία τροποποιείται με την παρούσα πρόταση, εκδόθηκε επίσης βάσει του άρθρου 194 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ το 2018. Προστίθεται το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, η νομική βάση της εσωτερικής αγοράς, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/70/ΕΚ σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων, η οποία βασίζεται στο εν λόγω άρθρο.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Ανάγκη ανάληψης δράσης σε επίπεδο ΕΕ

Η οικονομικά αποδοτική, επιταχυνόμενη ανάπτυξη βιώσιμης ανανεώσιμης ενέργειας σε ένα πιο ενοποιημένο ενεργειακό σύστημα δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς μόνο από τα κράτη μέλη. Απαιτείται μια προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ για την παροχή των κατάλληλων κινήτρων στα κράτη μέλη με διαφορετικά επίπεδα φιλοδοξίας, προκειμένου να επιταχύνουν, με συντονισμένο τρόπο, την ενεργειακή μετάβαση από το παραδοσιακό ενεργειακό σύστημα που βασίζεται στη χρήση ορυκτών καυσίμων σε ένα πιο ενοποιημένο και πιο ενεργειακά αποδοτικό ενεργειακό σύστημα που βασίζεται στην παραγωγή ενέργειας με βάση τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές ενεργειακές πολιτικές και προτεραιότητες μεταξύ των κρατών μελών, η δράση σε επίπεδο ΕΕ είναι πιο πιθανό να επιτύχει την απαιτούμενη αυξημένη ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από ό,τι η δράση σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο.

Προστιθέμενη αξία για την ΕΕ

Η δράση της ΕΕ για την ανανεώσιμη ενέργεια προσφέρει προστιθέμενη αξία επειδή είναι πιο αποδοτική και αποτελεσματική από τις μεμονωμένες δράσεις των κρατών μελών, αποφεύγοντας μια κατακερματισμένη προσέγγιση με την αντιμετώπιση της μετάβασης του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος με συντονισμένο τρόπο. Εξασφαλίζει καθαρή μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της ρύπανσης, προστατεύει τη βιοποικιλότητα, αξιοποιεί τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς, εκμεταλλεύεται πλήρως τα πλεονεκτήματα των οικονομιών κλίμακας και της τεχνολογικής συνεργασίας στην Ευρώπη και παρέχει ασφάλεια στους επενδυτές σε ένα κανονιστικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ. Η επίτευξη αυξημένου ποσοστού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας σε επίπεδο ΕΕ εξαρτάται από τις εθνικές συνεισφορές των κρατών μελών. Αυτές θα καταστούν πιο φιλόδοξες και οικονομικά αποδοτικές εάν καθοδηγούνται από ένα συμφωνημένο ενιαίο νομικό πλαίσιο και ενιαίο πλαίσιο πολιτικής.

Αναλογικότητα

Η προτιμώμενη δέσμη επιλογών πολιτικής θεωρείται αναλογική και βασίζεται, στον βαθμό που είναι εφικτό, στον τρέχοντα σχεδιασμό πολιτικής. Διάφορες επιλογές θέτουν έναν στόχο ή ένα σημείο αναφοράς που θα πρέπει να επιτευχθεί, αλλά εναποθέτουν τα μέσα για την επίτευξη των εν λόγω στόχων στα κράτη μέλη. Η ισορροπία μεταξύ των υποχρεώσεων και της ευελιξίας που εναπόκειται στα κράτη μέλη σχετικά με τον τρόπο επίτευξης των στόχων θεωρείται κατάλληλη δεδομένου του επιτακτικού χαρακτήρα της επίτευξης της κλιματικής ουδετερότητας [βλ. ενότητες 3.3 και 7.5 της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση, SWD(2021) XXX].

Επιλογή του νομικού μέσου

Η παρούσα πρόταση συνιστά τροποποίηση της οδηγίας. Δεδομένης της σχετικά πρόσφατης έγκρισής της, η παρούσα αναθεώρηση της οδηγίας REDII περιορίζεται σε αυτό που θεωρείται αναγκαίο για να συμβάλει με οικονομικά αποδοτικό τρόπο στην κλιματική φιλοδοξία της Ένωσης για το 2030 και δεν αποτελεί πλήρη αναθεώρηση της οδηγίας, επομένως η αναδιατύπωση δεν θεωρείται ενδεδειγμένη.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι στοχευόμενοι τομείς και γενικά χαρακτηριστικά των συνομιλητών

Η αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων (χάρτης πορείας) δημοσιεύτηκε για την υποβολή παρατηρήσεων από τις 3 Αυγούστου έως τις 21 Σεπτεμβρίου 2020 και ελήφθησαν 374 απαντήσεις, από ενδιαφερομένους από 21 κράτη μέλη και 7 χώρες εκτός ΕΕ. Οι περισσότερες απαντήσεις προήλθαν από εταιρείες ή ενώσεις επιχειρήσεων, και στη συνέχεια από ΜΚΟ, ανώνυμα πρόσωπα και πολίτες. Επιπλέον στις 17 Νοεμβρίου 2020, η Επιτροπή ξεκίνησε δημόσια διαβούλευση για 12 εβδομάδες, σύμφωνα με τους κανόνες της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Περιλαμβάνει ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής και ανοικτού τύπου που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας REDII. Ελήφθησαν συνολικά 39 046 απαντήσεις. Οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών συγκεντρώθηκαν σε δύο εργαστήρια, εκ των οποίων το πρώτο πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2020 (με περίπου 400 συμμετέχοντες) και το δεύτερο στις 22 Μαρτίου 2021 (με περίπου 1 000 συμμετέχοντες).

Σύνοψη των απόψεων των ενδιαφερόμενων μερών

Η πλειονότητα (80 %) των απαντήσεων στην ανοικτή δημόσια διαβούλευση εξέφρασαν προτίμηση για αυξημένο στόχο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σύμφωνα με το σχέδιο κλιματικών στόχων (43 %) ή υψηλότερο (37 %). Το 61 % τάχθηκε υπέρ δεσμευτικού στόχου τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ο τομέας των μεταφορών και ο τομέας θέρμανσης και ψύξης ήταν οι δύο πιο δημοφιλείς τομείς στους οποίους κρίθηκαν αναγκαίες επιπρόσθετες προσπάθειες, με την πλειονότητα να υποστηρίζει αυξημένους στόχους και για τους δύο τομείς τουλάχιστον σε επίπεδο σχεδίου κλιματικών στόχων. Μια συντονισμένη απάντηση περισσότερων από 38 000 συμμετεχόντων αιτήθηκε την αφαίρεση της βιομάζας από τον κατάλογο των ανανεώσιμων πόρων και τον περιορισμό της χρήσης για βιοενέργεια στα τοπικά διαθέσιμα απόβλητα και υπολείμματα, ενώ εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων, επιχειρήσεων και της πλειονότητας των δημόσιων αρχών προτίμησαν να μην αλλάξουν τα τρέχοντα κριτήρια βιωσιμότητας για τη βιομάζα.

Οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών όπως εκφράστηκαν στη δημόσια διαβούλευση και κατά τη διάρκεια των εργαστηρίων ελήφθησαν υπόψη κατά την εκπόνηση των διαφόρων επιλογών πολιτικής για τους αντίστοιχους τομείς πολιτικής στην εκτίμηση επιπτώσεων.

   Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Μια μελέτη από εξωτερικούς αναδόχους της Trinomics παρείχε τεχνική υποστήριξη για την ανάπτυξη και την εφαρμογή της πολιτικής για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η εκτίμηση επιπτώσεων που διενεργήθηκε για το σχέδιο κλιματικών στόχων και η εκτίμηση της Επιτροπής σχετικά με τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) των κρατών μελών και η έκθεση προόδου στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για το 2020 αποτέλεσαν επίσης μέρος της βάσης τεκμηρίωσης.

Επιπλέον, οι ακόλουθες μελέτες χρησιμοποιήθηκαν επίσης στην εκτίμηση επιπτώσεων:

·Technical support for renewables policy development and implementation: enhanced efficiency through sector integration (Τεχνική στήριξη για την ανάπτυξη και την εφαρμογή της πολιτικής για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: αυξημένη αποτελεσματικότητα μέσω της ενοποίησης του τομέα)

·Renewable Cooling under the Revised Renewable Energy Directive (Ψύξη από ανανεώσιμες πηγές βάσει της αναθεωρημένης οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας)

·Renewable Space Heating under the Revised Renewable Energy Directive (Θέρμανση χώρων από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βάσει της αναθεωρημένης οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας)

·Policy support for heating and cooling decarbonisation (Στήριξη πολιτικής για την απαλλαγή του τομέα θέρμανσης και ψύξης από τις ανθρακούχες εκπομπές)

·Regulatory and market conditions of District Heating and Cooling (Κανονιστικές συνθήκες και συνθήκες αγοράς του τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης)

·Potentials and levels for the electrification of space heating in buildings (Δυνατότητες και επίπεδα για τον εξηλεκτρισμό της θέρμανσης χώρων σε κτίρια)

·Renewable Heating and Cooling Pathways, Measures and Milestones for the implementation of the recast Renewable Energy Directive and full decarbonisation by 2050 (Διαδρομές, μέτρα και ορόσημα για θέρμανση και ψύξη από ανανεώσιμες πηγές για την εφαρμογή της αναδιατύπωσης της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την πλήρη απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές έως το 2050)

·Technical assistance to assess the potential of renewable liquid and gaseous transport fuels of non-biological origin (RFNBOs) as well as recycled carbon fuels (RCFs), to establish a methodology to determine the share of renewable energy from RFNBOs as well as to develop a framework on additionality in the transport sector (Τεχνική βοήθεια για την αξιολόγηση του δυναμικού των ανανεώσιμων υγρών και αερίων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης, καθώς και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα, για τη θέσπιση μεθοδολογίας προκειμένου να προσδιοριστεί το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης καθώς και για την ανάπτυξη πλαισίου για την προσθετικότητα στον τομέα των μεταφορών)

·Simplification of Permission and Administrative Procedures for RES Installations (Απλούστευση αδειοδότησης και διοικητικών διαδικασιών για εγκαταστάσεις ΑΠΕ)

·Establishing technical requirements & facilitating the standardisation process for guarantees of origin on the basis of Directive(EU) 2018/2001 (Καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων & διευκόλυνση της διαδικασίας τυποποίησης για εγγυήσεις προέλευσης βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001)

·Technical assistance for assessing options to establish an EU-wide green label with a view to promote the use of renewable energy coming from new installations (Τεχνική βοήθεια για την αξιολόγηση των επιλογών για τη θέσπιση οικολογικού σήματος για ολόκληρη την ΕΕ με στόχο την προώθηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που παράγεται από νέες εγκαταστάσεις)

·Αξιολόγηση του δυναμικού για νέες πρώτες ύλες για την παραγωγή προηγμένων βιοκαυσίμων (ENER C1 2019-412)

·Assessment of the potential for new feedstocks for the production of advanced biofuels (ENER C1 2019-412) [Υποστήριξη για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την έμμεση αλλαγή της χρήσης γης που ορίζονται στην οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ENER/C2/2018-462)]

·The use of woody biomass for energy production in the EU (JRC report, 01/2021) [Χρήση ξυλώδους βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας στην ΕΕ (έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών, 01/2021)]

·Scoping study setting technical requirements and options for a Union Database for tracing liquid and gaseous transport fuels (Μελέτη σκοπιμότητας που καθορίζει τεχνικές απαιτήσεις και επιλογές για μια ενωσιακή βάση δεδομένων για την ιχνηλάτηση υγρών και αερίων καυσίμων κίνησης)

Εκτίμηση επιπτώσεων

Η εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την πρόταση εκπονήθηκε με βάση την κατάρτιση μοντέλων, τις εισηγήσεις των ενδιαφερόμενων μερών και τις εισηγήσεις της διυπηρεσιακής ομάδας. Η έκθεση υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου στις 10 Μαρτίου 2021. Στις 19 Απριλίου 2021 η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέδωσε την πρώτη γνωμοδότησή της σχετικά με την εκτίμηση επιπτώσεων και μετά την επανυποβολή της εκτίμησης επιπτώσεων, η δεύτερη καταρτίστηκε στις 19 Μαΐου.

Στο πλαίσιο αυτό, η εκτίμηση επιπτώσεων ανέλυσε τις διάφορες επιλογές μέσω των οποίων η αναθεώρηση της οδηγίας REDII θα μπορούσε να συμβάλει με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο στην επίτευξη του επικαιροποιημένου στόχου στο πλαίσιο της ευρύτερης δέσμης προσαρμογής στον στόχο του 55 %.

Όσον αφορά το επίπεδο του συνολικού στόχου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η επιλογή 0 (αμετάβλητη κατάσταση) δεν θα παρείχε κανένα μέσο για να διασφαλιστεί ότι ο στόχος της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε ολόκληρη την ΕΕ θα αναπτυχθεί ώστε να ανέλθει τουλάχιστον στο 38-40 % στην τελική κατανάλωση ενέργειας. Η επιλογή 2 (υψηλότερος στόχος άνω του 40 %) θα οδηγούσε δυνητικά στην υπέρβαση του κλιματικού στόχου και στην έλλειψη συνοχής με άλλα νομοθετικά μέσα της ΕΕ. Ως εκ τούτου, η επιλογή 1 (ελάχιστος στόχος στο εύρος 38-40 %) δεν παρουσιάζει μειονεκτήματα και επομένως είναι η προτιμώμενη και πιο αποτελεσματική επιλογή. Όσον αφορά το είδος του στόχου, αν και η επιλογή 1 (εθνικοί δεσμευτικοί στόχοι) θα συνεπαγόταν την πιο αποτελεσματική επίτευξη αυξημένου μεριδίου ΑΠΕ, αυτό θα δημιουργούσε προβλήµατα ως προς την επικουρικότητα. Η τρέχουσα διαδικασία διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης αποτελεί σημαντικό θεμέλιο για την επίτευξη του στόχου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η πρώτη επαναληπτική διαδικασία επανεξέτασης των εθνικών σχεδίων, που ολοκληρώθηκε το 2020, αποδείχθηκε αποτελεσματική σε σχέση με το γεγονός ότι οι εθνικές συνεισφορές ήταν συλλογικά επαρκώς φιλόδοξες για την επίτευξη του δεσμευτικού στόχου της Ένωσης για ΑΠΕ το 2030. Σύμφωνα με τον κανονισμό για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν τα επικαιροποιημένα σχέδια τους στα ΕΣΕΚ τους έως τον Ιούνιο του 2023 και μπορούν ήδη να παρουσιάσουν πώς σχεδιάζουν να επιτύχουν τον υψηλότερο στόχο 2030. Δεδομένου του αποτελεσματικού χαρακτήρα και της αρχιτεκτονικής του τρέχοντος συστήματος, η επιλογή 0 (διατήρηση του δεσμευτικού στόχου της ΕΕ και των εθνικών προαιρετικών συνεισφορών) είναι η προτιμώμενη επιλογή.

Όσον αφορά τον τομέα θέρμανσης και ψύξης, η επιλογή 1 (μη κανονιστικά μέτρα) δεν θα ωθήσει τα κράτη μέλη να αυξήσουν τις προσπάθειες στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης ΑΠΕ κατά 1,1% τουλάχιστον μέση ποσοστιαία μονάδα ετησίως. Η μετατροπή των στοιχείων θέρμανσης και ψύξης των ΑΠΕ της ΕΕ από το σχέδιο κλιματικών στόχων σε δεσμευτική ενιαία ετήσια μέση αύξηση μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με την επιλογή 3β δεν θεωρείται αναλογική, αν και είναι η πιο αποτελεσματική. Το επίπεδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που απαιτείται το 2030 θα μπορούσε επίσης να τεθεί ως στόχος όπως προτείνεται στην επιλογή 3γ, αλλά θα απομακρυνόταν από το τρέχον μοντέλο και θα μπορούσε να διαταράξει τις ήδη τρέχουσες προσπάθειες εφαρμογής, αν και θα είχε σαφώς το πρόσθετο όφελος από τον καθορισμό του τελικού στόχου για το 2030. Η επιλογή 3α σε συνδυασμό με τα κτίρια του τομέα και ΑΠΕ της ΕΕ και τους δείκτες αναφοράς του κλάδου κατάλληλου σχεδιασμού (επιλογή 3δ) θα ήταν αποτελεσματική κατά την παροχή σωστού συνδυασμού οδηγών για την περαιτέρω ενσωμάτωση των εν λόγω τομέων στο ενεργειακό σύστημα . Η εν λόγω επιλογή 3α θα θέσει έναν ελάχιστο ενιαίο συντελεστή αύξησης των ΑΠΕ, καθιστώντας τον τρέχοντα ενδεικτικό ετήσιο στόχο αύξησης των 1,1 ποσοστιαίων μονάδων ως ελάχιστη απαιτούμενη προσπάθεια και θα συμπληρωθεί με συγκεκριμένες «συμπληρωματικές ενισχύσεις» των κρατών μελών που αναδιανέμουν τις επιπρόσθετες προσπάθειες για την επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για το 2030 μεταξύ των κρατών μελών με βάση το ΑΕΠ και το κόστος. Οι επιπρόσθετοι συντελεστές αύξησης των κρατών μελών θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα μέσο αξιολόγησης του σχετικού επιπέδου φιλοδοξίας των κρατών μελών στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, αλλά και ένα πιθανό μέτρο πλήρωσης κενών για τη γεφύρωση του χάσματος, εάν άλλοι τομείς εκτός από εκείνους της θέρμανσης και της ψύξης δεν επιτύχουν την κάλυψη του στόχου ΑΠΕ 38-40 %. Η επιλογή ενός κριτηρίου αναφοράς για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα των κτιρίων εξετάζεται επίσης εδώ.

Ο εκτεταμένος κατάλογος μέτρων σύμφωνα με την επιλογή 2α επιτρέπει την ευελιξία σε εθνικό επίπεδο και διασφαλίζει την αναλογικότητα και προσφέρει στα κράτη μέλη μια εργαλειοθήκη από την οποία μπορούν να επιλέξουν. Ο σχεδιασμός σέβεται τις εθνικές και τοπικές διαφορές σε συνθήκες και σημεία εκκίνησης και παρέχει ένα σαφές πλαίσιο για τους φορείς σε όλα τα επίπεδα (εθνικό, περιφερειακό, τοπικό) και όλων των τύπων (από επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και εταιρείες έως δήμους και έως πολίτες καταναλωτές/παραγωγούς-καταναλωτές).

Όσον αφορά τον τομέα της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης, η επιλογή 3γ (αύξηση του ενδεικτικού ετήσιου ποσοστιαίου σημείου-στόχου 1 % σε επίπεδα του σχεδίου κλιματικών στόχων κατά 2,1 % χωρίς μεταβολή του χαρακτήρα του) θα κατευθύνει τις εξελίξεις στον τομέα της τηλεθέρμανσης προς την ενσωμάτωση περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε εναρμόνιση με το σχέδιο κλιματικών στόχων και τους στόχους επίτευξης ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα, με παράλληλο σεβασμό της πληθώρας διαφορετικών καταστάσεων στα κράτη μέλη. Η επιλογή 3β (ενδεικτικός στόχος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της ΕΕ για το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης θα μπορούσε να προσφέρει παρόμοια οφέλη με την επιλογή 3γ, αλλά αποκλίνει από τις ισχύουσες διατάξεις και μπορεί να αποθαρρύνει την ήδη εν εξελίξει εφαρμογή. Η επιλογή 3δ (αύξηση της επιδίωξης αύξησης κατά 1 % ποσοστιαίας μονάδας και πρόσδοση δεσμευτικού χαρακτήρα σε αυτήν) θα ήταν ο πιο αποτελεσματικός σχεδιασμός στόχου, αλλά είναι πολύ αυστηρή και αφήνει λιγότερα περιθώρια για τα κράτη μέλη. Η επιλογή 3α (αμετάβλητη κατάσταση) θα επέτρεπε την επ’ αόριστον συνέχιση της τηλεθέρμανσης με ορυκτά καύσιμα και επομένως δεν συνάδει με τους στόχους της επανεξέτασης. Η επιλογή 2 (κατάλογος μέτρων) μπορεί να είναι αυτοτελής ή συμπληρωματική, καθώς δίνει ένα σαφέστερο ευνοϊκό πλαίσιο για τον μετασχηματισμό της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης, ώστε να αποτελέσουν παράγοντα που διευκολύνει την παροχή ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια και να καταστούν βασικό μέσο απαλλαγής της θέρμανσης από τις ανθρακούχες εκπομπές, ενώ ενισχύει την ενοποίηση του ενεργειακού τομέα σε εθνικά και κοινοτικά ενεργειακά συστήματα. Ο συνδυασμός της επιλογής 2 για μέτρα με τον σχεδιασμό στόχου στην επιλογή 3γ είναι η προτιμώμενη επιλογή για να διασφαλιστεί ότι η τηλεθέρμανση και η τηλεψύξη ευθυγραμμίζονται με την ΕΠΣ και αποτελούν καταλύτη για την επίτευξη του σχεδίου κλιματικών στόχων και των επιδιώξεων ενοποίησης του ενεργειακού συστήματος. Μαζί με τις επιλογές για ολόκληρο τον τομέα θέρμανσης και ψύξης και τον τομέα των κτιρίων, η εν λόγω επιλογή θα παρείχε επίσης ένα ευνοϊκό πλαίσιο υλοποίησης για την ανάπτυξη και επέκταση σύγχρονων έξυπνων συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης με βάση την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

Όσον αφορά την ενσωμάτωση ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η επιλογή 1.1 (διαθεσιμότητα πληροφοριών σχεδόν σε πραγματικό χρόνο για το ανανεώσιμο μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται από το δίκτυο) θα παρέχει αποτελεσματικά κίνητρα στην αγορά τα οποία σχετίζονται άμεσα με τη διείσδυση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τη μείωση του άνθρακα, χωρίς οποιαδήποτε διοικητική επιβάρυνση και σε εναρμόνιση με την ισχύουσα νομοθεσία. Η επιλογή 1.2 (πληροφορίες σχετικά με το μερίδιο ΑΠΕ και το προφίλ εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου) θα είχε κάποιες θετικές επιπτώσεις στην πληροφόρηση των καταναλωτών, ωστόσο θα απέφερε σε αντίθετη περίπτωση περιορισμένη προστιθέμενη αξία. Οι επιλογές 2.1-2.3 καλύπτουν διαφορετικές πτυχές βελτιστοποίησης ων έξυπνων υποδομών φόρτισης, με διαφορετικά επίπεδα θετικής συνεισφοράς στο συνολικό κόστος εφαρμογής και με οφέλη για την οικονομία. Προκειμένου να παρέχεται ευελιξία στα κράτη μέλη, επιλέχθηκε σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή βάσει εθνικής αξιολόγησης ως η προτιμώμενη λύση που βασίζεται στα λειτουργικά έξυπνα συστήματα φόρτισης, συμπεριλαμβανομένης της αμφίδρομης φόρτισης και της ανάπτυξης πρόσθετων έξυπνων σημείων φόρτισης (2.1Β, 2.2Β και 2.3). Οι επιλογές 3.1-3.3 αντιμετωπίζουν διάφορα εμπόδια στην αγορά ομαδοποίησης και παροχής υπηρεσιών κινητικότητας τα οποία παρεμποδίζουν τον ανταγωνισμό. Η επιλογή 3.1 [διασφάλιση ότι η μεταχείριση των συστημάτων ή συσκευών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας από φορείς εκμετάλλευσης δικτύων και αγορών δεν δημιουργεί διακρίσεις ή δεν είναι δυσανάλογη του μεγέθους τους (μικρής κλίμακας έναντι μεγάλης κλίμακας) ή αν είναι ακίνητα ή κινητά, ώστε να είναι σε θέση να προσφέρει σε ανταγωνιστικές τιμές υπηρεσίες ευελιξίας και εξισορρόπησης] είναι αναµφιβόλως θετική επιλογή. Η επιλογή 3.2 (αυτόνομοι φορείς συγκέντρωσης και πάροχοι υπηρεσιών κινητικότητας για πρόσβαση σε βασικές πληροφορίες για τις μπαταρίες, όπως η κατάσταση υγείας και η κατάσταση φόρτισης) είναι απαραίτητη για τον καθορισμό ισότιμων όρων ανταγωνισμού και η έγκαιρη εφαρμογή της θα έχει θετικά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στη διαθεσιμότητα, στην ποιότητα και στο κόστος των υπηρεσιών που παρέχονται σε ιδιώτες ιδιοκτήτες μπαταριών και στους χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων. Η επιλογή 3.3 (διασφάλιση ανοικτής πρόσβασης σε όλες τις δημόσιες προσβάσιμες υποδομές φόρτισης) αναμένεται να καταστεί όλο και πιο επωφελής με την αύξηση των ηλεκτρικών οχημάτων.

Από τις επιλογές που εξετάστηκαν σχετικά με την αύξηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον  τομέα των μεταφορών, ένας συνδυασμός της επιλογής 1Β (εκτός από την αύξηση του στόχου και του επιμέρους στόχου για προηγμένα βιοκαύσιμα, εισάγεται ένας ειδικός επιμέρους στόχος για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης) με τις επιλογές 2Α (προμηθευτές καυσίμων βάσει ενεργειακής υποχρέωσης), 2Γ [η επιλογή μεταξύ των προσεγγίσεων που περιγράφονται στα σημεία 2Α και 2Β (προμηθευτές καυσίμων βάσει υποχρέωσης εκπομπών)] εναπόκειται στα κράτη μέλη ή 2Δ (προμηθευτές καυσίμων βάσει υποχρέωσης εκπομπών αλλά και οι φορείς εκμετάλλευσης υποχρεούνται να επιτύχουν ελάχιστα μερίδια για προηγμένα βιοκαύσιμα και ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης) θα είχαν την καλύτερη συνολική απόδοση. Ενώ όλες οι επιλογές εκτός από την επιλογή 1 ανταποκρίνονται στο απαιτούμενο επίπεδο φιλοδοξίας, προκύπτουν σημαντικές διαφορές. Οι επιλογές που βασίζονται στην ενέργεια μπορούν να έχουν το πλεονέκτημα να προωθήσουν την ανάπτυξη και παραγωγή καινοτόμων ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα, καθώς παρέχουν το πιο προβλέψιμο και σταθερό πλαίσιο πολιτικής για επενδύσεις στις εν λόγω τεχνολογίες. Οι επιλογές που βασίζονται στην ένταση των αερίων του θερμοκηπίου μπορούν να τονώσουν τις βελτιώσεις της αλυσίδας εφοδιασμού και την αποδοτικότητα της τεχνολογίας σε ανανεώσιμα και καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα, όπου το κόστος παραγωγής είναι υψηλότερο και θα έχουν το πλεονέκτημα να διασφαλίσουν τη συνέπεια με την προσέγγιση που επιλέγεται βάσει της οδηγίας για την ποιότητα των καυσίμων. Αυτό, ωστόσο, απαιτεί την εφαρμογή αλλαγών στη μεθοδολογία που εφαρμόζεται για τον προσδιορισμό της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Η προώθηση της χρήσης ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης είναι απόλυτα εναρμονισμένη με τη στρατηγική για την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος και τη στρατηγική για το υδρογόνο, καθώς και με το σχέδιο κλιματικών στόχων, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη η προοπτική μετά το 2030. Αυτό ισχύει ιδίως για την επιλογή 1 (επέκταση του πεδίου λογιστικής των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης πέραν των μεταφορών και βελτίωση της συνέπειας της λογιστικής των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης) και την επιλογή 3 (δημιουργία ειδικών επιμέρους στόχων για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης σε τομείς που είναι δύσκολο να απαλλαγούν από τις ανθρακούχες εκπομπές). Οι συγκεκριμένοι αλλά ρεαλιστικοί επιμέρους στόχοι για τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης για τους τομείς των μεταφορών και της βιομηχανίας το 2030 θα αποτελέσουν το πρώτο βήμα για την ευρύτερης κλίμακας ανάπτυξή τους μετά το 2030.

Όσον αφορά την πιστοποίηση των ανανεώσιμων καυσίμων και των καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, αξιολογήθηκαν η επιλογή 1α (προσαρμογή του πεδίου και του περιεχομένου του ισχύοντος συστήματος πιστοποίησης ώστε να συμπεριλάβει όλα τα καύσιμα που καλύπτονται από την οδηγία REDII, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα) και η επιλογή 2Α (περαιτέρω ανάπτυξη του υφιστάμενου συστήματος εγγυήσεων προέλευσης ως εναλλακτικού συστήματος πιστοποίησης). Η επιλογή 1α θεωρήθηκε ότι έχει μεγάλες δυνατότητες για την ενίσχυση του υφιστάμενου συστήματος, με την πιστοποίηση καυσίμων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών να εξετάζεται σε ξεχωριστή νομοθετική πρόταση, όπως η δέσμη για το υδρογόνο και την απαλλαγμένη από τις ανθρακούχες εκπομπές αγορά αερίου. Οι επιλογές ανάπτυξης στον τομέα της ΤΠ θα υπόκεινται σε προέγκριση από το συμβούλιο τεχνολογίας πληροφοριών και κυβερνοασφάλειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Όσον αφορά τις επιλογές για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας της βιοενέργειας, η επιλογή 1 (μη κανονιστικά μέτρα) θα διευκολύνει την εφαρμογή των κριτηρίων βιωσιμότητας της οδηγίας REDII, αλλά δεν θα περιλαμβάνει πρόσθετες εγγυήσεις για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων κινδύνων. Η επιλογή 2 (στοχευμένη ενίσχυση των σημερινών κριτηρίων βιωσιμότητας της βιοενέργειας της ΕΕ) θα παρέχει την πιο άμεση διασφάλιση έναντι των κινδύνων παραγωγής δασικής βιομάζας σε περιοχές υψηλής βιοποικιλότητας. Θα εισαγάγει επίσης πρόσθετες εγγυήσεις που προωθούν τη βέλτιστη εξοικονόμηση του κύκλου ζωής εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και αποφεύγουν τη νέα αναποτελεσματική χρήση βιομάζας στον τομέα της ενέργειας. Η επιλογή 3 (ρύθμιση των μικρών εγκαταστάσεων) θα ενισχύσει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της επιλογής 2 ρυθμίζοντας μεγαλύτερη ποσότητα χρήσης βιομάζας για ενέργεια στην ΕΕ. Θα συμβάλει επίσης στη βελτίωση της δημόσιας παρακολούθησης της παραγωγής και της χρήσης βιομάζας. Η αξιοποίηση των προτιμώμενων επιλογών 2, 3 και 4.2 (η απαίτηση από τα κράτη μέλη να σχεδιάσουν τα συστήματά τους για τη στήριξη των καυσίμων βιομάζας με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι στρεβλώσεις της αγοράς στην αγορά πρώτων υλών, με στόχο την ελαχιστοποίηση της χρήσης στρογγυλής ξυλείας υψηλής ποιότητας), θα συνέβαλε στην ελαχιστοποίηση της χρήσης ολόκληρων δέντρων, όπως ορίζεται στη στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα.

Εκτός από τους βασικούς στόχους της αναθεώρησης της οδηγίας REDII για την αντιμετώπιση της ανεπαρκούς φιλοδοξίας στο πλαίσιο μιας προοπτικής για το 2030 και το 2050, την αντιμετώπιση της ανεπαρκούς ενοποίησης του συστήματος και την επικαιροποίηση των διατάξεων για τη βιωσιμότητα της βιοενέργειας, ένας περιορισμένος αριθμός επιπρόσθετων «συνοδευτικών» μέτρων ή μέτρων διευκόλυνσης θα μπορούσε να συμβάλει στην οικονομικά αποδοτική ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Όσον αφορά τις συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΣΑΗΕ), η επιλογή 1 (κατευθυντήριες γραμμές) θα παρέχει πρόσθετη καθοδήγηση στα κράτη μέλη χωρίς αυξημένη διοικητική επιβάρυνση, αν και η αποδοτικότητα θα εξαρτηθεί από την έγκριση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών. Η επιλογή 2 (οικονομικές ενισχύσεις για τη χρήση των ΣΑΗΕ για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) θα έχει θετικό όφελος για την απορρόφηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την ευρωπαϊκή οικονομία. Η επιλογή 3 (ενίσχυση των κανονιστικών μέτρων για τις ΣΑΗΕ) θα επιβάρυνε επιπλέον τα κράτη μέλη για την άρση τυχόν αδικαιολόγητων φραγμών, αλλά θα μπορούσε να προσφέρει πρόσθετη ασφάλεια στους παραγωγούς και στους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι επιλογές 1 και 2 θεωρούνται ο προτιμώμενος συνδυασμός.

Όσον αφορά τη διασυνοριακή συνεργασία, η επιλογή 1 (επικαιροποιημένες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής), δεν θα ήταν από μόνη της ιδιαίτερα αποτελεσματική, ενώ η επιλογή 2 (υποχρέωση των κρατών μελών να ελέγξουν τη διασυνοριακή συνεργασία εντός των επόμενων 3 ετών) είναι μέτριας αποτελεσματικότητας. Αν και η επιλογή 3 (υποχρεωτικό μερικό άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης) και η επιλογή 4 (ενισχυμένη χρήση του μηχανισμού της Ένωσης για τη χρηματοδότηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές) θα ήταν εξαιρετικά αποτελεσματικές, η επιλογή 2 αναμένεται να είναι πιο πολιτικά αποδεκτή και ως εκ τούτου η προτιμώμενη επιλογή.

Όσον αφορά την προώθηση της υπεράκτιας ενέργειας, δεδομένου του δεσμευτικού χαρακτήρα της επιλογής 1 (από κοινού προγραμματισμός) θα ήταν πολύ αποτελεσματικό να διασφαλιστεί ο καθορισμός και η υλοποίηση στόχων ανά θαλάσσια λεκάνη. Η επιλογή 2 (εισαγωγή ενιαίων σημείων επαφής για την άδεια ανά θαλάσσια λεκάνη) αναμένεται ότι θα είναι αρκετά αποτελεσματική για τη διευκόλυνση της αδειοδότησης διασυνοριακών υπεράκτιων έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Προτιμάται ένας συνδυασμός και των δύο επιλογών.

Όσον αφορά τη βιομηχανία, η επιλογή 0 (αμετάβλητη κατάσταση) δεν αναμένεται να αυξήσει το μερίδιο της κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον κλάδο, δημιουργώντας σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 και την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2050. Η επιλογή 1 (εισαγωγή χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στους ελέγχους που απαιτούνται σύμφωνα με την οδηγία για την αποδοτικότητα της ενέργειας) θα παρείχε αποτελεσματικά μέσα για την εισαγωγή των βιομηχανικών παραγόντων στις υπάρχουσες οικονομικά αποδοτικές λύσεις για τη μετάβαση στην ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, χωρίς καμία διοικητική επιβάρυνση και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Η επιλογή 2 (επισήμανση για βιομηχανικά προϊόντα σε ορισμένους τομείς που θεωρείται ότι παράγονται από ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές) παρέχει ένα αποτελεσματικό μέσο για τη δημιουργία μιας ομοιόμορφης και συνεκτικής αγοράς για τις εταιρείες που διαθέτουν στην αγορά προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται από ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Οποιαδήποτε υποχρεωτική επισήμανση θα πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά για να διασφαλιστεί η συμβατότητα με τους κανόνες του ΠΟΕ. Οι επιλογές 1 και 2 θα ήταν συμπληρωματικές και οι πιο αποτελεσματικές επιλογές, σε συνδυασμό με έναν ενδεικτικό στόχο για τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη βιομηχανία.

Συνολικά, οι επιλογές πολιτικής έχουν θετικά οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη. Ένα πιο ασφαλές ενεργειακό σύστημα της ΕΕ, λιγότερο εξαρτώμενο από τις εισαγωγές, θα επιτευχθεί με την αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας, κυρίως από υπεράκτιες πηγές. Η αναθεώρηση της οδηγίας REDII είναι πιθανό να έχει θετικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και στις επενδύσεις, με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας και τη μείωση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων και του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Πολλές από τις επιλογές πολιτικής αναμένεται να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, σύμφωνα με την προβλεπόμενη πράσινη ψηφιακή ανάκαμψη. Αναμένονται θετικές επιπτώσεις στην απασχόληση, ειδικά σε τομείς που συνδέονται με την ανανεώσιμη ενέργεια, με αύξηση της απασχόλησης και των δεξιοτήτων στον τομέα των κατασκευών και του ενεργειακού εφοδιασμού και με μετατόπιση της απασχόλησης μεταξύ των τομέων. Ανά ευρώ δαπάνης, η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές δημιουργεί σχεδόν 70 % περισσότερες θέσεις εργασίας από ό, τι οι δαπάνες για ορυκτά καύσιμα και τα ηλιακά φωτοβολταϊκά παράγουν διπλάσιο αριθμό θέσεων εργασίας ανά μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος σε σύγκριση με τον άνθρακα ή το φυσικό αέριο. Η μεγαλύτερη χρήση ενέργειας από βιώσιμες ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένου του ανανεώσιμου υδρογόνου, θα είχε ως αποτέλεσμα τις μειωμένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Η αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων θα μειώσει επίσης τους ατμοσφαιρικούς ρύπους και θα έχει ευεργετικό αντίκτυπο στην υγεία. Ο εξηλεκτρισμός των οδικών μεταφορών που βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές θα είχε θετικές επιπτώσεις ιδίως στην ατμοσφαιρική ρύπανση στα αστικά κέντρα, ενώ ο εξηλεκτρισμός, για παράδειγμα, της θέρμανσης στα κτίρια θα συμβάλει σημαντικά στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων αέριων ρύπων από το σύνολο των κτιρίων της Ευρώπης, ο οποίος σήμερα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα. Η ποιότητα του αέρα στις πόλεις θα βελτιωθεί μεταξύ άλλων με τη θέρμανση από ανανεώσιμες πηγές, ιδιαίτερα μέσω της τηλεθέρμανσης στις πόλεις. Οι θετικές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα θα προκύψουν από ισχυρότερα κριτήρια βιωσιμότητας για τη βιοενέργεια. Μπορεί να μειώσει τις εισαγωγές καυσίμων βιομάζας εκτός ΕΕ, καθώς οι τρίτες χώρες επιλέγουν να μην συμμορφωθούν με αυτά και να ανακατευθύνουν τις εξαγωγές τους μακριά από την ΕΕ.

Η αναθεώρηση της οδηγίας REDII θα έχει κυρίως πρακτικές συνέπειες για τις δημόσιες διοικήσεις των κρατών μελών, δεδομένης της ανάγκης συμμόρφωσης με υψηλότερους (δεσμευτικούς) στόχους που πρέπει να επιτευχθούν και να παρακολουθούνται ανάλογα. Άλλες ενέργειες που απαιτούνται από τη δημόσια διοίκηση περιλαμβάνουν την προώθηση και τη διευκόλυνση της αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από πολλαπλούς μεταφορείς.

   Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση του προγράμματος βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου από την οδηγία για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ 2014 και 2016. Δεδομένης της σχετικά πρόσφατης έγκρισής της οδηγίας REDII, η προτεινόμενη αναθεώρηση περιορίζεται σε αυτό που θεωρείται αναγκαίο για να συμβάλει με οικονομικά αποδοτικό τρόπο στην κλιματική φιλοδοξία της Ένωσης για το 2030 και δεν αποτελεί πλήρη αναθεώρηση της οδηγίας. Η εκτίμηση επιπτώσεων εντόπισε δυνατότητες απλούστευσης της νομοθεσίας και μείωσης του ρυθμιστικού κόστους.

Δεν προβλέπονται αλλαγές στο καθεστώς παρακολούθησης της συμμόρφωσης.

Η αύξηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα θέρμανσης και ψύξης και στα κτίρια θα απαιτήσει οικοδομικές εργασίες/ανακαίνιση, οδηγώντας σε αύξηση της απασχόλησης στον τομέα. Έως και το 95 % των επιχειρήσεων κατασκευών, αρχιτεκτονικής και πολιτικού μηχανικού είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), οπότε υπάρχει πιθανή θετική οικονομική επίπτωση στις ΜΜΕ. Η καθοδήγηση και η οικονομική ενίσχυση σχετικά με τις συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας θα βοηθήσουν τις ΜΜΕ που δεν έχουν τους πόρους να αντιμετωπίσουν πολύπλοκες συμβάσεις. Τα αυστηρότερα κριτήρια για τη δασική βιομάζα μπορεί να δημιουργήσουν αυξημένο διοικητικό κόστος και επιβάρυνση για τους μικρομεσαίους οικονομικούς φορείς.

Για να διασφαλιστεί ο θεμιτός ανταγωνισμός στην ενιαία αγορά, θα πρέπει να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες για όλους τους οικονομικούς φορείς. Ως εκ τούτου, η πρόταση δεν εξαιρεί τις ΜΜΕ ή τις πολύ μικρές επιχειρήσεις εκτός από την παροχή απλουστευμένων μηχανισμών ελέγχου για μικρές εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας. Ωστόσο, οι προβλεπόμενες οικονομικές επιπτώσεις πιθανόν να ωφελήσουν και τις ΜΜΕ καθώς το μεγαλύτερο μέρος της αλυσίδας αξίας της ανάπτυξης τεχνολογίας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ιδίως ηλιακών φωτοβολταϊκών, χρησιμοποιείται από ΜΜΕ.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Όσον αφορά τη συνέπεια με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο κύριος στόχος της εν λόγω επανεξέτασης είναι να αυξηθεί η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, και αυτό συνάδει απολύτως με το άρθρο 37 του Χάρτη βάσει του οποίου το υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και η βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος πρέπει να ενσωματωθεί στις πολιτικές της Ένωσης και να διασφαλιστεί σύμφωνα με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης.

4.    ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η παρούσα πρόταση τροποποιεί μια ισχύουσα οδηγία για τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και, επομένως, οι διοικητικές επιπτώσεις και το κόστος αναμένεται να είναι περιορισμένα, καθώς έχουν θεσπιστεί οι περισσότερες απαραίτητες δομές και κανόνες. Η πρόταση δεν συνεπάγεται πρόσθετο κόστος για τον προϋπολογισμό της ΕΕ.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Μετά την έγκριση της εν λόγω τροποποιητικής οδηγίας από τους συννομοθέτες, κατά την περίοδο μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, η Επιτροπή θα αναλάβει τις ακόλουθες ενέργειες για τη διευκόλυνση της μεταφοράς της:

Κατάρτιση πίνακα συσχέτισης που χρησιμεύει ως πίνακας ελέγχου για τις μεταφορές τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για την Επιτροπή.

Οργάνωση συνεδριάσεων με εμπειρογνώμονες των κρατών μελών που είναι επιφορτισμένοι με τη μεταφορά των διαφόρων τμημάτων της οδηγίας, προκειμένου να συζητήσουν τον τρόπο μεταφοράς τους και την επίλυση αμφιβολιών, είτε στο πλαίσιο της συντονισμένης δράσης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είτε στο πλαίσιο επιτροπής.

Διαθεσιμότητα για διμερείς συνεδριάσεις και συνεντεύξεις με κράτη μέλη σε περίπτωση ειδικής ερώτησης σχετικά με τη μεταφορά της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο.

Μετά την προθεσμία μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, η Επιτροπή θα διενεργήσει μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση όσον αφορά το εάν τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει με πλήρη και ορθό τρόπο την οδηγία στο εσωτερικό δίκαιο.

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα θέσπισε ένα ενοποιημένο πλαίσιο σχεδιασμού για την ενέργεια και το κλίμα, παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων, για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τους στόχους για το κλίμα και την ενέργεια σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαφάνειας της Συμφωνίας του Παρισιού. Τα κράτη μέλη έπρεπε να υποβάλουν στην Επιτροπή τα ενοποιημένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα έως τα τέλη του 2019, τα οποία θα κάλυπταν τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης για την περίοδο 2021-2030. Από το 2023, τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις ανά διετία για την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην εφαρμογή των σχεδίων και επιπλέον, έως τις 30 Ιουνίου 2023 πρέπει να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τα σχέδια επικαιροποίησης των σχεδίων, με τις τελικές ενημερώσεις να αναμένονται στις 30 Ιουνίου 2024. Η εν λόγω ενημέρωση, που αναμένεται το 2024, θα καλύψει τις υποχρεώσεις σχεδιασμού που σχετίζονται με τυχόν νέους στόχους που συμφωνήθηκαν στην αναθεώρηση της οδηγίας REDII. Τυχόν πρόσθετες απαιτήσεις σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στην εν λόγω πρόταση δεν θα δημιουργήσουν ένα νέο σύστημα σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων, αλλά θα υπόκεινται στο υπάρχον πλαίσιο προγραμματισμού και υποβολής εκθέσεων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999. Η μελλοντική αναθεώρηση του κανονισμού για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα θα επιτρέψει την ενοποίηση αυτών των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων.

Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)

Μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση της Επιτροπής κατά του Βελγίου (υπόθεση C-543/17), τα κράτη μέλη πρέπει να συνοδεύουν τις κοινοποιήσεις τους για τα εθνικά μέτρα μεταφοράς με επαρκώς σαφείς και ακριβείς πληροφορίες, αναφέροντας ποιες διατάξεις του εθνικού δικαίου μεταφέρονται στις διατάξεις της οδηγίας. Αυτό πρέπει να παρέχεται για κάθε υποχρέωση, όχι μόνο σε «επίπεδο άρθρου». Εάν τα κράτη μέλη συμμορφωθούν με την εν λόγω υποχρέωση, δεν απαιτείται, κατ' αρχήν, να στείλουν στην Επιτροπή επεξηγηματικά έγγραφα για τη μεταφορά.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Οι κύριες διατάξεις που αλλάζουν ουσιωδώς την οδηγία (ΕΚ) 2018/2001 ή προσθέτουν νέα στοιχεία είναι οι ακόλουθες:

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 τροποποιεί το άρθρο 2 της οδηγίας REDII αλλάζοντας τον ορισμό των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης και της προκαθορισμένης τιμής και προσθέτοντας νέους ορισμούς για τη στρογγυλή ξυλεία ποιότητας, τα ανανεώσιμα καύσιμα, τη ζώνη προσφοράς, το έξυπνο σύστημα μέτρησης, το σημείο επαναφόρτισης, τον συμμετέχοντα στην αγορά, την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, την μπαταρία οικιακής χρήσης, την μπαταρία ηλεκτρικών οχημάτων, την μπαταρία βιομηχανικού τύπου, την κατάσταση υγείας, την κατάσταση φόρτισης, το σημείο ρύθμισης ισχύος, την έξυπνη φόρτιση, τη ρυθμιστική αρχή, την αμφίδρομη φόρτιση, το σημείο επαναφόρτισης κανονικής ισχύος, τη βιομηχανία, τους μη ενεργειακούς σκοπούς, τη δασική φυτεία και το φυτευμένο δάσος.

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 τροποποιεί το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII με τον επικαιροποιημένο στόχο της ΕΕ σχετικά με το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για το 2030 να ανέρχεται τουλάχιστον στο 40 % στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030. Τροποποιεί επίσης το άρθρο 3 παράγραφος 3 έως ότου ενισχυθεί η υποχρέωση ελαχιστοποίησης των κινδύνων περιττών στρεβλώσεων της αγοράς που προκύπτουν από τα καθεστώτα στήριξης και να αποφευχθεί η υποστήριξη ορισμένων πρώτων υλών για την παραγωγή ενέργειας σύμφωνα με την αρχή της αλυσιδωτής χρήσης. Εισάγει επίσης την υποχρέωση σταδιακής εξάλειψης, με ορισμένες εξαιρέσεις, της στήριξης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα από το 2026. Επιπλέον, το άρθρο 1 παράγραφος 2 προσθέτει μια νέα παράγραφο για τον εξηλεκτρισμό, προκειμένου να συνδράμει τα κράτη μέλη να επιτύχουν την εθνική τους συνεισφορά.

Το άρθρο 1 παράγραφος 3 τροποποιεί το άρθρο 7 της οδηγίας REDII με την επικαιροποιημένη μέθοδο υπολογισμού του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έτσι ώστε (i) η ενέργεια από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης να λογίζεται στον τομέα στον οποίο καταναλώνεται (τομέας ηλεκτρικής ενέργειας, τομέας θέρμανσης και ψύξης ή τομέας μεταφορών), και (ii) ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης δεν περιλαμβάνεται στον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο κράτος μέλος.

Το άρθρο 1 παράγραφος 4 τροποποιεί το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII με μια πρόσθετη παράγραφο σχετικά με την υποχρέωση των κρατών μελών να διεξάγουν διασυνοριακό πιλοτικό έργο εντός 3 ετών και τροποποιεί το άρθρο 9 παράγραφος 7 της οδηγίας REDII με μια πρόσθετη παράγραφο για το κοινό υπεράκτιο ενεργειακό σχέδιο ανά θαλάσσια λεκάνη, βάσει της οποίας τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίσουν από κοινού και να συμφωνήσουν να συνεργαστούν για το ποσό της υπεράκτιας παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές που θα αναπτυχθεί σε κάθε θαλάσσια λεκάνη έως το 2050, με ενδιάμεσα βήματα το 2030 και το 2040.

Το άρθρο 1 παράγραφος 5 τροποποιεί το άρθρο 15 της οδηγίας REDII διαγράφοντας τις παραγράφους 4 έως 7 σχετικά με κτίρια, τα οποία έχουν μεταφερθεί σε νέο άρθρο (15α), επικαιροποιώντας τις παραπομπές σε πρότυπα, ενισχύοντας τη διάταξη για συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και προσθέτοντας μια ρήτρα στην επανεξέταση των διοικητικών διαδικασιών ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας.

Το άρθρο 1 παράγραφος 6 εισάγει ένα νέο άρθρο 15α σχετικά με την ενσωμάτωση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τη λήψη μέτρων για την κυρίαρχη θέρμανση και ψύξη στα κτίρια. Το εν λόγω νέο άρθρο περιλαμβάνει έναν νέο ενδεικτικό στόχο της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια έως το 2030 σε ποσοστό 49 % και παραπομπή στον νέο ορισμό της «αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης» που θα προστεθεί στην αναδιατυπωμένη οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, η οποία είναι ένας από τους τρόπους που μπορεί να ικανοποιηθεί το ελάχιστο επίπεδο ΑΠΕ σε νέα κτίρια και κτίρια που υπόκεινται σε σημαντική ανακαίνιση. Προσαρμόζει το κείμενο των παραγράφων για τα κτίρια του άρθρου 15 της οδηγίας REDII για να τα συνδέσει με την επίτευξη των ενδεικτικών στόχων ΑΠΕ και να προωθήσει τη μετάβαση από τα συστήματα θέρμανσης ορυκτών καυσίμων σε ΑΠΕ, καθώς και να είναι συνεκτική με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων.

Το άρθρο 1 παράγραφος 7 τροποποιεί το άρθρο 18 παράγραφος 3 της οδηγίας REDII με προσαρμοσμένες παραγράφους σχετικά με τις απαιτήσεις πιστοποίησης και πιστοποίησης των εγκαταστατών για την αντιμετώπιση του γεγονότος ότι υπάρχει έλλειψη εγκαταστατών συστημάτων ανανεώσιμων πηγών θέρμανσης, γεγονός που αποτελεί «τροχοπέδη» για τη σταδιακή κατάργηση των συστημάτων ορυκτών καυσίμων. Διαγράφει επίσης τον κατάλογο με τις ειδικές κατηγορίες τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών θέρμανσης και τον αντικαθιστά με μια γενική παραπομπή στα συστήματα θέρμανσης ΑΠΕ. Τροποποιεί το άρθρο 18 παράγραφος 4 της οδηγίας REDII υποχρεώνοντας τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για τη στήριξη της συμμετοχής σε προγράμματα κατάρτισης. Η προηγούμενη δυνατότητα για τα κράτη μέλη να δημοσιοποιήσουν τον κατάλογο των ειδικευμένων εγκαταστατών καθίσταται απαίτηση.

Το άρθρο 1 παράγραφος 8 τροποποιεί το άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 8 της οδηγίας REDII για να ανακαλέσει την ικανότητα των κρατών μελών να μην εκδίδουν εγγυήσεις προέλευσης σε παραγωγό που λαμβάνει οικονομική ενίσχυση, σε σύνδεση με τις αλλαγές που σχετίζονται με τις συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στο άρθρο 15.

Το άρθρο 1 παράγραφος 9 τροποποιεί το άρθρο 20 παράγραφος 3 της οδηγίας REDII με νέα και πρόσθετη παράγραφο για την ενίσχυση της ενοποίησης του ενεργειακού συστήματος μεταξύ συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και άλλων ενεργειακών δικτύων, απαιτώντας από τα κράτη μέλη, όπου χρειάζεται, να αναπτύξουν αποτελεσματικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης για την προώθηση του τομέα θέρμανσης και ψύξης από ΑΠΕ.

Το άρθρο 1 παράγραφος 10 εισάγει ένα νέο άρθρο 20α στην οδηγία REDII που διευκολύνει την ενοποίηση συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με τα ακόλουθα μέτρα:

·οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς και οι διαχειριστές συστήματος διανομής υποχρεούνται να διαθέτουν πληροφορίες σχετικά με το μερίδιο των ΑΠΕ και την περιεκτικότητα των αερίων θερμοκηπίου αναφορικά με την ηλεκτρική ενέργεια που παρέχουν, προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να δοθούν περισσότερες πληροφορίες στους παράγοντες της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, στους φορείς συγκέντρωσης, στους καταναλωτές και στους τελικούς χρήστες·

·οι κατασκευαστές μπαταριών πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τη χωρητικότητα της μπαταρίας, την κατάσταση της υγείας τους, την κατάσταση φόρτισης και τη ρύθμιση ισχύος στους κατόχους μπαταριών καθώς και σε τρίτα μέρη που ενεργούν για λογαριασμό τους·

·τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν έξυπνη δυνατότητα φόρτισης για μη προσβάσιμα στο κοινό σημεία επαναφόρτισης κανονικής ισχύος, λόγω της συνάφειάς τους με την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος·

·τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κανονιστικές διατάξεις σχετικά με τη χρήση των στοιχείων αποθήκευσης και εξισορρόπησης δεν εισάγουν διακρίσεις όσον αφορά τη συμμετοχή μικρών και/ή κινητών συστημάτων αποθήκευσης στην αγορά υπηρεσιών ευελιξίας, εξισορρόπησης και αποθήκευσης.

Το άρθρο 1 παράγραφος 11 εισάγει ένα νέο άρθρο 22α στην οδηγία REDII για την ένταξη της ανανεώσιμης ενέργειας στη βιομηχανία με ενδεικτικό στόχο την ετήσια μέση αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες και δεσμευτικό στόχο ποσοστού 50 % για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως φορέας ενέργειας. Εισάγει επίσης την απαίτηση η επισήμανση των πράσινων βιομηχανικών προϊόντων να εμφανίζει το ποσοστό της ανανεώσιμης ενέργειας που χρησιμοποιείται σύμφωνα με κοινή μεθοδολογία σε επίπεδο ΕΕ.

Το άρθρο 1 παράγραφος 12 τροποποιεί το άρθρο 23 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII έτσι ώστε η ετήσια αύξηση της θέρμανσης και της ψύξης κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες να γίνει δεσμευτική βάση και προσθέτει μια πρόσθετη παράγραφο που υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διενεργούν εκτίμηση των δυνατοτήτων τους από ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και της χρήσης απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης. Τροποποιεί επίσης το άρθρο 23 παράγραφος 4 της οδηγίας REDII με έναν εκτεταμένο κατάλογο μέτρων που θα τους βοηθήσουν στην υλοποίηση του στόχου θέρμανσης και ψύξης. Ενισχύει επίσης αυτήν την παράγραφο, έτσι ώστε τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν, αντί να στοχεύουν στη διασφάλιση, την προσβασιμότητα των μέτρων από όλους τους καταναλωτές, ιδίως από εκείνους με νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα ή ευάλωτα νοικοκυριά, τα οποία διαφορετικά δεν θα είχαν επαρκές κεφάλαιο για να επωφεληθούν.

Το άρθρο 1 παράγραφος 13 τροποποιεί το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII με μια επικαιροποιημένη παράγραφο σχετικά με τις πληροφορίες σχετικά με το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης. Το άρθρο 1 παράγραφος 13 τροποποιεί το άρθρο 24 παράγραφος 4 της οδηγίας REDII με μια επικαιροποιημένη παράγραφο για το αυξημένο μερίδιο στόχου, από 1 ποσοστιαία μονάδα σε 2,1 ποσοστιαίες μονάδες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη στον τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και προστίθεται νέα παράγραφος επεκτείνοντας την πρόσβαση τρίτων σε συστήματα τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης άνω των 25 MWth όπου αυτό είναι εφικτό.. Το άρθρο 1 παράγραφος 13 τροποποιεί το άρθρο 24 παράγραφος 5 της οδηγίας REDII με μια επικαιροποιημένη παράγραφο προσθέτοντας παραπομπή στον νέο ορισμό της αποδοτικής τηλεθέρμανσης (που προστίθεται στην αναδιατυπωμένη οδηγία για την ενεργειακή απόδοση) και απαιτεί από τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν έναν μηχανισμό αντιμετώπισης με αδικαιολόγητη άρνηση πρόσβασης τρίτων. Το άρθρο 24 παράγραφος 6 της οδηγίας REDII τροποποιείται με νέα παράγραφο σχετικά με ένα πλαίσιο για να διευκολυνθεί ο συντονισμός μεταξύ των φορέων που διαδραματίζουν ρόλο στη χρήση της απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης. Το άρθρο 1 παράγραφος 13 τροποποιεί το άρθρο 24 παράγραφος 8 της οδηγίας REDII με επικαιροποιημένες παραγράφους που απαιτούν από τους διαχειριστές συστήματος διανομής να αξιολογούν κάθε 4 χρόνια τη δυνατότητα των συστημάτων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, προκειμένου να παρέχουν εξισορρόπηση και άλλες υπηρεσίες συστήματος. Το άρθρο 24 παράγραφος 9 της οδηγίας REDII τροποποιείται με μια επικαιροποιημένη παράγραφο σχετικά με την υποχρέωση των κρατών μελών να διασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών και οι κανόνες λειτουργίας των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης σύμφωνα με τους αναθεωρημένους κανονισμούς καθορίζονται διατίθενται στο κοινό και εφαρμόζονται με σαφήνεια από την αρμόδια αρχή. Το άρθρο 24 παράγραφος 10 της οδηγίας REDII τροποποιείται με μια επικαιροποιημένη παράγραφο που διορθώνει τις διασταυρούμενες παραπομπές και προσθέτει τον νέο ορισμό της αποδοτικής τηλεθέρμανσης (προστίθεται στην αναδιατυπωμένη οδηγία για την ενεργειακή απόδοση).

Το άρθρο 1 παράγραφος 14 τροποποιεί το άρθρο 25 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII αυξάνοντας το επίπεδο φιλοδοξίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές, θέτοντας στόχο μείωσης της έντασης των αερίων του θερμοκηπίου κατά 13 %, αυξάνοντας τον επιμέρους στόχο για προηγμένα βιοκαύσιμα από τουλάχιστον 0,2 % το 2022 σε 0,5 % το 2025 και 2,2 % το 2030, και καθιέρωση επιμέρους στόχου 2,6 % για τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης. Το άρθρο 1 παράγραφος 14 εισάγει επίσης έναν πιστωτικό μηχανισμό για την προώθηση της ηλεκτροκίνησης, σύμφωνα με τον οποίο οι οικονομικοί φορείς που προμηθεύουν ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε ηλεκτρικά οχήματα μέσω δημόσιων σταθμών φόρτισης θα λάβουν πιστώσεις που μπορούν να πουλήσουν σε προμηθευτές καυσίμων που μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν για να εκπληρώσουν την υποχρέωση του προμηθευτή καυσίμων.

Το άρθρο 1 παράγραφος 15 τροποποιεί το άρθρο 26 της οδηγίας REDII ώστε να αντικατοπτρίζει τον στόχο έντασης των αερίων του θερμοκηπίου που έχει τεθεί στις μεταφορές.

Το άρθρο 1 παράγραφος 16 τροποποιεί το άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας REDII θέτοντας κανόνες για τον υπολογισμό τόσο της μείωσης της έντασης των καυσίμων αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές όσο και τους στόχους για προηγμένα βιοκαύσιμα και βιοαέρια και ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης. Το άρθρο 1 παράγραφος 16 διαγράφει το άρθρο 27 παράγραφος 2 της οδηγίας REDII για την αφαίρεση των πολλαπλασιαστών που σχετίζονται με ορισμένα ανανεώσιμα καύσιμα και με την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και που χρησιμοποιείται στις μεταφορές. Το άρθρο 1 παράγραφος 16 τροποποιεί το άρθρο 27 παράγραφος 3 της οδηγίας REDII για τη διαγραφή του πλαισίου σχετικά με την προσθετικότητα για την ηλεκτρική ενέργεια στις μεταφορές και για την εφαρμογή των διατάξεων για τον υπολογισμό των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που παράγονται από ηλεκτρική ενέργεια ανεξάρτητα από τον τομέα στον οποίο καταναλώθηκαν τα εν λόγω καύσιμα.

Το άρθρο 1 παράγραφος 17 τροποποιεί το άρθρο 28 διαγράφοντας τις παραγράφους στη βάση δεδομένων της Ένωσης, το οποίο ρυθμίζεται πλέον από τις διατάξεις του άρθρου 31 στοιχείο α), και διαγράφοντας την εξουσιοδότηση στην παράγραφο 5 για την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση πράξης που καθορίζει τη μεθοδολογία για την αξιολόγηση της εξοικονόμησης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και από καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα, το οποίο ρυθμίζεται πλέον στο άρθρο 1 παράγραφος 20.

Το άρθρο 1 παράγραφος 18 τροποποιεί το άρθρο 29 παράγραφοι 1, 3, 4, 5 και 6 της οδηγίας REDII με επικαιροποιημένες παραγράφους με στοχευμένη ενίσχυση των σημερινών κριτηρίων βιωσιμότητας με την εφαρμογή των υφιστάμενων κριτηρίων γης (π.χ. ζώνες «απαγορευμένης πρόσβασης») στη γεωργική βιομάζα και στη δασική βιομάζα (συμπεριλαμβανομένων πρωτογενών, πλούσιας ποικιλομορφίας δασών και τυρφώνων). Τα εν λόγω ενισχυμένα κριτήρια εφαρμόζονται σε μικρής κλίμακας εγκαταστάσεις θερμότητας και ισχύος που βασίζονται σε βιομάζα κάτω από μια συνολική τιμή θερμικής ισχύος 5 MW. Το άρθρο 1 παράγραφος 18 τροποποιεί το άρθρο 29 παράγραφος 10 της οδηγίας REDII με επικαιροποιημένη παράγραφο που εφαρμόζει τα υπάρχοντα όρια εξοικονόμησης αερίων του θερμοκηπίου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και ψύξης από καύσιμα βιομάζας σε υπάρχουσες εγκαταστάσεις (όχι μόνο νέες εγκαταστάσεις). Το άρθρο 1 παράγραφος 18 προσθέτει επιπλέον στοιχεία στο άρθρο 29 παράγραφος 6 για να ελαχιστοποιήσει τις αρνητικές επιπτώσεις της δασικής εκμετάλλευσης στην ποιότητα του εδάφους και στη βιοποικιλότητα.

Το άρθρο 1 παράγραφος 19 εισάγει ένα νέο άρθρο 29α σχετικά με τα κριτήρια εξοικονόμησης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα, έτσι ώστε η ενέργεια από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης να μπορεί να υπολογίζεται μόνο στους στόχους που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, εφόσον η εξοικονόμηση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου είναι τουλάχιστον 70 % και η ενέργεια από καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα μπορεί να υπολογιστεί ως στόχος μεταφοράς μόνο εάν η εξοικονόμηση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ανέρχεται τουλάχιστον στο 70 %.

Το άρθρο 1 παράγραφος 20 τροποποιεί το άρθρο 30 της οδηγίας REDII για να το προσαρμόσει στις αλλαγές που εισάγονται στα άρθρα 29α και 31α. Εισάγει επίσης έναν απλουστευμένο μηχανισμό ελέγχου για εγκαταστάσεις μεταξύ 5 και 10 MW.

Το άρθρο 1 παράγραφος 21 διαγράφει τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 31 της οδηγίας REDII, που ρύθμιζαν τη δυνατότητα χρήσης περιφερειακών καλλιεργητικών αξιών, προκειμένου να προωθηθούν περισσότερο οι ατομικές προσπάθειες των παραγωγών για τη μείωση της έντασης των πρώτων υλών των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Το άρθρο 1 παράγραφος 22 εισάγει ένα νέο άρθρο 31α, το οποίο ρυθμίζει τη βάση δεδομένων της Ένωσης, διευρύνοντας το πεδίο εφαρμογής του, ώστε να καλύπτει καύσιμα όχι μόνο στον τομέα των μεταφορών. Θα επιτρέψει τον εντοπισμό υγρών και αερίων ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα, καθώς και του κύκλου ζωής των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η βάση δεδομένων είναι το εργαλείο παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων όπου οι προμηθευτές καυσίμων πρέπει να εισάγουν τις απαραίτητες πληροφορίες για να ελέγξουν τη συμμόρφωσή τους με την υποχρέωση των προμηθευτών καυσίμων σύμφωνα με το άρθρο 25.

Το άρθρο 2 τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 προκειμένου να αλλάξει ο δεσμευτικός στόχος σε επίπεδο Ένωσης τουλάχιστον 32 % για το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ένωση το 2030 σε «δεσμευτικό στόχο της Ένωσης για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001». Δεν τροποποιεί άλλα βασικά στοιχεία του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, όπως ο στόχος διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά 15 %, ο οποίος παραμένει καθοριστικός για την ενοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Το άρθρο 3 τροποποιεί την οδηγία 98/70/ΕΚ για να αποφευχθεί η επανάληψη των απαιτήσεων των κανονισμών όσον αφορά τους στόχους για την απαλλαγή των καυσίμων κίνησης από τις ανθρακούχες εκπομπές και την ευθυγραμμίζει με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις υποχρεώσεις σχετικά με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη χρήση βιοκαυσίμων.

Το άρθρο 4 περιλαμβάνει μεταβατικές διατάξεις που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων βάσει της οδηγίας 98/70/ΕΚ για να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που συγκεντρώνονται και υποβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα της οδηγίας 98/70/ΕΚ, τα οποία διαγράφονται από το άρθρο 3 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας, υποβάλλονται στην Επιτροπή.

Το άρθρο 5 περιλαμβάνει τις διατάξεις σχετικά με τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο.

Το άρθρο 6 καταργεί την οδηγία (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου.

Το άρθρο 7 αφορά την έναρξη ισχύος.

2021/0218 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114 και το άρθρο 194 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 3 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών 4 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία 5 θέτει ως στόχο της Ένωσης την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2050 κατά τρόπο που να συμβάλλει στην ευρωπαϊκή οικονομία, στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτός ο στόχος και ο στόχος της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55 % έως το 2030, όπως ορίζεται στο σχέδιο κλιματικών στόχων για το 2030 6 , το οποίο εγκρίθηκε τόσο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 7 όσο και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο 8 , απαιτούν ενεργειακή μετάβαση και σημαντικά υψηλότερα μερίδια ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ένα ενοποιημένο ενεργειακό σύστημα.

(2)Η ανανεώσιμη ενέργεια διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο στην υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και στην επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, δεδομένου ότι ο ενεργειακός τομέας συνεισφέρει πάνω από το 75 % των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση. Με τη μείωση των εν λόγω αερίων του θερμοκηπίου, η ανανεώσιμη ενέργεια συμβάλλει επίσης στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που σχετίζονται με το περιβάλλον, όπως η απώλεια βιοποικιλότητας.

(3)Η οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 9 θέτει ως δεσμευτικό στόχο της Ένωσης να επιτευχθεί μερίδιο τουλάχιστον 32 % της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης έως το 2030. Σύμφωνα με το σχέδιο κλιματικών στόχων, το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας θα πρέπει να αυξηθεί στο 40 % έως το 2030, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του στην Ένωση 10 . Επομένως, ο στόχος που ορίζεται στο άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας πρέπει να αυξηθεί.

(4)Καθίσταται ολοένα και περισσότερα εμφανής η ανάγκη της ευθυγράμμισης των πολιτικών για τη βιοενέργεια με την αρχή της αλυσιδωτής χρήσης της βιομάζας 11 , με σκοπό τη διασφάλιση δίκαιης πρόσβασης στην αγορά πρώτων υλών βιομάζας για την ανάπτυξη καινοτόμων βιολογικών λύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας και μιας βιώσιμης κυκλικής βιοοικονομίας. Κατά την ανάπτυξη καθεστώτων στήριξης για τη βιοενέργεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει, συνεπώς, να λαμβάνουν υπόψη τη διαθέσιμη βιώσιμη παροχή βιομάζας για ενεργειακές και μη ενεργειακές χρήσεις και τη συντήρηση των εθνικών δασικών καταβοθρών άνθρακα και οικοσυστημάτων, καθώς και τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της αλυσιδωτής χρήσης της βιομάζας και την ιεράρχηση των αποβλήτων που θεσπίζεται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 12 . Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να μην παρέχουν καμία στήριξη στην παραγωγή ενέργειας από κορμοτεμάχια πριστής ξυλείας, κορμοτεμάχια ξυλόφυλλων, πρέμνα και ρίζες και να αποφεύγουν τη χρήση ποιοτικής στρογγυλής ξυλείας για ενέργεια, εκτός από σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις. Σύμφωνα με την αρχή της αλυσιδωτής χρήσης, η ξυλώδης βιομάζα θα πρέπει να χρησιμοποιείται σύμφωνα με την υψηλότερη οικονομική και περιβαλλοντική προστιθέμενη αξία της με την ακόλουθη σειρά προτεραιοτήτων: 1) προϊόντα με βάση το ξύλο, 2) παράταση της διάρκειας ζωής τους, 3) επαναχρησιμοποίηση, 4) ανακύκλωση, 5) βιοενέργεια και 6) διάθεση. Εάν καμία άλλη χρήση για την ξυλώδη βιομάζα δεν είναι οικονομικά βιώσιμη ή περιβαλλοντικά κατάλληλη, η ανάκτηση ενέργειας συμβάλλει στη μείωση της παραγωγής ενέργειας από μη ανανεώσιμες πηγές. Τα καθεστώτα στήριξης των κρατών μελών για τη βιοενέργεια θα πρέπει συνεπώς να κατευθύνονται σε πρώτες ύλες για τις οποίες ο ανταγωνισμός στην αγορά με τους τομείς υλικών είναι περιορισμένος και των οποίων η προμήθεια θεωρείται θετική τόσο για το κλίμα όσο και για τη βιοποικιλότητα, προκειμένου να αποφευχθούν αρνητικά κίνητρα για μη βιώσιμες οδούς παραγωγής βιοενέργειας, όπως προσδιορίστηκαν στην έκθεση του Κοινού Κέντρου Ερευνών «The use of woody biomass for energy production in the EU» (Η χρήση ξυλώδους βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας στην ΕΕ) 13 . Από την άλλη πλευρά, για τον καθορισμό των περαιτέρω επιπτώσεων της αρχής της αλυσιδωτής χρήσης, είναι απαραίτητο να αναγνωριστούν οι εθνικές ιδιαιτερότητες που καθοδηγούν τα κράτη μέλη στον σχεδιασμό των καθεστώτων στήριξής τους. Η πρόληψη δημιουργίας, η επαναχρησιμοποίηση και η ανακύκλωση των αποβλήτων θα πρέπει να αποτελεί επιλογή προτεραιότητας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν τη δημιουργία καθεστώτων στήριξης που θα έρχονταν σε αντίθεση με τους στόχους για την επεξεργασία των αποβλήτων και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μη αποδοτική χρήση των ανακυκλώσιμων αποβλήτων. Επιπλέον, για να διασφαλιστεί η αποδοτικότερη χρήση της βιοενέργειας, από το 2026 τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να παρέχουν πλέον στήριξη σε εγκαταστάσεις αποκλειστικής ηλεκτροπαραγωγής, εκτός εάν οι εγκαταστάσεις βρίσκονται σε περιοχές με ειδικό καθεστώς χρήσης όσον αφορά τη μετάβασή τους από ορυκτά καύσιμα ή εάν οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα.

(5)Η ταχεία ανάπτυξη και η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα κόστους της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να καλυφθεί ένα μερίδιο της ζήτησης ενέργειας το οποίο θα αυξάνεται, για παράδειγμα, με τη χρήση αντλιών θερμότητας για τη θέρμανση χώρων ή βιομηχανικές διεργασίες χαμηλής θερμοκρασίας, τη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων στις μεταφορές ή ηλεκτρικών κλιβάνων σε ορισμένες βιομηχανίες. Η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή συνθετικών καυσίμων για κατανάλωση σε τομείς μεταφορών που είναι δύσκολο να απαλλαγούν από τις ανθρακούχες εκπομπές, όπως οι αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές. Ένα πλαίσιο για τον εξηλεκτρισμό πρέπει να επιτρέπει ισχυρό και αποτελεσματικό συντονισμό και να επεκτείνει τους μηχανισμούς της αγοράς για την αντιστοίχιση της προσφοράς και της ζήτησης στον χώρο και στον χρόνο, την τόνωση των επενδύσεων σε σχέση με την ευελιξία και στην ενσωμάτωση μεγάλων μεριδίων μεταβλητής παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να διασφαλίσουν ότι η ανάπτυξη ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές θα εξακολουθήσει να αυξάνεται με επαρκή ρυθμό για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν ένα πλαίσιο που θα περιλαμβάνει μηχανισμούς συμβατούς με την αγορά για την αντιμετώπιση των εναπομενόντων εμποδίων για την ύπαρξη ασφαλών και επαρκών συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας κατάλληλων για υψηλό επίπεδο ανανεώσιμης ενέργειας, καθώς και εγκαταστάσεων αποθήκευσης, πλήρως ενσωματωμένων στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, το εν λόγω πλαίσιο θα αντιμετωπίσει τα εναπομένοντα εμπόδια, συμπεριλαμβανομένων των μη χρηματοοικονομικών, όπως η ανεπάρκεια των ψηφιακών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού των αρχών για την επεξεργασία αυξανόμενου αριθμού αιτήσεων χορήγησης άδειας.

(6)Κατά τον υπολογισμό του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε ένα κράτος μέλος, τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης θα πρέπει να υπολογίζονται στον τομέα όπου καταναλώνονται (ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και ψύξη ή μεταφορές). Για να αποφευχθεί η διπλή καταμέτρηση, η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιείται για την παραγωγή των εν λόγω καυσίμων δεν θα πρέπει να υπολογίζεται. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την εναρμόνιση των λογιστικών κανόνων για τα εν λόγω καύσιμα σε ολόκληρη την οδηγία, ανεξάρτητα από το εάν υπολογίζονται για τον συνολικό στόχο ανανεώσιμης ενέργειας ή για οποιονδήποτε επιμέρους στόχο. Θα επέτρεπε επίσης τον υπολογισμό της πραγματικής ενέργειας που καταναλώνεται, λαμβανομένων υπόψη των ενεργειακών απωλειών στη διαδικασία παραγωγής των εν λόγω καυσίμων. Επιπλέον, θα επέτρεπε τον υπολογισμό των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που εισάγονται και καταναλώνονται στην Ένωση.

(7)Η συνεργασία των κρατών μελών για την προώθηση της ανανεώσιμης ενέργειας μπορεί να λάβει τη μορφή στατιστικών μεταβιβάσεων, καθεστώτων στήριξης ή κοινών έργων. Επιτρέπει μια οικονομικά αποδοτική ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας σε ολόκληρη την Ευρώπη και συμβάλλει στην ολοκλήρωση της αγοράς. Παρά τις δυνατότητές της, η συνεργασία ήταν πολύ περιορισμένη, οδηγώντας έτσι σε ανεπαρκή αποτελέσματα όσον αφορά την αποδοτικότητα στην αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας. Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεωθούν να δοκιμάσουν τη συνεργασία μέσω της εφαρμογής ενός πιλοτικού έργου. Τα έργα που χρηματοδοτούνται από εθνικές συνεισφορές στο πλαίσιο του μηχανισμού χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, που θεσπίστηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/1294 της Επιτροπής 14 , θα εκπλήρωναν την εν λόγω υποχρέωση για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

(8)Η στρατηγική για τις υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εισάγει έναν φιλόδοξο στόχο 300 GW για την υπεράκτια αιολική ενέργεια και 40 GW για την ωκεάνια ενέργεια σε όλες τις θαλάσσιες λεκάνες της Ένωσης έως το 2050. Για να διασφαλιστεί αυτή η σημαντική αλλαγή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργαστούν σε διασυνοριακή κλίμακα σε επίπεδο θαλάσσιας λεκάνης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να καθορίσουν από κοινού την ποσότητα της παραγωγής ενέργειας από υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές που θα αναπτυχθεί σε κάθε θαλάσσια λεκάνη έως το 2050, με ενδιάμεσα βήματα το 2030 και το 2040. Οι εν λόγω στόχοι θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται στα επικαιροποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που θα υποβληθούν το 2023 και το 2024 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Κατά τον καθορισμό της ποσότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το δυναμικό των υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κάθε θαλάσσιας λεκάνης, την προστασία του περιβάλλοντος, την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και άλλες χρήσεις της θάλασσας, καθώς και τους στόχους της Ένωσης για απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν όλο και περισσότερο τη δυνατότητα συνδυασμού παραγωγής ενέργειας από υπεράκτιες ανανεώσιμες πηγές με γραμμές μεταφοράς που συνδέουν διάφορα κράτη μέλη, με τη μορφή υβριδικών έργων ή, σε μεταγενέστερο στάδιο, ενός πιο διαπλεγμένου δικτύου. Με αυτόν τον τρόπο είναι εφικτή η ροή ηλεκτρικής ενέργειας προς διαφορετικές κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα να μεγιστοποιείται η κοινωνικοοικονομική ευημερία, να βελτιστοποιούνται οι δαπάνες υποδομής και να καθίσταται δυνατή μια πιο βιώσιμη χρήση της θάλασσας.

(9)Η αγορά συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αναπτύσσεται ραγδαία και παρέχει μια συμπληρωματική λύση για την αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, επιπλέον των καθεστώτων στήριξης από τα κράτη μέλη ή της απευθείας πώλησης στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα, η αγορά συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές εξακολουθεί να περιορίζεται σε μικρό αριθμό κρατών μελών και σε μεγάλες εταιρείες, ενώ σημαντικά διοικητικά, τεχνικά και οικονομικά εμπόδια εξακολουθούν να υφίστανται σε μεγάλα τμήματα της αγοράς της Ένωσης. Τα υφιστάμενα μέτρα του άρθρου 15 για την ενθάρρυνση της υιοθέτησης συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει συνεπώς να ενισχυθούν περαιτέρω, με τη διερεύνηση της χρήσης εγγυήσεων πιστώσεων για τη μείωση των οικονομικών κινδύνων των εν λόγω συμφωνιών, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εν λόγω εγγυήσεις, όταν είναι δημόσιες, δεν θα πρέπει να παραγκωνίζουν την ιδιωτική χρηματοδότηση.

(10)Οι υπερβολικά περίπλοκες και υπερβολικά μεγάλης διάρκειας διοικητικές διαδικασίες αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας. Με βάση τα μέτρα για τη βελτίωση των διοικητικών διαδικασιών για εγκαταστάσεις ανανεώσιμης ενέργειας τα οποία τα κράτη μέλη πρέπει να συμπεριλάβουν έως τις 15 Μαρτίου 2023 στις πρώτες ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου 15 , η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει εάν οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στην παρούσα οδηγία για τον εξορθολογισμό των εν λόγω διαδικασιών έχουν οδηγήσει σε ομαλές και αναλογικές διαδικασίες. Εάν από την εν λόγω αξιολόγηση προκύψει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει εξορθολογισμένες και αποτελεσματικές διοικητικές διαδικασίες.

(11)Τα κτίρια παρουσιάζουν μεγάλες ανεκμετάλλευτες δυνατότητες για αποτελεσματική συμβολή στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση. Για την επίτευξη της φιλοδοξίας που ορίζεται στο σχέδιο κλιματικών στόχων αναφορικά με την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, θα χρειαστεί η απαλλαγή της θέρμανσης και της ψύξης από τις ανθρακούχες εκπομπές στον τομέα αυτόν μέσω αυξημένου μεριδίου παραγωγής και χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας. Ωστόσο, η πρόοδος στη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση και ψύξη ήταν στάσιμη την τελευταία δεκαετία, βασιζόμενη σε μεγάλο βαθμό στην αυξημένη χρήση βιομάζας. Χωρίς τον καθορισμό στόχων για την αύξηση της παραγωγής και της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια, δεν θα υπάρχει δυνατότητα παρακολούθησης της προόδου και εντοπισμού σημείων συμφόρησης που εμποδίζουν την υιοθέτηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Επιπλέον, η δημιουργία στόχων θα δώσει ένα μακροπρόθεσμο μήνυμα στους επενδυτές, μεταξύ άλλων για την περίοδο αμέσως μετά το 2030. Με αυτόν τον τρόπο θα συμπληρωθούν οι υποχρεώσεις που σχετίζονται με την ενεργειακή απόδοση και με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τεθούν ενδεικτικοί στόχοι για τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια, οι οποίοι θα καθοδηγούν και θα ενθαρρύνουν τις προσπάθειες των κρατών μελών για την αξιοποίηση των δυνατοτήτων χρήσης και παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια, την ενθάρρυνση της ανάπτυξης και της ενσωμάτωσης τεχνολογιών που παράγουν ανανεώσιμη ενέργεια και, παράλληλα, την παροχή ασφάλειας στους επενδυτές και τη συμμετοχή σε τοπικό επίπεδο.

(12)Ο ανεπαρκής αριθμός ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, ιδίως εγκαταστατών και σχεδιαστών συστημάτων θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές, επιβραδύνει την αντικατάσταση των συστημάτων θέρμανσης που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα από συστήματα που βασίζονται σε ανανεώσιμη ενέργεια και συνιστά σημαντικό εμπόδιο στην ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στους τομείς των κτιρίων, της βιομηχανίας και της γεωργίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με κοινωνικούς εταίρους και κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας για να προβλέψουν τις δεξιότητες που θα χρειαστούν. Θα πρέπει να διατίθεται επαρκής αριθμός προγραμμάτων κατάρτισης υψηλής ποιότητας και δυνατότητες πιστοποίησης που θα σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να προσελκύουν τη συμμετοχή και θα διασφαλίζουν την κατάλληλη εγκατάσταση και την αξιόπιστη λειτουργία ευρείας κλίμακας συστημάτων θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν ποια μέτρα θα πρέπει να ληφθούν για την προσέλκυση ομάδων που υποεκπροσωπούνται επί του παρόντος στους εν λόγω επαγγελματικούς τομείς. Ο κατάλογος των καταρτισμένων και πιστοποιημένων εγκαταστατών θα πρέπει να δημοσιοποιείται για να διασφαλιστεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και η εύκολη πρόσβαση σε προσαρμοσμένες δεξιότητες σχεδιασμού και εγκατάστασης που εγγυώνται τη σωστή εγκατάσταση και λειτουργία της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές.

(13)Οι εγγυήσεις προέλευσης αποτελούν βασικό εργαλείο για την ενημέρωση των καταναλωτών καθώς και για την περαιτέρω υιοθέτηση συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Προκειμένου να δημιουργηθεί μια συνεκτική βάση της Ένωσης για τη χρήση εγγυήσεων προέλευσης και να παρέχεται πρόσβαση σε κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία για πρόσωπα που συνάπτουν συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όλοι οι παραγωγοί ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν εγγύηση προέλευσης με την επιφύλαξη της υποχρέωσης των κρατών μελών να λαμβάνουν υπόψη την αγοραία αξία των εγγυήσεων προέλευσης εάν οι παραγωγοί ενέργειας λαμβάνουν οικονομική ενίσχυση.

(14)Η ανάπτυξη υποδομών για δίκτυα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης θα πρέπει να ενταθεί και να κατευθυνθεί προς την αξιοποίηση ενός ευρύτερου φάσματος ανανεώσιμων πηγών θερμότητας και ψύξης με αποτελεσματικό και ευέλικτο τρόπο, προκειμένου να αυξηθεί η ανάπτυξη ανανεώσιμης ενέργειας και να ενισχυθεί η ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος. Είναι συνεπώς σκόπιμο να επικαιροποιηθεί ο κατάλογος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τις οποίες τα δίκτυα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο και να απαιτηθεί η ενσωμάτωση της αποθήκευσης θερμικής ενέργειας ως πηγής ευελιξίας, μεγαλύτερης ενεργειακής απόδοσης και οικονομικά αποδοτικότερης λειτουργίας.

(15)Με περισσότερα από 30 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα που αναμένονται στην Ένωση έως το 2030, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι μπορούν να συμβάλουν πλήρως στην ενοποίηση του συστήματος της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και, συνεπώς, να επιτύχουν υψηλότερα μερίδια ανανεώσιμης ενέργειας με οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Πρέπει να αξιοποιηθεί πλήρως η δυνατότητα των ηλεκτρικών οχημάτων να απορροφούν την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε περιόδους που είναι άφθονη και να την τροφοδοτούν ξανά στο δίκτυο όταν υπάρχει έλλειψη. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν συγκεκριμένα μέτρα για τα ηλεκτρικά οχήματα και για τις πληροφορίες σχετικά με την ανανεώσιμη ενέργεια, καθώς και με τον τρόπο και τον χρόνο πρόσβασης σε αυτές, τα οποία συμπληρώνουν εκείνα της οδηγίας (ΕΕ) 2014/94 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 16 και του [προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020].

(16) Προκειμένου οι υπηρεσίες ευελιξίας και εξισορρόπησης από τη συγκέντρωση στοιχείων κατανεμημένης αποθήκευσης να αναπτυχθούν με ανταγωνιστικό τρόπο, η πρόσβαση σε πραγματικό χρόνο σε βασικές πληροφορίες μπαταριών, όπως η κατάσταση υγείας, η κατάσταση φόρτισης, η χωρητικότητα και το σημείο ρύθμισης ισχύος θα πρέπει να παρέχεται χωρίς διακρίσεις και δωρεάν στους ιδιοκτήτες ή τους χρήστες των μπαταριών και στις οντότητες που ενεργούν για λογαριασμό τους, όπως οι διαχειριστές ενεργειακών συστημάτων κτιρίων, οι πάροχοι υπηρεσιών κινητικότητας και άλλοι συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μέτρα σχετικά με την ανάγκη πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα για τη διευκόλυνση των λειτουργιών που σχετίζονται με την ενσωμάτωση οικιακών μπαταριών και ηλεκτρικών οχημάτων, με τη συμπλήρωση των διατάξεων σχετικά με την πρόσβαση σε δεδομένα μπαταριών που σχετίζονται με τη διευκόλυνση της αναπροσαρμογής χρήσης των μπαταριών στον [προτεινόμενο κανονισμό της Επιτροπής σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020]. Οι διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στα δεδομένα μπαταριών των ηλεκτρικών οχημάτων θα πρέπει να εφαρμόζονται συμπληρωματικά με αυτές που προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης σχετικά με την έγκριση τύπου οχημάτων.

(17)Λόγω του αυξανόμενου αριθμού ηλεκτρικών οχημάτων σε οδικούς, σιδηροδρομικούς, θαλάσσιους και άλλους τρόπους μεταφοράς θα απαιτηθεί η βελτιστοποίηση και διαχείριση των λειτουργιών επαναφόρτισης με τρόπο που να μην προκαλεί συμφόρηση και να εκμεταλλεύεται πλήρως τη διαθεσιμότητα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στο σύστημα. Σε καταστάσεις στις οποίες η αμφίδρομη φόρτιση θα συνέβαλε στην περαιτέρω διείσδυση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από στόλους ηλεκτρικών οχημάτων στις μεταφορές και στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας γενικότερα, θα πρέπει επίσης να διατίθεται αυτή η λειτουργικότητα. Λόγω της μεγάλης διάρκειας ζωής των σημείων επαναφόρτισης, οι απαιτήσεις για τις υποδομές φόρτισης θα πρέπει να επικαιροποιούνται με τρόπο που να καλύπτει τις μελλοντικές ανάγκες και να μην οδηγεί σε αρνητικά φαινόμενα εγκλωβισμού όσον αφορά την ανάπτυξη της τεχνολογίας και των υπηρεσιών.

(18)Οι χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων που συνάπτουν συμβατικές συμφωνίες με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτροκίνησης και συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν πληροφορίες και εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο οι όροι της συμφωνίας θα επηρεάσουν τη χρήση του οχήματός τους και την κατάσταση υγείας της μπαταρίας του. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτροκίνησης και οι συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να εξηγούν με σαφήνεια στους χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων πώς θα αμείβονται για τις υπηρεσίες ευελιξίας, εξισορρόπησης και αποθήκευσης που παρέχονται στο σύστημα και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με τη χρήση του ηλεκτρικού τους οχήματος. Οι χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών όταν συνάπτουν τις εν λόγω συμφωνίες, ιδίως όσον αφορά την προστασία των προσωπικών τους δεδομένων, όπως η τοποθεσία και οι συνήθειες οδήγησης, σε σχέση με τη χρήση του οχήματός τους. Οι προτιμήσεις των χρηστών ηλεκτρικών οχημάτων σχετικά με τον τύπο ηλεκτρικής ενέργειας που αγοράζεται για χρήση στο ηλεκτρικό τους όχημα, καθώς και σχετικά με άλλες προτιμήσεις, μπορούν επίσης να αποτελούν μέρος των εν λόγω συμφωνιών. Για τους παραπάνω λόγους, είναι σημαντικό οι χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων να μπορούν να χρησιμοποιούν τη συνδρομή τους σε πολλαπλά σημεία επαναφόρτισης. Με αυτόν τον τρόπο θα δοθεί στον πάροχο υπηρεσιών που επιλέγει ο χρήστης ηλεκτρικού οχήματος η δυνατότητα να ενσωματώσει με βέλτιστο τρόπο το ηλεκτρικό όχημα στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω προβλέψιμου σχεδιασμού και κινήτρων που βασίζονται στις προτιμήσεις των χρηστών ηλεκτρικών οχημάτων. Αυτό εναρμονίζεται επίσης με τις αρχές ενός ενεργειακού συστήματος επικεντρωμένου στον καταναλωτή και βασισμένου στον παραγωγό και με το δικαίωμα επιλογής προμηθευτή των χρηστών ηλεκτρικών οχημάτων ως τελικών πελατών σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944.

(19)Τα στοιχεία κατανεμημένης αποθήκευσης, όπως οι οικιακές μπαταρίες και οι μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν σημαντική ευελιξία και υπηρεσίες εξισορρόπησης στο δίκτυο μέσω συγκέντρωσης. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη τέτοιων υπηρεσιών, οι κανονιστικές διατάξεις σχετικά με τη σύνδεση και τη λειτουργία των στοιχείων αποθήκευσης, όπως τα τιμολόγια, οι δεσμευτικοί χρόνοι παράδοσης και οι προδιαγραφές σύνδεσης, θα πρέπει να σχεδιαστούν κατά τρόπο που να μην εμποδίζει το δυναμικό όλων των στοιχείων αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων των μικρών και κινητών στοιχείων, ώστε να παρέχουν ευελιξία και υπηρεσίες εξισορρόπησης στο σύστημα και να συμβάλουν στην περαιτέρω διείσδυση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, σε σύγκριση με τα μεγαλύτερα στοιχεία σταθερής αποθήκευσης.

(20)Δεδομένου ότι τα σημεία επαναφόρτισης στα οποία τα ηλεκτρικά οχήματα σταθμεύουν συνήθως για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, όπως τα σημεία στάθμευσης λόγω κατοικίας ή απασχόλησης, έχουν μεγάλη σημασία για την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος, πρέπει να διασφαλιστούν έξυπνες λειτουργίες φόρτισης. Σε αυτό το πλαίσιο, η λειτουργία κανονικής υποδομής φόρτισης που δεν είναι προσβάσιμη στο κοινό είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ενσωμάτωση των ηλεκτρικών οχημάτων στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς βρίσκεται εκεί όπου σταθμεύουν τα ηλεκτρικά οχήματα επανειλημμένα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, όπως σε κτίρια με περιορισμένη πρόσβαση, εγκαταστάσεις στάθμευσης υπαλλήλων ή εγκαταστάσεις στάθμευσης που εκμισθώνονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

(21)Η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 25 % της ενεργειακής κατανάλωσης της Ένωσης και είναι ο σημαντικότερος καταναλωτής θέρμανσης και ψύξης, ο οποίος σήμερα τροφοδοτείται κατά 91 % από ορυκτά καύσιμα. Ωστόσο, το 50 % της ζήτησης για θέρμανση και ψύξη είναι χαμηλής θερμοκρασίας (<200 °C) για την οποία υπάρχουν οικονομικά αποδοτικές επιλογές ανανεώσιμης ενέργειας, μεταξύ άλλων μέσω του εξηλεκτρισμού. Επιπλέον, η βιομηχανία χρησιμοποιεί μη ανανεώσιμες πηγές ως πρώτες ύλες για την παραγωγή προϊόντων, όπως χάλυβα ή χημικά. Καθώς οι βιομηχανικές επενδυτικές αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα θα καθορίσουν τις μελλοντικές βιομηχανικές διεργασίες και ενεργειακές επιλογές που μπορούν να εξεταστούν από τη βιομηχανία, είναι σημαντικό αυτές οι επενδυτικές αποφάσεις να είναι μακρόπνοες. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να τεθούν σημεία αναφοράς για να δοθεί κίνητρο στη βιομηχανία να στραφεί σε διαδικασίες παραγωγής που βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές, οι οποίες όχι μόνο τροφοδοτούνται από ανανεώσιμη ενέργεια, αλλά χρησιμοποιούν επίσης πρώτες ύλες με βάση τις ανανεώσιμες πηγές, όπως το ανανεώσιμο υδρογόνο. Επιπλέον, απαιτείται κοινή μεθοδολογία για προϊόντα που φέρουν σήμανση ότι έχουν παραχθεί εν μέρει ή πλήρως με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας ή ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης ως πρώτης ύλης, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων μεθοδολογιών επισήμανσης προϊόντων και πρωτοβουλιών για τα βιώσιμα προϊόντα της Ένωσης. Με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθούν οι παραπλανητικές πρακτικές και θα αυξηθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Επιπλέον, δεδομένης της προτίμησης των καταναλωτών για προϊόντα που συμβάλλουν στους στόχους του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής, θα αυξηθεί η ζήτηση της αγοράς για τα εν λόγω προϊόντα.

(22)Τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ενεργειακούς σκοπούς, αλλά και για μη ενεργειακούς σκοπούς ως υλικό τροφοδοσίας ή πρώτη ύλη σε κλάδους όπως ο χάλυβας ή οι χημικές ουσίες. Η χρήση ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης και για τους δύο σκοπούς αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητές τους να αντικαταστήσουν τα ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη και να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στη βιομηχανία και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να συμπεριληφθεί σε έναν στόχο για τη χρήση ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης. Τα εθνικά μέτρα για την υποστήριξη της ευρύτερης χρήσης ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης στη βιομηχανία δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την καθαρή αύξηση της ρύπανσης λόγω της αυξημένης ζήτησης για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που καλύπτεται από τα πιο ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, όπως ο άνθρακας, το ντίζελ, ο λιγνίτης, η τύρφη και ο πετρελαιούχος σχιστόλιθος.

(23)Η αύξηση της φιλοδοξίας στον τομέα της θέρμανσης και ψύξης είναι το κλειδί για την επίτευξη του συνολικού στόχου για ανανεώσιμη ενέργεια, δεδομένου ότι ο τομέας θέρμανσης και ψύξης αποτελεί περίπου το ήμισυ της ενεργειακής κατανάλωσης της Ένωσης, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα τελικών χρήσεων και τεχνολογιών στα κτίρια, τη βιομηχανία και την τηλεθέρμανση και τηλεψύξη. Προκειμένου να επιταχυνθεί η αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη θέρμανση και την ψύξη, η ετήσια αύξηση κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα σε επίπεδο κράτους μέλους θα πρέπει να καταστεί δεσμευτική ως ελάχιστο για όλα τα κράτη μέλη. Για τα κράτη μέλη τα οποία έχουν ήδη μερίδια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές άνω του 50 % στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, θα πρέπει να εξακολουθήσει να παρέχεται η δυνατότητα να εφαρμόζεται μόνο το ήμισυ του δεσμευτικού ετήσιου ποσοστού αύξησης και τα κράτη μέλη με 60 % και άνω μπορούν να θεωρούν ότι οποιοδήποτε τέτοιο μερίδιο πληροί τον μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 23. Επιπλέον, θα πρέπει να καθοριστούν συμπληρωματικές ενισχύσεις ειδικές για κάθε κράτος μέλος, με ανακατανομή των επιπρόσθετων προσπαθειών για το επιθυμητό επίπεδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας το 2030 μεταξύ κρατών μελών με βάση το ΑΕΠ και τη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας. Ένας μεγαλύτερος κατάλογος διαφορετικών μέτρων θα πρέπει επίσης να συμπεριληφθεί στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 για να διευκολυνθεί η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη θέρμανση και στην ψύξη. Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν ένα ή περισσότερα μέτρα από τον κατάλογο μέτρων.

(24)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ένας μεγαλύτερος ρόλος του τομέα της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης συνοδεύεται από καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί και να ενισχυθεί η γνωστοποίηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης των εν λόγω συστημάτων.

(25)Τα σύγχρονα αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης με βάση τις ανανεώσιμες πηγές έχουν καταδείξει τις δυνατότητές τους να παρέχουν οικονομικά αποδοτικές λύσεις για την ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας, την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και την ενοποίηση του ενεργειακού συστήματος, διευκολύνοντας τη συνολική απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές στον τομέα της θέρμανσης και ψύξης. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοποίηση του εν λόγω δυναμικού, η ετήσια αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας και/ή της υπολειπόμενης θερμότητας στον τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης θα πρέπει να αυξηθεί από 1 ποσοστιαία μονάδα σε 2,1 χωρίς να αλλάξει ο ενδεικτικός χαρακτήρας της εν λόγω αύξησης, αντικατοπτρίζοντας την άνιση ανάπτυξη αυτού του τύπου δικτύου σε ολόκληρη την Ένωση.

(26)Προκειμένου να συνυπολογιστεί η αυξημένη σημασία του τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και η ανάγκη να κατευθυνθεί η ανάπτυξη των εν λόγω δικτύων προς την ενσωμάτωση περισσότερης ανανεώσιμης ενέργειας, είναι σκόπιμο να καθοριστούν απαιτήσεις για να διασφαλιστεί η σύνδεση τρίτων προμηθευτών ανανεώσιμης ενέργειας και απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης με συστήματα δικτύων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης άνω των 25 MW.

(27)Η απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη δεν χρησιμοποιούνται αρκετά παρά τη μεγάλη διαθεσιμότητά τους, με αποτέλεσμα την απώλεια πόρων, τη χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση στα εθνικά ενεργειακά συστήματα και την υψηλότερη από την αναγκαία ενεργειακή κατανάλωση στην Ένωση. Οι απαιτήσεις για στενότερο συντονισμό μεταξύ φορέων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, βιομηχανικών και τριτογενών τομέων και τοπικών αρχών θα μπορούσαν να διευκολύνουν τον διάλογο και τη συνεργασία που είναι αναγκαία για την αξιοποίηση οικονομικά αποδοτικών δυνατοτήτων απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης μέσω συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης.

(28)Προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συμμετοχή του τομέα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης στην ενοποίηση του ενεργειακού τομέα, είναι απαραίτητο να επεκταθεί η συνεργασία με τους διαχειριστές συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και να διευρυνθεί το πεδίο της συνεργασίας στον σχεδιασμό επενδύσεων δικτύου και στις αγορές με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση των δυνατοτήτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης για την παροχή υπηρεσιών ευελιξίας στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Θα πρέπει επίσης να καταστεί δυνατή η περαιτέρω συνεργασία με φορείς εκμετάλλευσης δικτύων φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων υδρογόνου και άλλων ενεργειών, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρύτερη ενοποίηση μεταξύ των ενεργειακών φορέων και η πιο οικονομικά αποδοτική χρήση τους.

(29)Η χρήση ανανεώσιμων καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές μπορεί να συμβάλει στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές του τομέα των μεταφορών της Ένωσης με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και να βελτιώσει, μεταξύ άλλων, την ενεργειακή διαφοροποίηση σε αυτόν τον τομέα, ενώ παράλληλα προωθεί την καινοτομία, την ανάπτυξη και την απασχόληση στην οικονομία της Ένωσης και τη μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας. Προκειμένου να επιτευχθεί ο αυξημένος στόχος για μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που καθορίζεται από την Ένωση, θα πρέπει να αυξηθεί το επίπεδο της ανανεώσιμης ενέργειας που παρέχεται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς στην Ένωση. Η έκφραση του στόχου μεταφορών ως στόχου μείωσης της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα ενθαρρύνει την αυξανόμενη χρήση των πιο οικονομικών και αποδοτικών καυσίμων, από την άποψη της μείωσης των αερίων θερμοκηπίου, στον τομέα των μεταφορών. Επιπλέον, ένας στόχος μείωσης της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα τονώσει την καινοτομία και θα θέσει ένα σαφές σημείο αναφοράς για σύγκριση μεταξύ τύπων καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανάλογα με την ένταση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Συμπληρωματικά, η αύξηση του επιπέδου των ενεργειακών στόχων για προηγμένα βιοκαύσιμα και βιοαέρια και η εισαγωγή στόχου για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης θα διασφάλιζαν την αυξημένη χρήση των ανανεώσιμων καυσίμων με τις μικρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε τρόπους μεταφοράς που είναι δύσκολο να εξηλεκτριστούν. Η επίτευξη των εν λόγω στόχων θα πρέπει να διασφαλίζεται από τις υποχρεώσεις για τους προμηθευτές καυσίμων καθώς και από άλλα μέτρα που περιλαμβάνονται στον [κανονισμός (ΕΕ) 2021/XXX για τη χρήση ανανεώσιμων καυσίμων και χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών στις θαλάσσιες μεταφορές - πρωτοβουλία «FuelEU Maritime» και κανονισμός (ΕΕ) 2021/XXX για τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για βιώσιμες αεροπορικές μεταφορές]. Οι ειδικές υποχρεώσεις για τους προμηθευτές αεροπορικών καυσίμων θα πρέπει να καθορίζονται μόνο σύμφωνα με τον [κανονισμό (ΕΕ) 2021/XXX για τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για βιώσιμες αεροπορικές μεταφορές].

(30)Η ηλεκτροκίνηση θα διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην απαλλαγή του τομέα των μεταφορών από τις ανθρακούχες εκπομπές. Για την προώθηση της περαιτέρω ανάπτυξης της ηλεκτροκίνησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν έναν πιστωτικό μηχανισμό που θα επιτρέπει στους φορείς εκμετάλλευσης σημείων φόρτισης που είναι προσβάσιμα στο κοινό να συμβάλουν, παρέχοντας ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, στην εκπλήρωση της υποχρέωσης που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη για τους προμηθευτές καυσίμων. Κατά τη στήριξη της ηλεκτρικής ενέργειας στον τομέα μεταφορών μέσω ενός τέτοιου μηχανισμού, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να θέτουν υψηλό επίπεδο φιλοδοξίας για την απαλλαγή του μείγματος υγρών καυσίμων τους στον τομέα μεταφορών από τις ανθρακούχες εκπομπές.

(31)Η πολιτική της Ένωσης για την ανανεώσιμη ενέργεια στοχεύει να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων μετριασμού της κλιματικής αλλαγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, είναι απαραίτητη επίσης η συμβολή σε ευρύτερους περιβαλλοντικούς στόχους, και ιδίως στην πρόληψη της απώλειας βιοποικιλότητας, η οποία επηρεάζεται αρνητικά από την έμμεση αλλαγή χρήσης γης που σχετίζεται με την παραγωγή ορισμένων βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας. Η συμβολή σε αυτούς τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς στόχους συνιστά βαθιά και μακροχρόνια διαγενεακή ανησυχία για τους πολίτες και τον νομοθέτη της Ένωσης. Κατά συνέπεια, οι αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού του στόχου στον τομέα των μεταφορών δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τα όρια που καθορίζονται για τον τρόπο με τον οποίο θα υπολογιστούν, όσον αφορά την επίτευξη αυτού του στόχου, ορισμένα καύσιμα που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, αφενός, και καύσιμα με υψηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης, αφετέρου. Επιπλέον, για να μην δημιουργηθεί κίνητρο για τη χρήση βιοκαυσίμων και βιοαερίου που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών στις μεταφορές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξακολουθήσουν να είναι σε θέση να επιλέγουν αν θα τα υπολογίζουν ή όχι στον στόχο των μεταφορών. Εάν δεν τα υπολογίζουν, μπορούν να μειώσουν τον στόχο μείωσης της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου αναλόγως, υποθέτοντας ότι τα βιοκαύσιμα που προέρχονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών συμβάλλουν στη μείωση του 50 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, το οποίο αντιστοιχεί στις τυπικές τιμές που καθορίζονται σε παράρτημα της παρούσας οδηγίας για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τις πιο σχετικές μεθόδους παραγωγής βιοκαυσίμων που προέρχονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, καθώς και το ελάχιστο όριο μείωσης που ισχύει για τις περισσότερες εγκαταστάσεις που παράγουν τέτοια βιοκαύσιμα.

(32)Η έκφραση του στόχου μεταφορών ως στόχου μείωσης της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου καθιστά περιττή τη χρήση πολλαπλασιαστών για την προώθηση ορισμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό συμβαίνει επειδή διαφορετικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά διαφορετικές ποσότητες και, ως εκ τούτου, συμβάλλουν διαφορετικά σε έναν στόχο. Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές πρέπει να θεωρείται ότι έχει μηδενικές εκπομπές, γεγονός που σημαίνει ότι μειώνει κατά 100 % τις εκπομπές σε σύγκριση με την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ορυκτά καύσιμα. Αυτό θα δημιουργήσει κίνητρο για τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, καθώς τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα είναι απίθανο να επιτύχουν τόσο υψηλό ποσοστό μείωσης. Συνεπώς, ο εξηλεκτρισμός που βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για την απαλλαγή των οδικών μεταφορών από τις ανθρακούχες εκπομπές. Επιπλέον, προκειμένου να προωθηθεί η χρήση προηγμένων βιοκαυσίμων και βιοαερίου και ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης στους τρόπους αεροπορικών και θαλάσσιων μεταφορών, που είναι δύσκολο να εξηλεκτριστούν, είναι σκόπιμο να διατηρηθεί ο πολλαπλασιαστής για τα καύσιμα που παρέχονται σε αυτούς τους τρόπους όταν υπολογίζονται στους συγκεκριμένους στόχους που έχουν τεθεί για τα εν λόγω καύσιμα.

(33)Ο άμεσος εξηλεκτρισμός τομέων τελικής χρήσης, συμπεριλαμβανομένου του τομέα των μεταφορών, συμβάλλει στην αποδοτικότητα και διευκολύνει τη μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα που βασίζεται σε ανανεώσιμη ενέργεια. Συνεπώς, είναι από μόνο του ένα αποτελεσματικό μέσο για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Δεν απαιτείται επομένως η δημιουργία ενός πλαισίου σχετικά με την προσθετικότητα που θα εφαρμόζεται ειδικά στην ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές η οποία παρέχεται σε ηλεκτρικά οχήματα στον τομέα των μεταφορών.

(34)Δεδομένου ότι τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης πρέπει να υπολογίζονται ως ανανεώσιμη ενέργεια ανεξαρτήτως του τομέα στον οποίο καταναλώνονται, οι κανόνες για τον προσδιορισμό της ανανεώσιμης φύσης τους όταν παράγονται από ηλεκτρική ενέργεια, οι οποίοι ίσχυαν μόνο για τα εν λόγω καύσιμα όταν η κατανάλωση πραγματοποιείται στον τομέα των μεταφορών, θα πρέπει να επεκταθούν σε όλα τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης, ανεξάρτητα από τον τομέα στον οποίο καταναλώνονται.

(35)Για να διασφαλιστεί υψηλότερη περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ένωσης για στερεά καύσιμα βιομάζας σε εγκαταστάσεις που παράγουν θερμότητα, ηλεκτρική ενέργεια και ψύξη, το ελάχιστο όριο για την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων θα πρέπει να μειωθεί από το ισχύον όριο των 20 MW σε 5 MW.

(36)Η οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 ενίσχυσε το πλαίσιο αειφορίας της βιοενέργειας και μείωσης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου θέτοντας κριτήρια για όλους τους τομείς τελικής χρήσης. Θέσπισε ειδικούς κανόνες για βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που παράγονται από δασική βιομάζα, απαιτώντας τη βιωσιμότητα των εργασιών συγκομιδής και τον υπολογισμό των εκπομπών αλλαγής χρήσης γης. Για να επιτευχθεί η ενισχυμένη προστασία ιδιαίτερα βιοποικιλόμορφων και πλούσιων σε άνθρακα οικοτόπων, όπως πρωτογενή δάση, δάση υψηλής βιοποικιλότητας, λιβάδια και τύρφες, θα πρέπει να εισαχθούν εξαιρέσεις και περιορισμοί όσον αφορά την προμήθεια δασικής βιομάζας από τις εν λόγω περιοχές, σύμφωνα με την προσέγγιση για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από γεωργική βιομάζα. Επιπλέον, τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα πρέπει να ισχύουν και για τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις με βάση τη βιομάζα για να διασφαλιστεί ότι η παραγωγή βιοενέργειας σε όλες αυτές τις εγκαταστάσεις οδηγεί σε μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε σύγκριση με την ενέργεια που παράγεται από ορυκτά καύσιμα.

(37)Προκειμένου να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση για τους παραγωγούς ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα, καθώς και για τα κράτη μέλη, όταν τα εθελοντικά ή εθνικά καθεστώτα έχουν αναγνωριστεί από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικής πράξης ως παρέχοντα αποδεικτικά στοιχεία ή ακριβή δεδομένα σχετικά με τη συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και με άλλες απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη πρέπει να αποδέχονται τα αποτελέσματα της πιστοποίησης που εκδίδεται από τέτοια καθεστώτα εντός του πλαισίου της αναγνώρισης της Επιτροπής. Προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των μικρών εγκαταστάσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν έναν απλουστευμένο μηχανισμό ελέγχου για εγκαταστάσεις μεταξύ 5 και 10 MW.

(38)Η βάση δεδομένων της Ένωσης που θα δημιουργηθεί από την Επιτροπή στοχεύει στην ιχνηλάτηση υγρών και αερίων ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα. Το πεδίο εφαρμογής της θα πρέπει να επεκταθεί από τον τομέα μεταφορών σε όλους τους άλλους τομείς τελικής χρήσης στους οποίους καταναλώνονται τα εν λόγω καύσιμα. Αυτό θα συμβάλει καθοριστικά στην ολοκληρωμένη παρακολούθηση της παραγωγής και της κατανάλωσης των εν λόγω καυσίμων, μετριάζοντας τους κινδύνους διπλού υπολογισμού ή παρατυπιών στις αλυσίδες εφοδιασμού που καλύπτονται από τη βάση δεδομένων της Ένωσης. Επιπλέον, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος διπλών απαιτήσεων για το ίδιο ανανεώσιμο αέριο, θα πρέπει να ακυρώνεται η εγγύηση προέλευσης για κάθε παρτίδα ανανεώσιμου αερίου που έχει καταχωριστεί στη βάση δεδομένων.

(39)Ο κανονισμός για τη διακυβέρνηση (ΕΕ) 2018/1999 περιλαμβάνει σε ορισμένα σημεία αρκετές αναφορές στον δεσμευτικό στόχο σε επίπεδο Ένωσης για μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας που καταναλώνεται στην Ένωση τουλάχιστον 32 % το 2030. Καθώς ο εν λόγω στόχος πρέπει να αυξηθεί προκειμένου να συμβάλει αποτελεσματικά στη φιλοδοξία μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55 % έως το 2030, οι εν λόγω αναφορές θα πρέπει να τροποποιηθούν. Τυχόν πρόσθετες απαιτήσεις σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων που ορίζονται δεν θα δημιουργήσουν νέο σύστημα σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων, αλλά θα πρέπει να υπόκεινται στο υφιστάμενο πλαίσιο σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

(40)Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 17 θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να αποφευχθεί η επικάλυψη των κανονιστικών απαιτήσεων όσον αφορά τους στόχους για την απαλλαγή των καυσίμων κίνησης από τις ανθρακούχες εκπομπές και να ευθυγραμμιστεί με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001.

(41)Οι ορισμοί της οδηγίας 98/70/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να ευθυγραμμιστούν με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 και να αποφευχθεί η εφαρμογή διαφορετικών ορισμών στις δύο αυτές πράξεις.

(42)Οι υποχρεώσεις σχετικά με τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη χρήση βιοκαυσίμων της οδηγίας 98/70/ΕΚ θα πρέπει να απαλειφθούν για λόγους εξορθολογισμού και για να αποφευχθεί η διπλή ρύθμιση όσον αφορά τις ενισχυμένες υποχρεώσεις απαλλαγής των καυσίμων κίνησης από τις ανθρακούχες εκπομπές που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001.

(43)Οι υποχρεώσεις σχετικά με την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων για τις μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που ορίζονται στην οδηγία 98/70/ΕΚ θα πρέπει να απαλειφθούν για να αποφευχθεί η διπλή ρύθμιση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων.

(44)Η οδηγία (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου, η οποία προβλέπει τους λεπτομερείς κανόνες για την ομοιόμορφη εφαρμογή του άρθρου 7α της οδηγίας 98/70/ΕΚ, θα πρέπει να καταργηθεί καθώς καθίσταται παρωχημένη με την κατάργηση του άρθρου 7α της οδηγίας 98/70/ΕΚ από την παρούσα οδηγία.

(45)Όσον αφορά τα βιολογικά συστατικά του ντίζελ, η αναφορά στο ντίζελ Β7 στην οδηγία 98/70/ΕΚ, δηλαδή στο ντίζελ που περιέχει μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων (FAME) σε ποσοστό έως και 7 %, περιορίζει τις διαθέσιμες επιλογές για την επίτευξη υψηλότερων στόχων ενσωμάτωσης των βιοκαυσίμων όπως ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σχεδόν ολόκληρη η προμήθεια ντίζελ στην Ένωση είναι ήδη Β7. Για τον λόγο αυτόν, το μέγιστο μερίδιο των βιολογικών συστατικών θα πρέπει να αυξηθεί από 7 % σε 10 %. Η διατήρηση της ενθάρρυνσης της χρήσης του καυσίμου B10, δηλαδή του ντίζελ που περιέχει έως και 10 % μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων (FAME), απαιτεί βαθμό προστασίας του B7 σε επίπεδο Ένωσης για FAME 7 % στο ντίζελ, λόγω του μεγάλου ποσοστού οχημάτων που δεν είναι συμβατά με το B10 και αναμένεται να υπάρχουν στον στόλο έως το 2030. Αυτό θα πρέπει να αντανακλάται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 98/70/ΕΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα πράξη.

(46)Οι μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να επιτρέπουν την τακτική συνέχιση της συλλογής δεδομένων και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων σχετικά με τα άρθρα της οδηγίας 98/70/ΕΚ που διαγράφονται από την παρούσα οδηγία.

(47)Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα 18 , τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, όπου αυτό δικαιολογείται, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των επιμέρους διατάξεων της οδηγίας που μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο και των αντίστοιχων διατάξεων των πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί τη διαβίβαση τέτοιων εγγράφων δικαιολογημένη, ιδίως μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βελγίου 19 (υπόθεση C-543/17),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001

Η οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 τροποποιείται ως εξής:

1)στο άρθρο 2, το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο 36 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«36) “ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης”: υγρά και αέρια καύσιμα των οποίων το ενεργειακό περιεχόμενο προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές πλην της βιομάζας·»·

β)το σημείο 47 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«47) “προκαθορισμένη τιμή”: τιμή η οποία προκύπτει βάσει τυπικής τιμής με την εφαρμογή προκαθορισμένων παραγόντων και η οποία, υπό συνθήκες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, μπορεί να χρησιμοποιείται αντί της πραγματικής τιμής·»·

γ) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«1α) “στρογγυλή ξυλεία ποιότητας”: η στρογγυλή ξυλεία που έχει υλοτομηθεί ή που έχει με άλλο τρόπο συγκομιστεί και αφαιρεθεί, της οποίας τα χαρακτηριστικά, όπως είδος, διαστάσεις, ευθύτητα και πυκνότητα ρόζων, την καθιστούν κατάλληλη για βιομηχανική χρήση, όπως ορίζεται και αιτιολογείται δεόντως από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις σχετικές δασικές συνθήκες. Δεν περιλαμβάνονται εργασίες αραίωσης πριν από το εμπόριο ή δέντρα που εξάγονται από δάση που έχουν πληγεί από πυρκαγιές, παράσιτα, ασθένειες ή ζημιές λόγω αβιοτικών παραγόντων·

20 14α) “ζώνη προσφοράς”: ζώνη προσφοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 65 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

21 14β) “έξυπνο σύστημα μέτρησης”: έξυπνο σύστημα μέτρησης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/944 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

14γ) “σημείο επαναφόρτισης”: σημείο επαναφόρτισης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 33 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944·

14δ) “συμμετέχων στην αγορά”: συμμετέχων στην αγορά όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943·

14ε) “αγορές ηλεκτρικής ενέργειας” : αγορές ηλεκτρικής ενέργειας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944·

14στ) “οικιακή μπαταρία”: μια αυτοτελής επαναφορτιζόμενη μπαταρία ονομαστικής ισχύος μεγαλύτερης από 2 kwh, η οποία είναι κατάλληλη για εγκατάσταση και χρήση σε οικιακό περιβάλλον·

22 14ζ) “μπαταρία ηλεκτρικών οχημάτων”: μπαταρία ηλεκτρικών οχημάτων όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 12 του [προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020

14η) “μπαταρία βιομηχανικού τύπου”: μπαταρία βιομηχανικού τύπου όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του [προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020]·

23 14θ) “κατάσταση υγείας”: κατάσταση υγείας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 25 της [πρότασης κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020

14ι) “κατάσταση φόρτισης”: κατάσταση φόρτισης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24 του [προτεινόμενου κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020]·

14ια) “σημείο ρύθμισης ισχύος”: οι πληροφορίες που περιέχονται στο σύστημα διαχείρισης μιας μπαταρίας και ορίζουν τις ρυθμίσεις ηλεκτρικής ισχύος στις οποίες λειτουργεί η μπαταρία κατά τη διάρκεια μιας επαναφόρτισης ή εκφόρτισης, έτσι ώστε να βελτιστοποιείται η κατάσταση της υγείας και η χρήση της·

14ιβ) “έξυπνη φόρτιση”: λειτουργία επαναφόρτισης κατά την οποία η ένταση της ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται στην μπαταρία ρυθμίζεται σε πραγματικό χρόνο, με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω ηλεκτρονικής επικοινωνίας·

14ιγ) “ρυθμιστική αρχή”: η ρυθμιστική αρχή που ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943·

14ιδ) “αμφίδρομη φόρτιση”: έξυπνη φόρτιση κατά την οποία η κατεύθυνση ροής του ηλεκτρικού φορτίου μπορεί να αντιστραφεί, έτσι ώστε το ηλεκτρικό φορτίο να ρέει από την μπαταρία στο σημείο επαναφόρτισης στο οποίο είναι συνδεδεμένη·

14ιε) “σημείο επαναφόρτισης κανονικής ισχύος”: «σημείο επαναφόρτισης κανονικής ισχύος» όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 31 της [πρότασης κανονισμού σχετικά με την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων και την κατάργηση της οδηγίας 2014/94/ΕΕ]·

24 18α) “βιομηχανία”: εταιρείες και προϊόντα που εμπίπτουν στους τομείς B, Γ, ΣΤ και Ι, κλάδος 63 της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων (NACE αναθ. 2) ·

18β) “μη ενεργειακός σκοπός”: η χρήση καυσίμων ως πρώτων υλών σε μια βιομηχανική διαδικασία, αντί να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας·

22α) “ανανεώσιμα καύσιμα”: βιοκαύσιμα, βιορευστά, καύσιμα βιομάζας και ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης·

44α) “δασική φυτεία”: φυτευμένο δάσος που υπόκειται σε εντατική διαχείριση και πληροί, κατά τη φύτευση και την ωριμότητα των ειδών, όλα τα ακόλουθα κριτήρια: ένα ή δύο είδη, πληθυσμός όμοιας ηλικίας και τακτική απόσταση μεταξύ των δένδρων. Περιλαμβάνει φυτείες βραχυχρόνιας αμειψισποράς για ξυλεία, φυτικές ίνες και ενέργεια και δεν περιλαμβάνει δάση που φυτεύονται για προστασία ή αποκατάσταση οικοσυστημάτων, καθώς και δάση που δημιουργούνται με φύτευση ή σπορά, τα οποία κατά την ωριμότητα των ειδών μοιάζουν ή θα μοιάζουν με φυσικά αναγεννημένα δάση·

44β) “φυτευμένο δάσος”: δάσος που αποτελείται κυρίως από δέντρα που έχουν δημιουργηθεί με φύτευση και/ή σκόπιμη σπορά, υπό την προϋπόθεση ότι τα φυτευμένα ή σπαρμένα δέντρα αναμένεται να αποτελούν περισσότερο από το πενήντα τοις εκατό του αναπτυσσόμενου αποθέματος στην ωριμότητα· περιλαμβάνονται τα πρεμνοφυή δάση από δέντρα που αρχικά φυτεύτηκαν ή σπάρθηκαν·»·

2) το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν συλλογικά ότι το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης ανέρχεται το 2030 σε τουλάχιστον 40 %.»·

β) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η ενέργεια από βιομάζα παράγεται με τρόπο που ελαχιστοποιεί τις αθέμιτες στρεβλωτικές επιπτώσεις στην αγορά πρώτων υλών βιομάζας και τις βλαβερές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα. Προς τον σκοπό αυτόν, λαμβάνουν υπόψη την ιεράρχηση των αποβλήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ και την αρχή της αλυσιδωτής χρήσης που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο.

Στο πλαίσιο των μέτρων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο:

α) Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν καμία στήριξη για:

i) τη χρήση κορμοτεμαχίων πριστής ξυλείας, κορμοτεμαχίων ξυλόφυλλων, πρέμνων και ριζών για την παραγωγή ενέργειας.

ii) την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας από την αποτέφρωση αποβλήτων, εφόσον δεν έχουν τηρηθεί οι υποχρεώσεις χωριστής συλλογής που ορίζονται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ.

iii) πρακτικές που δεν ευθυγραμμίζονται με την κατ' εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο.

β) Από τις 31 Δεκεμβρίου 2026, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη δεν παρέχουν καμία στήριξη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από δασική βιομάζα σε εγκαταστάσεις αποκλειστικής ηλεκτροπαραγωγής, εκτός εάν η εν λόγω ηλεκτρική ενέργεια καλύπτει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) παράγεται σε μια περιοχή που προσδιορίζεται σε ένα εδαφικό σχέδιο δίκαιης μετάβασης που εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης λόγω της εξάρτησής του από στερεά ορυκτά καύσιμα και πληροί τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 11·

ii) παράγεται μέσω συλλογής και αποθήκευσης βιομάζας CO2 και πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29 παράγραφος 11, δεύτερο εδάφιο.

Το αργότερο ένα έτος μετά την [έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας], η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 35 σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της αρχής της αλυσιδωτής χρήσης για τη βιομάζα, ιδίως για τον τρόπο ελαχιστοποίησης της χρήσης ποιοτικής στρογγυλής ξυλείας για την παραγωγή ενέργειας, με έμφαση στα καθεστώτα στήριξης και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες.

Έως το 2026, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση σχετικά με τον αντίκτυπο των συστημάτων στήριξης των κρατών μελών για τη βιομάζα, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας και πιθανών στρεβλώσεων της αγοράς, και θα αξιολογήσει τη δυνατότητα περαιτέρω περιορισμών όσον αφορά τα προγράμματα στήριξης της δασικής βιομάζας.»·

γ) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

«4α. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ένα πλαίσιο, το οποίο μπορεί να περιλαμβάνει καθεστώτα στήριξης και διευκόλυνση της υιοθέτησης συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, επιτρέποντας την ανάπτυξη της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε επίπεδο το οποίο συνάδει με την εθνική συνεισφορά του κράτους μέλους που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και με ρυθμό που συνάδει με τις ενδεικτικές πορείες που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999. Ειδικότερα, το εν λόγω πλαίσιο αντιμετωπίζει τα εμπόδια που απομένουν για την επίτευξη υψηλού επιπέδου παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των εμποδίων που σχετίζονται με διαδικασίες χορήγησης άδειας. Κατά τον σχεδιασμό του εν λόγω πλαισίου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την πρόσθετη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που απαιτείται για την κάλυψη της ζήτησης στους τομείς των μεταφορών, της βιομηχανίας, των κτιρίων και της θέρμανσης και ψύξης και για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης.»·

3)το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όσον αφορά το πρώτο εδάφιο, στοιχεία α), β) ή γ), το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές λαμβάνονται υπόψη μία μόνο φορά κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης καταλογίζεται στον τομέα —ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και ψύξης ή μεταφορών— όπου καταναλώνεται.»·

β)στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο  α), η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές υπολογίζεται ως η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα κράτος μέλος από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας και της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και εξαιρουμένης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται με συστήματα αποθήκευσης μέσω άντλησης από νερό που έχει προηγουμένως αντληθεί στον άνω ταμιευτήρα, καθώς και της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης ».

γ)στην παράγραφο 4 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) Η τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών υπολογίζεται ως το άθροισμα όλων των βιοκαυσίμων, του βιοαερίου και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που καταναλώνονται στον τομέα των μεταφορών.»·

4)το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, κάθε κράτος μέλος συμφωνεί να δημιουργήσει τουλάχιστον ένα κοινό έργο με ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας. Η Επιτροπή ενημερώνεται για τη συμφωνία αυτή, καθώς και για την ημερομηνία κατά την οποία αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το έργο. Τα έργα που χρηματοδοτούνται από εθνικές συνεισφορές στο πλαίσιο του μηχανισμού χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που θεσπίστηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/1294 της Επιτροπής 25 θεωρείται ότι πληρούν την εν λόγω υποχρέωση για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

 

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7α. Τα κράτη μέλη που συνορεύουν με θαλάσσια λεκάνη συνεργάζονται για να καθορίσουν από κοινού την ποσότητα υπεράκτιας ανανεώσιμης ενέργειας που σχεδιάζουν να παραγάγουν στη συγκεκριμένη θαλάσσια λεκάνη έως το 2050, με ενδιάμεσα στάδια το 2030 και το 2040. Λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες και την ανάπτυξη σε κάθε περιοχή, το δυναμικό υπεράκτιας ανανεώσιμης ενέργειας της θαλάσσιας λεκάνης και τη σημασία της διασφάλισης του σχετικού σχεδιασμού ενοποιημένου δικτύου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν την ποσότητα αυτή στα επικαιροποιημένα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.»·

5)το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Τα κράτη μέλη ορίζουν τις τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν ο εξοπλισμός και τα συστήματα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για να μπορούν να επωφεληθούν από καθεστώτα στήριξης. Όταν υπάρχουν εναρμονισμένα ή ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως τα τεχνικά συστήματα αναφοράς που θεσπίστηκαν από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές εκφράζονται με βάση τα εν λόγω πρότυπα. Δίνεται προτεραιότητα στα εναρμονισμένα πρότυπα των οποίων τα στοιχεία αναφοράς έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη στήριξη της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ενώ ελλείψει αυτών χρησιμοποιούνται άλλα εναρμονισμένα πρότυπα και ευρωπαϊκά πρότυπα, με τη σειρά αυτή. Οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές δεν προβλέπουν το πού πρέπει να πιστοποιούνται ο εξοπλισμός και τα συστήματα και δεν συνιστούν εμπόδιο στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.»·

β) οι παράγραφοι 4, 5, 6 και 7 διαγράφονται·

γ) η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Τα κράτη μέλη αξιολογούν τους κανονιστικούς και διοικητικούς φραγμούς για τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και εξαλείφουν τους αδικαιολόγητους φραγμούς και προωθούν την υιοθέτηση τέτοιων συμβάσεων, μεταξύ άλλων διερευνώντας τρόπους μείωσης των χρηματοοικονομικών κινδύνων που συνδέονται με αυτές, ιδίως με τη χρήση εγγυήσεων πιστώσεων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω συμβάσεις δεν υπόκεινται σε διαδικασίες ή επιβαρύνσεις που είναι δυσανάλογες ή εισάγουν διακρίσεις και ότι τυχόν συναφείς εγγυήσεις προέλευσης μπορούν να μεταβιβαστούν στον αγοραστή ανανεώσιμης ενέργειας βάσει της σύμβασης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Τα κράτη μέλη περιγράφουν τις πολιτικές και τα μέτρα τους για την προώθηση της χρήσης συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 και στις εκθέσεις προόδου που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 17 του εν λόγω κανονισμού. Παρέχουν επίσης, στις εν λόγω εκθέσεις, ένδειξη του όγκου της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που υποστηρίζεται από συμβάσεις ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.»·

δ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 9:

«9. Έως ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας, η Επιτροπή επανεξετάζει και, όπου ενδείκνυται, προτείνει τροποποιήσεις στους κανόνες διοικητικών διαδικασιών που ορίζονται στα άρθρα 15, 16 και 17 και στην εφαρμογή τους, και μπορεί να λάβει επιπρόσθετα μέτρα στήριξης των κρατών μελών κατά την εφαρμογή τους.»·

6)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 15α

Ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια

1.Προκειμένου να προωθηθεί η παραγωγή και χρήση ανανεώσιμης ενέργειας στον οικοδομικό τομέα, τα κράτη μέλη θέτουν έναν ενδεικτικό στόχο για το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας στον οικοδομικό τομέα τους το 2030, ο οποίος είναι συνεπής με έναν ενδεικτικό στόχο μεριδίου τουλάχιστον 49·% ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον οικοδομικό τομέα στην τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030. Ο εθνικός στόχος εκφράζεται ως μερίδιο της εθνικής τελικής κατανάλωσης ενέργειας και υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο άρθρο 7. Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν τον στόχο τους, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύουν να τον επιτύχουν, στα επικαιροποιημένα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

2.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα στους οικοδομικούς τους κανονισμούς και κώδικες τους και, κατά περίπτωση, στα σχέδια στήριξής τους, για να αυξήσουν το μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές στο κτιριακό απόθεμα, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών μέτρων που σχετίζονται με σημαντικές αυξήσεις στην αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, στις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας και στην τοπική αποθήκευση ενέργειας, σε συνδυασμό με βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης που σχετίζονται με τη συμπαραγωγή και με τα παθητικά κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας και μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας.

Για την επίτευξη του ενδεικτικού μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ορίζεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη, στους οικοδομικούς τους κανονισμούς και κώδικες και, κατά περίπτωση, στα καθεστώτα στήριξής τους ή με άλλα μέσα ισοδύναμου αποτελέσματος, απαιτούν τη χρήση ελάχιστων επιπέδων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα κτίρια, σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2010/31/ΕΕ. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν την επίτευξη των εν λόγω ελάχιστων επιπέδων, μεταξύ άλλων, μέσω της αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης.

Όσον αφορά τα υπάρχοντα κτίρια, το πρώτο εδάφιο ισχύει για τις ένοπλες δυνάμεις, αλλά μόνον στο μέτρο που η εφαρμογή του δεν έρχεται σε σύγκρουση με τη φύση και τον κύριο στόχο των δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων και με την εξαίρεση του υλικού που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς.

3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δημόσια κτίρια σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο λειτουργούν ως υπόδειγμα όσον αφορά το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας που χρησιμοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ και του άρθρου 5 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να επιτρέπουν την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης με την πρόβλεψη ότι οι στέγες των δημόσιων ή μικτών ιδιωτικών-δημοσίων κτιρίων χρησιμοποιούνται από τρίτους για εγκαταστάσεις που παράγουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

4.Για να επιτευχθεί το ενδεικτικό ποσοστό ανανεώσιμης ενέργειας που ορίζεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη προωθούν τη χρήση συστημάτων και εξοπλισμού θέρμανσης και ψύξης που λειτουργούν με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν όλα τα κατάλληλα μέτρα, εργαλεία και κίνητρα, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των ενεργειακών ετικετών που έχουν αναπτυχθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 26 , των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ, ή άλλων κατάλληλων πιστοποιητικών ή προτύπων που έχουν αναπτυχθεί σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο, και διασφαλίζουν την παροχή επαρκών πληροφοριών και συμβουλών σχετικά με εναλλακτικές επιλογές ανανεώσιμης ενέργειας υψηλής ενεργειακής απόδοσης, καθώς και για ενδεχόμενα χρηματοδοτικά μέσα και κίνητρα που είναι διαθέσιμα, με στόχο την προώθηση αυξημένου ποσοστού αντικατάστασης των παλιών συστημάτων θέρμανσης και της ενισχυμένης μετάβασης σε λύσεις που βασίζονται σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.»·

7)στο άρθρο 18 οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διατίθενται συστήματα πιστοποίησης για εγκαταστάτες και σχεδιαστές όλων των μορφών συστημάτων θέρμανσης και ψύξης που λειτουργούν με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στους τομείς των κτιρίων, της βιομηχανίας και της γεωργίας, καθώς και για εγκαταστάτες ηλιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων. Τα εν λόγω συστήματα μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τα υφιστάμενα συστήματα και δομές ανάλογα με την περίπτωση και βασίζονται στα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα IV. Κάθε κράτος μέλος αναγνωρίζει την πιστοποίηση που χορηγείται από άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τα εν λόγω κριτήρια.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι υπάρχουν εκπαιδευμένοι και εγκαταστάτες συστημάτων θέρμανσης και ψύξης που λειτουργούν με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές οι οποίοι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και των οποίων ο αριθμός είναι επαρκής ώστε οι σχετικές τεχνολογίες να χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές που απαιτείται για τη συμβολή στην ετήσια αύξηση του ποσοστού της ανανεώσιμης ενέργειας στον τομέα θέρμανσης και ψύξης όπως ορίζεται στο άρθρο 23.

Για την επίτευξη αυτού του επαρκούς αριθμού εγκαταστατών και σχεδιαστών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διατίθενται επαρκή προγράμματα κατάρτισης που οδηγούν σε χαρακτηρισμό της επαγγελματικής επάρκειας ή πιστοποίηση που καλύπτει τεχνολογίες θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις πλέον πρόσφατες καινοτόμες λύσεις τους. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα για την προώθηση της συμμετοχής στα εν λόγω προγράμματα, ιδίως από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάψουν εθελοντικές συμφωνίες με τους σχετικούς παρόχους τεχνολογίας και προμηθευτές για την κατάρτιση επαρκούς αριθμού εγκαταστατών, που μπορεί να βασίζονται σε εκτιμήσεις πωλήσεων, στις πλέον πρόσφατες καινοτόμες λύσεις και σε τεχνολογίες που διατίθενται στην αγορά.

4. Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση του κοινού πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα πιστοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο κατάλογος των εγκαταστατών που διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα ή είναι πιστοποιημένοι σύμφωνα με την παράγραφο 3 επικαιροποιείται τακτικά και τίθεται στη διάθεση του κοινού.»·

8)το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εκδίδεται εγγύηση προέλευσης ύστερα από αίτηση παραγωγού ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την έκδοση εγγυήσεων προέλευσης για ενέργεια από μη ανανεώσιμες πηγές. Η έκδοση εγγυήσεων προέλευσης μπορεί να εξαρτάται από ένα ελάχιστο όριο εγκατεστημένης ισχύος. Η εγγύηση προέλευσης αντιστοιχεί σε τυποποιημένο μέγεθος 1 MWh. Δεν επιτρέπεται να εκδίδονται περισσότερες από μία εγγυήσεις προέλευσης για κάθε μονάδα παραγόμενης ενέργειας.»·

ii)το πέμπτο εδάφιο διαγράφεται·

β)στην παράγραφο 8, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν ένας προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας υποχρεούται να αποδεικνύει το μερίδιο ή την ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που περιέχεται στο ενεργειακό του μείγμα για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9, στοιχείο α) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, το αποδεικνύει χρησιμοποιώντας τις εγγυήσεις προέλευσης εκτός εάν πρόκειται για το μερίδιο του ενεργειακού του μείγματος που αντιστοιχεί σε εμπορικές προσφορές που δεν ιχνηλατούνται, εάν υπάρχουν, για τις οποίες ο προμηθευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει το υπολειπόμενο μείγμα.»·

9) στο άρθρο 20, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Με βάση την οικεία εκτίμηση που περιλαμβάνεται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, για την αναγκαιότητα κατασκευής νέων υποδομών για τηλεθέρμανση και τηλεψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με σκοπό την επίτευξη του ενωσιακού στόχου που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ανάπτυξη αποδοτικής υποδομής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που να προωθεί τη θέρμανση και ψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της ηλιακής ενέργειας, της ενέργειας του περιβάλλοντος, της γεωθερμικής ενέργειας, της βιομάζας, των βιοαερίων, των βιορευστών, καθώς και της απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης, σε συνδυασμό με την αποθήκευση θερμικής ενέργειας.»·

10)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 20α:

«Άρθρο 20α

Διευκόλυνση της ενσωμάτωσης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο σύστημα

«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και τους διαχειριστές συστημάτων διανομής στην επικράτειά τους να διαθέτουν πληροφορίες σχετικά με το ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την περιεκτικότητα σε εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται σε κάθε ζώνη προσφοράς, όσο το δυνατόν ακριβέστερα και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο, αλλά σε χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τη μία ώρα, καθώς και προβλέψεις όπου είναι διαθέσιμες. Οι εν λόγω πληροφορίες διατίθενται ψηφιακά με τρόπο που διασφαλίζει ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν από συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, φορείς συγκέντρωσης, καταναλωτές και τελικούς χρήστες και ότι μπορούν να διαβαστούν από συσκευές ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως έξυπνα συστήματα μέτρησης, σημεία επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, συστήματα θέρμανσης και ψύξης και συστήματα ενεργειακής διαχείρισης κτιρίων.

2. Εκτός από τις απαιτήσεις της [πρότασης κανονισμού σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020], τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κατασκευαστές οικιακών μπαταριών και μπαταριών βιομηχανικής χρήσης καθιστούν δυνατή την πρόσβαση σε πραγματικό χρόνο σε βασικές πληροφορίες του συστήματος διαχείρισης μπαταριών, συμπεριλαμβανομένης της χωρητικότητας της μπαταρίας, της κατάστασης της υγείας της, της κατάστασης φόρτισης και του σημείου ρύθμισης ισχύος, στους κατόχους και στους χρήστες μπαταριών καθώς και σε τρίτα μέρη που ενεργούν για λογαριασμό τους, όπως εταιρείες ενεργειακής διαχείρισης κτιρίων και συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς διακρίσεις και χωρίς κανένα κόστος.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κατασκευαστές οχημάτων διαθέτουν, σε πραγματικό χρόνο, επί του οχήματος δεδομένα σχετικά με την κατάσταση υγείας της μπαταρίας, την κατάσταση φόρτισης της μπαταρίας, το σημείο ρύθμισης ισχύος της μπαταρίας, τη χωρητικότητα της μπαταρίας, καθώς και τη θέση των ηλεκτρικών οχημάτων, στους ιδιοκτήτες και τους χρήστες των ηλεκτρικών οχημάτων, καθώς και σε τρίτα μέρη που ενεργούν για λογαριασμό των ιδιοκτητών και των χρηστών, όπως οι συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτροκίνησης, υπό όρους που δεν εισάγουν διακρίσεις και χωρίς κόστος, επιπλέον των περαιτέρω απαιτήσεων του κανονισμού για την έγκριση τύπου και για την εποπτεία της αγοράς.

3. Εκτός από τις απαιτήσεις της [πρότασης κανονισμού σχετικά με την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών υποδομών καυσίμων και την κατάργηση της οδηγίας 2014/94/ΕΕ], τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα σημεία επαναφόρτισης κανονικής ισχύος που δεν είναι προσβάσιμα στο κοινό και τα οποία εγκαθίστανται στο έδαφός τους από [την προθεσμία μεταφοράς της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο] μπορούν να υποστηρίξουν λειτουργίες έξυπνης φόρτισης και, κατά περίπτωση, βάσει αξιολόγησης από την ρυθμιστική αρχή, λειτουργίες αμφίδρομης φόρτισης.

4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το εθνικό κανονιστικό πλαίσιο δεν εισάγει διακρίσεις όσον αφορά τη συμμετοχή στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της συμφόρησης και της παροχής υπηρεσιών ευελιξίας και εξισορρόπησης, μικρών ή φορητών συστημάτων, όπως οικιακές μπαταρίες και ηλεκτρικά οχήματα, τόσο απευθείας όσο και μέσω συγκέντρωσης.»·

11) παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 22α:

«Άρθρο 22α

Ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας στον τομέα της βιομηχανίας

1.Τα κράτη μέλη προσπαθούν να αυξήσουν το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην ποσότητα πηγών ενέργειας που χρησιμοποιούνται για τελικούς ενεργειακούς και μη ενεργειακούς σκοπούς στον κλάδο της βιομηχανίας κατά ενδεικτική μέση ελάχιστη ετήσια αύξηση 1,1 ποσοστιαίων μονάδων έως το 2030.

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν τα μέτρα που σχεδιάζονται και λαμβάνονται για την επίτευξη μιας τέτοιας ενδεικτικής αύξησης στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και στις εκθέσεις προόδου που υποβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 3, 14 και 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συνεισφορά των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται για τελικούς ενεργειακούς και μη ενεργειακούς σκοπούς είναι το 50 % του υδρογόνου που χρησιμοποιείται για τελικούς ενεργειακούς και μη ενεργειακούς σκοπούς στη βιομηχανία έως το 2030. Για τον υπολογισμό του εν λόγω ποσοστού, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) Για τον υπολογισμό του παρανομαστή, λαμβάνεται υπόψη η ενεργειακή περιεκτικότητα σε υδρογόνο για τελικούς ενεργειακούς και μη ενεργειακούς σκοπούς, εξαιρουμένου του υδρογόνου που χρησιμοποιείται ως ενδιάμεσο προϊόν για την παραγωγή συμβατικών καυσίμων κίνησης.

β) Για τον υπολογισμό του αριθμητή, λαμβάνεται υπόψη το ενεργειακό περιεχόμενο των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που καταναλώνονται στον κλάδο της βιομηχανίας για τελικούς ενεργειακούς και μη ενεργειακούς σκοπούς, εξαιρουμένων των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται ως ενδιάμεσα προϊόντα για την παραγωγή συμβατικών καυσίμων κίνησης.

γ) Για τον υπολογισμό τόσο του αριθμητή όσο και του παρονομαστή, χρησιμοποιούνται οι τιμές σχετικά με το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων που παρατίθενται στο παράρτημα III.

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα βιομηχανικά προϊόντα που σύμφωνα με σήμανση ή άλλους ισχυρισμούς παράγονται με ανανεώσιμη ενέργεια και ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης αναφέρουν το ποσοστό της ανανεώσιμης ενέργειας που χρησιμοποιείται ή των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται στο στάδιο της απόκτησης και της προεπεξεργασίας πρώτων υλών, της κατασκευής και της διανομής, υπολογιζόμενο με βάση τις μεθοδολογίες που καθορίζονται στη σύσταση 2013/179/ΕΕ 27 ή, εναλλακτικά, στο πρότυπο ISO 14067: 2018.»·

12)το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Προκειμένου να προωθηθεί η χρήση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, κάθε κράτος μέλος αυξάνει το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον εν λόγω τομέα κατά ποσοστό τουλάχιστον 1,1 ποσοστιαίων μονάδων κατά μέσο όρο ετησίως, υπολογιζόμενο για τις περιόδους 2021 έως 2025 και 2026 έως 2030 αρχής γενομένης από το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης το 2020, εκφραζόμενο ως εθνικό μερίδιο της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας και υπολογιζόμενο σύμφωνα με τη μεθοδολογία του άρθρου 7.

Η εν λόγω αύξηση ανέρχεται σε 1,5 ποσοστιαίες μονάδες για τα κράτη μέλη στα οποία χρησιμοποιείται απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μπορούν να καταλογίζουν την απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη έως και 40 % της μέσης ετήσιας αύξησης.

Εκτός από την ελάχιστη ετήσια αύξηση κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, κάθε κράτος μέλος προσπαθεί να αυξήσει το ποσοστό ανανεώσιμης ενέργειας στον τομέα θέρμανσης και ψύξης κατά την ποσότητα που ορίζεται στο παράρτημα 1α.»·

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Τα κράτη μέλη διενεργούν αξιολόγηση των δυνατοτήτων τους για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και της χρήσης απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στον τομέα θέρμανσης και ψύξης, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της ανάλυσης περιοχών κατάλληλων για την ανάπτυξή τους με χαμηλό οικολογικό κίνδυνο και των δυνατοτήτων για έργα μικρής κλίμακας σε επίπεδο νοικοκυριών. Η αξιολόγηση καθορίζει ορόσημα και μέτρα για την αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα θέρμανσης και ψύξης και, κατά περίπτωση, τη χρήση απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης μέσω τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, με στόχο τη θέσπιση μιας μακροπρόθεσμης εθνικής στρατηγικής για την απαλλαγή από ανθρακούχες εκπομπές στον τομέα θέρμανσης και ψύξης. Η αξιολόγηση αποτελεί μέρος των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 και συνοδεύει τη συνολική εκτίμηση θέρμανσης και ψύξης που απαιτείται βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27 /ΕΕ.»·

γ) στην παράγραφο 2, πρώτο εδάφιο, το στοιχείο α) διαγράφεται.

δ)η παράγραφος  4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Προκειμένου να επιτευχθεί η μέση ετήσια αύξηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)φυσική ενσωμάτωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στις πηγές ενέργειας και στα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και ψύξη·

β)εγκατάσταση υψηλής απόδοσης συστημάτων θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια ή χρήση ανανεώσιμης ενέργειας ή απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης για βιομηχανικές διεργασίες θέρμανσης και ψύξης·

γ)μέτρα που καλύπτονται από εμπορεύσιμα πιστοποιητικά που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο μέσω της στήριξης μέτρων εγκατάστασης σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, τα οποία εφαρμόζονται από άλλον οικονομικό φορέα, όπως ένας ανεξάρτητος εγκαταστάτης τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας ή μια εταιρεία ενεργειακών υπηρεσιών που παρέχει υπηρεσίες εγκατάστασης στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας·

δ)δημιουργία ικανοτήτων για τις εθνικές και τοπικές αρχές ώστε να σχεδιάζουν και να υλοποιούν έργα και υποδομές ανανεώσιμων πηγών·

ε)δημιουργία πλαισίων μετριασμού κινδύνου για τη μείωση του κόστους κεφαλαίου για έργα θερμότητας και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές·

στ)προώθηση συμφωνιών αγοράς θερμότητας για εταιρικούς καταναλωτές και ομάδες μικρών καταναλωτών·

ζ)σχεδιαζόμενα προγράμματα αντικατάστασης συστημάτων θέρμανσης που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα ή προγράμματα σταδιακής κατάργησης με ορόσημα·

η)απαιτήσεις σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο για τον σχεδιασμό όσον αφορά την ανανεώσιμη θερμότητα, συμπεριλαμβανομένης της ψύξης·

θ)άλλα μέτρα πολιτικής, με ισοδύναμο αποτέλεσμα, συμπεριλαμβανομένων φορολογικών μέτρων, καθεστώτων στήριξης ή άλλων οικονομικών κινήτρων.

Κατά τη θέσπιση και την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα είναι προσβάσιμα σε όλους τους καταναλωτές, ιδίως σε εκείνους που ζουν σε νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα ή σε ευάλωτα νοικοκυριά, τα οποία διαφορετικά δεν θα διέθεταν επαρκή αρχικά κεφάλαια για να ωφεληθούν.»·

13)το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται πληροφορίες στους τελικούς καταναλωτές για τις ενεργειακές επιδόσεις και το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης τους κατά τρόπο εύκολα προσβάσιμο, όπως για παράδειγμα σε λογαριασμούς ή στους ιστότοπους των προμηθευτών και κατόπιν αιτήματος. Οι πληροφορίες σχετικά με το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας εκφράζονται τουλάχιστον ως ποσοστό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης θέρμανσης και ψύξης που αποδίδεται στους καταναλωτές ενός δεδομένου συστήματος τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και συμπεριλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με την ποσότητα της ενέργειας που χρησιμοποιήθηκε για την παροχή μίας μονάδας θέρμανσης στον καταναλωτή ή στον τελικό χρήστη.»·

β)η παράγραφος  4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Τα κράτη μέλη προσπαθούν να αυξήσουν το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης κατά τουλάχιστον 2,1 ποσοστιαίες μονάδες ως ετήσιο μέσο όρο που υπολογίζεται για τις περιόδους 2021 έως 2025 και 2026 έως 2030, αρχής γενομένης από το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από την απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης το 2020, και ορίζουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας εκφράζεται ως μερίδιο επί της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης με προσαρμογή στις κανονικές μέσες κλιματικές συνθήκες.

Τα κράτη μέλη με μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης άνω του 60 % μπορούν να υπολογίζουν κάθε τέτοιο μερίδιο ως συμμορφούμενο προς τη μέση ετήσια αύξηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Τα κράτη μέλη ορίζουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για την υλοποίηση της μέσης ετήσιας αύξησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα κατά το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.»·

γ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

«4α. Τα κράτη μέρη μεριμνούν ώστε οι διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης με δυναμικότητα άνω των 25 MWth να είναι υποχρεωμένοι να συνδέουν τρίτους προμηθευτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη ή να είναι υποχρεωμένοι να προτείνουν να συνδέουν και να αγοράζουν θέρμανση και ψύξη που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη από τρίτους προμηθευτές με βάση αμερόληπτα κριτήρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους όταν οι εν λόγω διαχειριστές χρειάζεται να κάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α) να εξυπηρετήσουν τη ζήτηση από νέους πελάτες·

β) να αντικαταστήσουν υφιστάμενες δυναμικότητες παραγωγής θέρμανσης ή ψύξης·

γ) να επεκτείνουν υφιστάμενες δυναμικότητες παραγωγής θέρμανσης ή ψύξης.»·

δ) οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν σε έναν διαχειριστή συστήματος τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης να αρνηθεί τη σύνδεση και να αγοράσει θέρμανση ή ψύξη από τρίτο προμηθευτή σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) το σύστημα δεν διαθέτει την απαραίτητη δυναμικότητα λόγω άλλων παροχών θερμότητας ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ή απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης·

β) η θερμότητα ή η ψύξη που παρέχεται από τον τρίτο προμηθευτή δεν πληροί τις τεχνικές παραμέτρους που είναι αναγκαίες για τη σύνδεση και την εξασφάλιση αξιόπιστης και ασφαλούς λειτουργίας του συστήματος τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης·

γ) ο φορέας μπορεί να αποδείξει ότι η παροχή πρόσβασης θα οδηγούσε σε υπερβολική αύξηση του κόστους θέρμανσης ή ψύξης για τους τελικούς πελάτες σε σχέση με το κόστος της χρήσης της κύριας τοπικής παροχής θέρμανσης και ψύξης με την οποία θα ανταγωνιζόταν η ανανεώσιμη πηγή ενέργειας ή η απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη·

δ) το σύστημα του διαχειριστή πληροί τον ορισμό της αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που αναφέρεται στο [άρθρο x της προτεινόμενης αναδιατύπωσης της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση].

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όταν ο διαχειριστής συστήματος τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης αρνείται να συνδέσει προμηθευτή θέρμανσης ή ψύξης κατά το πρώτο εδάφιο, να παρέχεται πληροφόρηση για τους λόγους της άρνησης, καθώς και για τις προϋποθέσεις και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στο σύστημα για να επιτραπεί η σύνδεση από τον εν λόγω φορέα προς την αρμόδια αρχή. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζεται κατάλληλη διαδικασία για την αποκατάσταση αδικαιολόγητων απορρίψεων.

6. Τα κράτη μέλη δημιουργούν ένα πλαίσιο συντονισμού μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και των πιθανών πηγών απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στους βιομηχανικούς και τριτογενείς τομείς, προκειμένου να διευκολυνθεί η χρήση της απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης. Το εν λόγω πλαίσιο συντονισμού διασφαλίζει διάλογο όσον αφορά τη χρήση απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης που περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α) διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης·

β) επιχειρήσεις του βιομηχανικού και του τριτογενούς τομέα που παράγουν απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη που μπορούν να ανακτηθούν οικονομικά μέσω συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, όπως κέντρα δεδομένων, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, μεγάλα εμπορικά κτίρια και δημόσιες συγκοινωνίες· και

γ) τοπικές αρχές αρμόδιες για τον σχεδιασμό και την έγκριση ενεργειακών υποδομών.»·

ε) οι παράγραφοι 8, 9 και 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ένα πλαίσιο βάσει του οποίου οι διαχειριστές συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας θα αξιολογούν τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, σε συνεργασία με τους διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης στις αντίστοιχες περιοχές τους, το δυναμικό των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης για παροχή υπηρεσιών εξισορρόπησης και άλλων υπηρεσιών συστήματος, συμπεριλαμβανομένης της ανταπόκρισης στη ζήτηση και της αποθήκευσης θερμότητας της πλεονάζουσας ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, και να εξετάζουν κατά πόσο η χρήση του ως άνω δυναμικού θα ήταν πιο ασφαλής και οικονομικά αποδοτική από εναλλακτικές λύσεις.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που απαιτείται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στον σχεδιασμό δικτύου, στις επενδύσεις στο δίκτυο και στην ανάπτυξη υποδομών στην αντίστοιχη επικράτειά τους.

Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τον συντονισμό μεταξύ διαχειριστών συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας για να διασφαλίσουν ότι οι υπηρεσίες εξισορρόπησης, αποθήκευσης και άλλες υπηρεσίες ευελιξίας, όπως η ανταπόκριση στη ζήτηση, που παρέχονται από τους διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, μπορούν να συμμετέχουν στις οικείες αγορές ηλεκτρικής ενέργειας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν τις απαιτήσεις αξιολόγησης και συντονισμού βάσει του πρώτου και του τρίτου εδαφίου στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής αερίου, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων υδρογόνου και άλλων ενεργειακών δικτύων.

9. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών και οι κανόνες λειτουργίας των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθορίζονται, είναι διαθέσιμα στο κοινό και εφαρμόζονται με σαφήνεια από την αρμόδια αρχή.

10. Ένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να εφαρμόζει τις παραγράφους 2 και 9 όταν πληρούται τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το μερίδιο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που διαθέτει ήταν λιγότερο ή ίσο του 2 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας θέρμανσης και ψύξης στις 24 Δεκεμβρίου 2018·

β) το μερίδιο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που διαθέτει αυξάνεται πέραν του 2 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας θέρμανσης και ψύξης στις 24 Δεκεμβρίου 2018 μέσω της ανάπτυξης νέας αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης βάσει του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου του για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 και με την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1α της παρούσας οδηγίας·

γ) το 90 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης πραγματοποιείται σε συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που πληρούν τον ορισμό που προβλέπεται στο [άρθρο x της προτεινόμενης αναδιατύπωσης της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση].»·

14)το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

   Μείωση της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στον τομέα των μεταφορών που οφείλεται στη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας

1. Κάθε κράτος μέλος επιβάλλει στους προμηθευτές καυσίμων την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι:

α) η ποσότητα ανανεώσιμων καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που παρέχεται στον τομέα των μεταφορών οδηγεί σε μείωση της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 13 % έως το 2030, σε σύγκριση με την τιμή αναφοράς που ορίζεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1, στοιχείο β), σύμφωνα με ενδεικτική πορεία που έχει καθοριστεί από το κράτος μέλος·

β) το μερίδιο των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος IX στην ενέργεια που παρέχεται στον τομέα των μεταφορών είναι τουλάχιστον 0,2 % το 2022, 0,5 % το 2025 και 2,2 % το 2030, και το μερίδιο των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης είναι τουλάχιστον 2,6 % για το 2030.

Για τον υπολογισμό της μείωσης που αναφέρεται στο στοιχείο α) και του μεριδίου που αναφέρεται στο στοιχείο β), τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και όταν χρησιμοποιούνται ως ενδιάμεσα προϊόντα για την παραγωγή συμβατικών καυσίμων. Για τον υπολογισμό της μείωσης που αναφέρεται στο στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα.

Κατά τον καθορισμό της υποχρέωσης για τους προμηθευτές καυσίμων, τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τους προμηθευτές καυσίμων οι οποίοι προμηθεύουν ηλεκτρική ενέργεια και ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα κίνησης μη βιολογικής προέλευσης από την υποχρέωση να συμμορφώνονται με το ελάχιστο μερίδιο των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγεται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α σε σχέση με τα εν λόγω καύσιμα.

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μηχανισμό που επιτρέπει στους προμηθευτές καυσίμων στην επικράτειά τους να ανταλλάσσουν πιστώσεις για την προμήθεια ανανεώσιμης ενέργειας στον τομέα των μεταφορών. Οι οικονομικοί φορείς που παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε ηλεκτρικά οχήματα μέσω δημόσιων σταθμών επαναφόρτισης λαμβάνουν πιστώσεις, ανεξάρτητα από το αν οι οικονομικοί φορείς υπόκεινται στην υποχρέωση που έχει ορίσει το κράτος μέλος για τους προμηθευτές καυσίμων, και μπορούν να πωλούν τις εν λόγω πιστώσεις σε προμηθευτές καυσίμων, οι οποίοι επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τις πιστώσεις για την εκπλήρωση της υποχρέωσης που ορίζεται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο.»·

15)το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i) το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ενός κράτους μέλους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και του στόχου μείωσης της έντασης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), το μερίδιο των βιοκαυσίμων και των βιορευστών, καθώς και των καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στις μεταφορές, εάν παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, δεν υπερβαίνει περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα το μερίδιο των καυσίμων αυτών στην τελική κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών το 2020 στο εν λόγω κράτος μέλος, με μέγιστο ποσοστό 7 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στον τομέα των μεταφορών στο εν λόγω κράτος μέλος.»·

 ii) το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν το μερίδιο των βιοκαυσίμων και των βιορευστών, καθώς και των καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στις μεταφορές, παράγονται δε από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών σε κράτος μέλος, είναι περιορισμένο σε μερίδιο χαμηλότερο του 7 % ή αν ένα κράτος μέλος αποφασίσει να περιορίσει περαιτέρω το μερίδιο, τότε το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να μειώσει τον στόχο μείωσης της έντασης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο α) αντιστοίχως, λαμβανομένης υπόψη της συνεισφοράς στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που θα μπορούσε να είχε προέλθει από τα εν λόγω καύσιμα. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα εν λόγω καύσιμα μειώνουν κατά 50 % τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.»·

β)στην παράγραφο 2, πρώτο και πέμπτο εδάφιο, η φράση «του ελάχιστου μεριδίου του πρώτου εδαφίου του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο» αντικαθίσταται από τη φράση «του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του άρθρου 25 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο α).»·

16)το άρθρο 27 τροποποιείται ως εξής:

α)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κανόνες υπολογισμού στον τομέα των μεταφορών και όσον αφορά τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης ανεξάρτητα από την τελική χρήση τους»·

β)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Για τον υπολογισμό του στόχου μείωσης της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο α), ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου υπολογίζεται ως εξής:

i) για βιοκαύσιμα και βιοαέρια, με πολλαπλασιασμό της ποσότητας των εν λόγω καυσίμων που παρέχονται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς επί τη μείωση εκπομπών που επιτυγχάνουν, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 31·

ii) για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα, με πολλαπλασιασμό της ποσότητας των εν λόγω καυσίμων που παρέχονται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς επί τη μείωση εκπομπών που επιτυγχάνουν, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 29α παράγραφος 3·

iii) για ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, με πολλαπλασιασμό της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρέχεται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς επί το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο ECF(e) που ορίζεται στο παράρτημα V ·

β) η τιμή αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό της ποσότητας ενέργειας που παρέχεται στον τομέα των μεταφορών επί το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο EF(t) που ορίζεται στο παράρτημα V·

γ) για τον υπολογισμό των σχετικών ποσοτήτων ενέργειας, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

i) για τον προσδιορισμό της ποσότητας ενέργειας που παρέχεται στον τομέα των μεταφορών χρησιμοποιούνται οι τιμές σχετικά με το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων κίνησης που παρατίθενται στο παράρτημα III·

ii) για τον προσδιορισμό του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα σχετικά ευρωπαϊκά πρότυπα για να προσδιορίσουν τη θερμογόνο δύναμη των καυσίμων. Όταν δεν έχει εγκριθεί ευρωπαϊκό πρότυπο για τον σκοπό αυτόν, χρησιμοποιούνται τα σχετικά πρότυπα ISO·

iii) η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρέχεται στον τομέα των μεταφορών καθορίζεται με πολλαπλασιασμό της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται σε αυτόν τον τομέα επί το μέσο μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρασχέθηκε στην επικράτεια του κράτους μέλους τα δύο προηγούμενα έτη. Κατ’ εξαίρεση, αν η ηλεκτρική ενέργεια λαμβάνεται μέσω άμεσης σύνδεσης με εγκατάσταση που παράγει ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και παρέχεται στον τομέα των μεταφορών, η εν λόγω ηλεκτρική ενέργεια λογίζεται πλήρως ως ανανεώσιμη·

iv) το μερίδιο των βιοκαυσίμων και των βιοαερίων τα οποία παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Β στο ενεργειακό περιεχόμενο καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχονται στον τομέα των μεταφορών περιορίζεται, εκτός από την Κύπρο και τη Μάλτα, στο 1,7 %·

δ) η μείωση της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές καθορίζεται διαιρώντας τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου λόγω της χρήσης βιοκαυσίμων, βιοαερίου και ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρέχονται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς διά της τιμής αναφοράς.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με την προσαρμογή του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης, όπως ορίζονται στο παράρτημα III, σύμφωνα με την επιστημονική και τεχνική πρόοδο.»·

γ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Για τον υπολογισμό των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο β), ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) για τον υπολογισμό του παρονομαστή, δηλαδή της ποσότητας ενέργειας που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών, λαμβάνονται υπόψη όλα τα καύσιμα και η ηλεκτρική ενέργεια που παρέχονται στον τομέα των μεταφορών·

β) για τον υπολογισμό του αριθμητή, λαμβάνεται υπόψη το ενεργειακό περιεχόμενο των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που παρέχονται σε όλους τους τρόπους μεταφοράς στο έδαφος της Ένωσης·

γ) τα μερίδια των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α και των ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης που παρέχονται στις αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές θεωρούνται ότι είναι 1,2 φορές το ενεργειακό τους περιεχόμενο.»·

δ)η παράγραφος 2 διαγράφεται.

δ)η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο διαγράφονται.

ii)το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν χρησιμοποιείται ηλεκτρική ενέργεια για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης, είτε άμεσα είτε για την παραγωγή ενδιάμεσων προϊόντων, για τον προσδιορισμό του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές χρησιμοποιείται το μέσο μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη χώρα παραγωγής, όπως μετρήθηκε δύο χρόνια πριν από το συγκεκριμένο έτος.»·

iii)στο πέμπτο εδάφιο, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Ωστόσο, η ηλεκτρική ενέργεια που λαμβάνεται μέσω άμεσης σύνδεσης με εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές μπορεί να προσμετράται πλήρως ως ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια για την παραγωγή των εν λόγω ανανεώσιμων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης εάν η εγκατάσταση:»·

17)το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:

α)οι παράγραφοι 2, 3 και 4 διαγράφονται·

β)η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό της μεθοδολογίας για τον προσδιορισμό του μεριδίου των βιοκαυσίμων και των βιοαερίων για τις μεταφορές τα οποία προκύπτουν από την επεξεργασία βιομάζας με ορυκτά καύσιμα σε κοινή διαδικασία.»·

γ)στην παράγραφο 7, η πρόταση «κατά το άρθρο 25 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο» αντικαθίσταται από την πρόταση «κατά το άρθρο 25 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο β)»·

18)το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i) στο πρώτο εδάφιο, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

       «α) για τη συνεισφορά στα μερίδια ανανεώσιμης ενέργειας των κρατών μελών και στους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, στο άρθρο 15α παράγραφος 1, στο άρθρο 22α παράγραφος 1, στο άρθρο 23 παράγραφος 1, στο άρθρο 24 παράγραφος 4, και στο άρθρο 25 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας·»·

ii) το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα καύσιμα βιομάζας πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 7 και 10, εάν χρησιμοποιούνται,

α) στην περίπτωση στερεών καυσίμων βιομάζας, σε εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας και ψύξης με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 5 MW,

β) στην περίπτωση αέριων καυσίμων βιομάζας, σε εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας και ψύξης με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 2 MW,

γ) στην περίπτωση εγκαταστάσεων παραγωγής αέριων καυσίμων βιομάζας με την ακόλουθη μέση ταχύτητα ροής βιομεθανίου:

i)πάνω από 200 m3 ισοδύναμο μεθανίου/h μετρημένο σε κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης (δηλ. 0º C και ατμοσφαιρική πίεση 1 bar)·

ii) εάν το βιοαέριο αποτελείται από μείγμα μεθανίου και άλλων μη καύσιμων αερίων, για την ταχύτητα ροής του μεθανίου, το όριο που ορίζεται στο σημείο i), επανυπολογιζόμενο κατ’ αναλογία προς το ογκομετρικό μερίδιο μεθανίου στο μείγμα·

iii) μετά το τέταρτο εδάφιο παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε εγκαταστάσεις με μικρότερη συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ή ταχύτητα ροής βιομεθανίου.»·

β)στην παράγραφο 3, μετά το πρώτο εδάφιο, παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η παρούσα παράγραφος, με εξαίρεση το πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), εφαρμόζεται επίσης στα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από δασική βιομάζα.»·

γ)στην παράγραφο 4, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Το πρώτο εδάφιο, με εξαίρεση τα στοιχεία β) και γ), και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται επίσης στα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από δασική βιομάζα.»·

δ)η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Τα παραγόμενα από γεωργική ή δασική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) δεν παράγονται από πρώτες ύλες που προέρχονται από εκτάσεις που είχαν χαρακτηριστεί τυρφώνες τον Ιανουάριο του 2008, εκτός εάν αποδειχτεί ότι η καλλιέργεια και η συγκομιδή της συγκεκριμένης πρώτης ύλης δεν συνεπάγεται την αποξήρανση προηγουμένως μη αποξηραμένου εδάφους.»·

ε)στην παράγραφο 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv) ότι η συγκομιδή εκτελείται με γνώμονα τη διατήρηση της ποιότητας του εδάφους και της βιοποικιλότητας με στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων, κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται η συγκομιδή πρέμνων και ριζών, η υποβάθμιση των πρωτογενών δασών ή η μετατροπή τους σε δασική φυτεία και η συγκομιδή σε ευάλωτα εδάφη· ελαχιστοποιεί την εκτεταμένη αποψιλωτική υλοτομία και εξασφαλίζει τοπικά κατάλληλα όρια για την εξαγωγή νεκρού ξύλου από τα δάση και τις απαιτήσεις για τη χρήση συστημάτων υλοτόμησης που ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις στην ποιότητα του εδάφους, συμπεριλαμβανομένης της συμπύκνωσης του εδάφους, και στα χαρακτηριστικά και στους βιοτόπους της βιοποικιλότητας:

στ) στην παράγραφο 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv) ότι η συγκομιδή εκτελείται με γνώμονα τη διατήρηση της ποιότητας του εδάφους και της βιοποικιλότητας με στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων, κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται η συγκομιδή πρέμνων και ριζών, η υποβάθμιση των πρωτογενών δασών ή η μετατροπή τους σε δασική φυτεία και η συγκομιδή σε ευάλωτα εδάφη· ελαχιστοποιεί την εκτεταμένη αποψιλωτική υλοτομία και εξασφαλίζει τοπικά κατάλληλα όρια για την εξαγωγή νεκρού ξύλου από τα δάση και τις απαιτήσεις για τη χρήση συστημάτων υλοτόμησης που ελαχιστοποιούν τις επιπτώσεις στην ποιότητα του εδάφους, συμπεριλαμβανομένης της συμπύκνωσης του εδάφους, και στα χαρακτηριστικά και στους βιοτόπους της βιοποικιλότητας:

ζ) στην παράγραφο 10 πρώτο εδάφιο, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ) τουλάχιστον 70 % για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και ψύξης από καύσιμα βιομάζας που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025 και τουλάχιστον 80 % από την 1η Ιανουαρίου 2026.»·

19)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 29α:

«Άρθρο 29α

Κριτήρια μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα

1.Η ενέργεια από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης υπολογίζεται στα μερίδια ανανεώσιμης ενέργειας των κρατών μελών και στους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, στο άρθρο 15α παράγραφος 1, στο άρθρο 22α παράγραφος 1, στο άρθρο 23 παράγραφος 1, στο άρθρο 24 παράγραφος 4 και στο άρθρο 25 παράγραφος 1 μόνο εάν η μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση των εν λόγω καυσίμων υπολογίζεται τουλάχιστον στο 70 %.

2.Η ενέργεια από καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα μπορεί να υπολογίζεται στον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) μόνο εάν η μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη χρήση των εν λόγω καυσίμων υπολογίζεται τουλάχιστον στο 70 %.

3.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να  εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό της μεθοδολογίας για την αξιολόγηση της μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που οφείλεται στα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και στα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα. Η μεθοδολογία διασφαλίζει ότι δεν παρέχεται πίστωση για την αποφυγή εκπομπών CO2 για του οποίου τη δέσμευση έχει ήδη δοθεί πίστωση εκπομπών σύμφωνα με άλλες διατάξεις του νόμου.»·

20)το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στις περιπτώσεις που τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα πρέπει να υπολογίζονται στους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1,στο άρθρο 15α παράγραφος 1, στο άρθρο 22α παράγραφος 1, στο άρθρο 23 παράγραφος 1, στο άρθρο 24 παράγραφος 4 και στο άρθρο 25 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν ότι πληρούνται τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και του άρθρου 29α παράγραφοι 1 και 2 για τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα. Για τον σκοπό αυτόν, απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να χρησιμοποιούν σύστημα ισοζυγίου μάζας το οποίο:»·

β)στην παράγραφο 3, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν αξιόπιστες πληροφορίες όσον αφορά την τήρηση των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και στο άρθρο 29α παράγραφοι 1 και 2, και ότι οι οικονομικοί φορείς θέτουν στη διάθεση του οικείου κράτους μέλους, κατόπιν αιτήματος, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάπτυξη των εν λόγω πληροφοριών.

Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το αν τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα παράγονται εντός της Ένωσης ή εισάγονται. Οι πληροφορίες για τη γεωγραφική προέλευση και τον τύπο πρώτης ύλης των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας ανά προμηθευτή καυσίμων τίθενται στη διάθεση των καταναλωτών στους δικτυακούς τόπους των διαχειριστών, των προμηθευτών ή των οικείων αρμόδιων αρχών και επικαιροποιούνται ετησίως.»·

γ)στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι εθελοντικά εθνικά ή διεθνή καθεστώτα που ορίζουν πρότυπα για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα παρέχουν ακριβή δεδομένα για τις μειώσεις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 10 και του άρθρου 29α παράγραφοι 1 και 2, αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με το άρθρο 27 παράγραφος 3 και το άρθρο 31α παράγραφος 5 ή αποδεικνύουν ότι οι παρτίδες βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας τηρούν τα κριτήρια αειφορίας του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7. Για να αποδείξουν ότι πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 29 παράγραφοι 6 και 7, οι φορείς μπορούν να παράσχουν απευθείας τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού. Η Επιτροπή μπορεί να αναγνωρίζει ζώνες για την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών που αναγνωρίζονται από διεθνείς συμφωνίες ή περιλαμβάνονται σε καταλόγους που καταρτίζονται από διακυβερνητικές οργανώσεις ή τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii).»·

δ)η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Τα κράτη μέλη μπορούν να δημιουργήσουν εθνικά καθεστώτα στα οποία η συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και στο άρθρο 29α παράγραφοι 1 και 2, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που αναπτύχθηκε με βάση το άρθρο 29α παράγραφος 3, επαληθεύεται σε ολόκληρη την αλυσίδα επιτήρησης με συμμετοχή των αρμόδιων εθνικών αρχών. Τα εν λόγω καθεστώτα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της ακρίβειας και της πληρότητας των πληροφοριών που παρέχουν οι οικονομικοί φορείς στη βάση δεδομένων της Ένωσης, για να αποδειχθεί η συμμόρφωση με το άρθρο 27 παράγραφος 3 και για την πιστοποίηση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας με χαμηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης.

Ένα κράτος μέλος μπορεί να κοινοποιήσει το εθνικό καθεστώς του στην Επιτροπή. Η Επιτροπή αξιολογεί κατά προτεραιότητα το καθεστώς αυτό ώστε να διευκολυνθεί η αμοιβαία διμερής και πολυμερής αναγνώριση των εν λόγω καθεστώτων. Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εάν το υποβληθέν εθνικό καθεστώς συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

Αν η απόφαση είναι θετική, άλλα καθεστώτα που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν αρνούνται την αμοιβαία αναγνώριση του εθνικού καθεστώτος του εν λόγω κράτους μέλους όσον αφορά την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια για τα οποία έχει αναγνωριστεί από την Επιτροπή.

Για εγκαταστάσεις που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και ψύξη με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ μεταξύ 5 και 10 MW, τα κράτη μέλη θεσπίζουν απλουστευμένα εθνικά συστήματα επαλήθευσης για να διασφαλίσουν την εκπλήρωση των κριτηρίων αειφορίας και εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που καθορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως και 7 και 10.»·

ε)στην παράγραφο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν ένας οικονομικός φορέας παρέχει αποδεικτικά στοιχεία ή δεδομένα που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο καθεστώτος για το οποίο έχει ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 6, το κράτος μέλος δεν απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να παράσχει περαιτέρω στοιχεία που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα στοιχεία που καλύπτονται από το καθεστώς για τα οποία το καθεστώς έχει αναγνωριστεί από την Επιτροπή.»·

στ)η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, μεταξύ άλλων βάσει αιτήματος οικονομικού φορέα, η Επιτροπή εξετάζει, με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, κατά πόσον έχουν τηρηθεί τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και του άρθρου 29α παράγραφοι 1 και 2 σε σχέση με μια πηγή ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα.

Εντός έξι μηνών από την παραλαβή αυτού του αιτήματος, και σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αποφασίζει αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί είτε:

α)    να λαμβάνει υπόψη τα ανανεώσιμα καύσιμα και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα από την εν λόγω πηγή για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)· είτε

β)    να απαιτεί, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, από τους προμηθευτές των ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα να προσκομίσουν περαιτέρω αποδείξεις συμμόρφωσης με τα εν λόγω κριτήρια αειφορίας και μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και με τα εν λόγω ελάχιστα όρια μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.»

21)στο άρθρο 31, οι παράγραφοι 2, 3 και 4 διαγράφονται·

22)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

Άρθρο 31α

Βάση δεδομένων της Ένωσης

1.Η Επιτροπή μεριμνά ώστε να δημιουργηθεί βάση δεδομένων της Ένωσης που θα επιτρέπει την ιχνηλάτηση των υγρών και αερίων ανανεώσιμων καυσίμων και καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα.

2.Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους σχετικούς οικονομικούς φορείς να εισαγάγουν έγκαιρα στην εν λόγω βάση δεδομένων ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται και τα χαρακτηριστικά αειφορίας των καυσίμων που αποτελούν αντικείμενο των συναλλαγών αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους, με αφετηρία το σημείο παραγωγής τους και μέχρι τη χρονική στιγμή της κατανάλωσής τους στην Ένωση. Στη βάση δεδομένων περιλαμβάνονται επίσης πληροφορίες σχετικά με το αν έχει παρασχεθεί στήριξη για την παραγωγή μιας συγκεκριμένης παρτίδας καυσίμων και, εάν έχει παρασχεθεί, σχετικά με τον τύπο του καθεστώτος στήριξης.

Όπου ενδείκνυται για τη βελτίωση της ιχνηλασιμότητας των δεδομένων σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για περαιτέρω επέκταση του πεδίου των πληροφοριών που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στη βάση δεδομένων της Ένωσης με σκοπό την κάλυψη των σχετικών δεδομένων από το σημείο παραγωγής ή συλλογής της πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του καυσίμου.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές καυσίμων να εισαγάγουν στη βάση δεδομένων τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο.

3.Τα κράτη μέλη έχουν πρόσβαση στη βάση δεδομένων της Ένωσης για τους σκοπούς της παρακολούθησης και της επαλήθευσης των δεδομένων.

4.Εάν έχουν εκδοθεί εγγυήσεις προέλευσης για την παραγωγή παρτίδων ανανεώσιμων αερίων, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εγγυήσεις προέλευσης να ακυρώνονται προτού καταχωριστεί η παρτίδα ανανεώσιμων αερίων στη βάση δεδομένων.

5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ακρίβεια και η πληρότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς στη βάση δεδομένων επαληθεύονται, για παράδειγμα με τη χρήση εθελοντικών ή εθνικών συστημάτων.

Για την επαλήθευση δεδομένων, εθελοντικά ή εθνικά συστήματα που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφοι 4, 5 και 6 μπορούν να χρησιμοποιούν συστήματα πληροφοριών τρίτων μερών ως ενδιάμεσους για τη συλλογή δεδομένων, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω χρήση έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή.

23)το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 29α παράγραφος 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 31 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 31α παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από [έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας]. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.»·

β)η παράγραφος  4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο, στο άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 29α παράγραφος 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 31 παράγραφος 5 και στο άρθρο 31α παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

γ)η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο, του άρθρου 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 29α παράγραφος 3, του άρθρου 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, του άρθρου 26 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, του άρθρου 27 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 27 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο, του άρθρου 28 παράγραφος 5, του άρθρου 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 31 παράγραφος 5 και του άρθρου 31α παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο τίθενται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

24)τα παραρτήματα τροποποιούνται σύμφωνα με τα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999

1)το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11) “ενεργειακές και κλιματικές επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030”: η δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για εγχώρια μείωση κατά τουλάχιστον 40 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σύγκριση με το 1990 σε όλους τους τομείς της οικονομίας με ορίζοντα επίτευξης το 2030, η δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, η πρωταρχική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για βελτίωση κατά τουλάχιστον 32,5 % της ενεργειακής απόδοσης το 2030 και η επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό 15 % το 2030 ή τυχόν επακόλουθες σχετικές επιδιώξεις που θα συμφωνηθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για το 2030.»·

β)στο σημείο 20, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) στο πλαίσιο των συστάσεων της Επιτροπής που βασίζονται στην αξιολόγηση βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 1 στοιχείο β) όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η πρώιμη, από την πλευρά ενός κράτους μέλους, εφαρμογή της συνεισφοράς του στη δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, μετρώμενη σε σχέση με τα εθνικά σημεία αναφοράς του για ανανεώσιμη ενέργεια·»·

2)στο άρθρο 4 στοιχείο α), το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2) αναφορικά με την ανανεώσιμη ενέργεια:

ενόψει της επίτευξης της δεσμευτικής επιδίωξης της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια έως το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, συνεισφορά στην εν λόγω επιδίωξη στο πλαίσιο του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από το κράτος μέλος το 2030, με ενδεικτική πορεία της εν λόγω συνεισφοράς από το 2021 και εφεξής. Έως το 2022, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 18 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030. Έως το 2025, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 43 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030. Έως το 2027, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 65 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030.

Έως το 2030, η ενδεικτική πορεία θα φθάσει τουλάχιστον την προγραμματισμένη συνεισφορά του κράτους μέλους. Εάν ένα κράτος μέλος αναμένεται να υπερβεί τη δεσμευτική εθνική επιδίωξή του για το 2020, η ενδεικτική πορεία του μπορεί να αρχίσει στο επίπεδο που προβλέπεται να επιτύχει. Οι ενδεικτικές πορείες των κρατών μελών, συνολικά, ανέρχονται στα σημεία αναφοράς της Ένωσης για το 2022, το 2025 και το 2027 και στη δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια για το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Ανεξάρτητα από τη συνεισφορά του στην επιδίωξη της Ένωσης και την ενδεικτική πορεία του για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα κράτος μέλος είναι ελεύθερο να υποδεικνύει πιο φιλόδοξους στόχους για σκοπούς εθνικής πολιτικής.»·

3)στο άρθρο 5, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν συλλογικά ότι το άθροισμα των συνεισφορών τους ανέρχεται τουλάχιστον στο επίπεδο της δεσμευτικής επιδίωξης της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.»·

4)στο άρθρο 29, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή, ως μέρος της αξιολόγησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, αξιολογεί την πρόοδο που σημειώθηκε στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση της Ένωσης με βάση την ενδεικτική ενωσιακή πορεία που αρχίζει από το 20 % το 2020, φθάνει σε σημεία αναφοράς τουλάχιστον 18 % το 2022, 43 % το 2025 και 65 % το 2027 της συνολικής αύξησης στο μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της ενωσιακής επιδίωξης ανανεώσιμης ενέργειας για το 2020 και της ενωσιακής επιδίωξης ανανεώσιμης ενέργειας για το 2030, και προσεγγίζει τον ενωσιακή δεσμευτική επιδίωξη για ανανεώσιμη ενέργεια για το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.»·

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 98/70/ΕΕ

Η οδηγία 98/70/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1) το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία καθορίζει, όσον αφορά τα οδικά οχήματα, και τα μη οδικά κινητά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων των σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας όταν δεν βρίσκονται στη θάλασσα), τους γεωργικούς και δασοκομικούς ελκυστήρες και τα σκάφη αναψυχής όταν δεν βρίσκονται στη θάλασσα, τεχνικές προδιαγραφές για λόγους υγείας και περιβάλλοντος για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για κινητήρες επιβαλλόμενης ανάφλεξης και για κινητήρες ανάφλεξης με συµπίεση, λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών απαιτήσεων των κινητήρων αυτών.»·

2)το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)τα σημεία 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. “Βενζίνη”, οποιοδήποτε πτητικό πετρελαιοειδές προοριζόμενο για τη λειτουργία κινητήρων εσωτερικής καύσης, με επιβαλλόμενη ανάφλεξη για την προώθηση των οχημάτων, το οποίο εμπίπτει στους κωδικούς ΣΟ 2710 12 41, 2710 12 45 και 2710 12 49·

2. "“Ντίζελ”, πετρέλαια εσωτερικής καύσης που εμπίπτουν στον κωδικό ΣΟ 2710 19 43 28 όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 29 και στον κανονισμό (ΕΚ) 595/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 30 και χρησιμοποιούνται για αυτοπροωθούμενα οχήματα.

«3. “πετρέλαια εσωτερικής καύσης που προορίζονται για χρήση από κινητά μη οδικά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων των σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας), γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες και σκάφη αναψυχής”: οποιοδήποτε υγρό προερχόμενο από το πετρέλαιο, που εμπίπτει στους κωδικούς ΣΟ 27101943 31 , το οποίο αναφέρεται στην οδηγία 2013/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 32 , στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 33 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1628 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 34 και προορίζεται για χρήση σε κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση.»·

β) τα σημεία 8 και 9 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. “Προμηθευτής”: “προμηθευτής καυσίμων” όπως ορίζεται στο άρθρο 2 πρώτο εδάφιο σημείο 38 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 35 ·

9. “βιοκαύσιμα”: τα “βιοκαύσιμα” όπως ορίζονται στο άρθρο 2 πρώτο εδάφιο σημείο 33 της οδηγίας 2018/2001·»·

3)το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές να διασφαλίζουν τη διάθεση στην αγορά ντίζελ με περιεκτικότητα σε μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων (FAME) έως 7 %.»·

β)Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο των πετρελαίων εσωτερικής καύσης που προορίζονται για χρήση από κινητά μη οδικά μηχανήματα (συμπεριλαμβανομένων των σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας), γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες και σκάφη αναψυχής ανέρχεται σε 10 mg/kg. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υγρά καύσιμα εκτός των εν λόγω πετρελαίων εσωτερικής καύσης μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας και σκάφη αναψυχής μόνο εάν η περιεκτικότητα σε θείο των εν λόγω υγρών καυσίμων δεν υπερβαίνει τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα των εν λόγω πετρελαίων εσωτερικής καύσης.»·

4)τα άρθρα 7α έως 7ε διαγράφονται.

5)το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, τα στοιχεία ζ), η), θ)και ια) διαγράφονται·

β)η παράγραφος 2 διαγράφεται·

6)τα παραρτήματα I, II IV και V τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα I της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

Μεταβατικές διατάξεις

1)Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που συλλέγονται και υποβάλλονται στην αρχή που ορίζεται από το κράτος μέλος σχετικά με το έτος [ΕΕ: να αντικατασταθεί με το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο αρχίζει να ισχύει η κατάργηση] ή μέρος αυτών σύμφωνα με το άρθρο 7α παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο και το άρθρο 7α παράγραφος 7 της οδηγίας 98/70/ΕΚ, τα οποία διαγράφονται με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας, υποβάλλονται στην Επιτροπή.

2)Η Επιτροπή περιλαμβάνει τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε κάθε έκθεση που υποχρεούται να υποβάλει βάσει της οδηγίας 98/70/ΕΚ.

Άρθρο 5

Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο

1.Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 6

Κατάργηση

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/652 36 του Συμβουλίου καταργείται με ισχύ από [ΕΕ: να αντικατασταθεί με το ημερολογιακό έτος κατά το οποίο αρχίζει να ισχύει η κατάργηση].

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                Ο Πρόεδρος

(1)    COM(2020) 824 final
(2)    ΕΕ C 326 της 26.10.2012, σ. 1.
(3)    ΕΕ C της , σ. .
(4)    ΕΕ C της , σ. .
(5)    Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», COM(2019) 640 final, της 11.12.2019.
(6)    Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενίσχυση της κλιματικής φιλοδοξίας της Ευρώπης για το 2030 – Επενδύουμε σε ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον προς όφελος των πολιτών μας», COM(2020) 562 final, της 17.9.2020.
(7)    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία [2019/2956(RSP)].
(8)    Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2020, https://www.consilium.europa.eu/media/47347/1011-12-20-euco-conclusions-el.pdf
(9)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82.
(10)    Σημείο 3 της ανακοίνωσης της Επιτροπής COM(2020) 562 final, της 17.9.2020, με τίτλο «Ενίσχυση της κλιματικής φιλοδοξίας της Ευρώπης για το 2030 – Επενδύουμε σε ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον προς όφελος των πολιτών μας»
(11)    Η αρχή της αλυσιδωτής χρήσης στοχεύει στην επίτευξη της αποτελεσματικής αξιοποίησης των πόρων βιομάζας μέσω της ιεράρχησης της χρήσης υλικών βιομάζας στη χρήση ενέργειας όπου είναι δυνατόν, αυξάνοντας έτσι την ποσότητα βιομάζας που είναι διαθέσιμη στο σύστημα. Σύμφωνα με την αρχή της αλυσιδωτής χρήσης, η ξυλώδης βιομάζα θα πρέπει να χρησιμοποιείται σύμφωνα με την υψηλότερη οικονομική και περιβαλλοντική προστιθέμενη αξία της με την ακόλουθη σειρά προτεραιοτήτων: 1) προϊόντα με βάση το ξύλο, 2) παράταση της διάρκειας ζωής τους, 3) επαναχρησιμοποίηση, 4) ανακύκλωση, 5) βιοενέργεια και 6) διάθεση.
(12)    Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών ( ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3 ).
(13)    https://publications.jrc.ec.europa.eu/repository/handle/JRC122719
(14)    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1294 της Επιτροπής, της 15ης Σεπτεμβρίου 2020, για τον μηχανισμό χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 303 της 17.9.2020, σ. 1).
(15)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).
(16)    Οδηγία 2014/94/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων (ΕΕ L 307 της 28.10.2014, σ. 1). 
(17)    Οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 350 της 28.12.1998, σ. 58).
(18)    ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.
(19)    Απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 2019, Επιτροπή κατά Βελγίου, C-543/17, ECLI: EU: C:2019:573.
(20)    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 158 της 14.6.2019, σ. 54).
(21)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/944 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ (ΕΕ L 158 της 14.6.2019, σ. 125).
(22)    COM(2020) 798 final
(23)    πρόταση κανονισμού της Επιτροπής σχετικά με τις μπαταρίες και τα απόβλητα μπαταριών, για την κατάργηση της οδηγίας 2006/66/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 (xxxx).
(24)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE—αναθεώρηση 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών ΕΚ σχετικά με ειδικούς στατιστικούς τομείς, (ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1).·
(25)    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1294 της Επιτροπής, της 15ης Σεπτεμβρίου 2020, για τον μηχανισμό χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 303 της 17.9.2020, σ. 1).
(26)    Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2017, σχετικά με τον καθορισμό ενός πλαισίου για την ενεργειακή σήμανση και για την κατάργηση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 1).
(27)    2013/179/ΕΕ: Σύσταση της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2013, σχετικά με τη χρήση κοινών μεθόδων για τη μέτρηση και τη γνωστοποίηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων κατά τον κύκλο ζωής των προϊόντων και των οργανισμών (ΕΕ L 124 της 4.5.2013, σ. 1).
(28)    Η αρίθμηση των εν λόγω κωδικών ΣΟ όπως ορίζεται στο Κοινό Δασμολόγιο, κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).
(29)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων όσον αφορά εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 5 και Euro 6) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων (ΕΕ L 171 της 29.6.2007, σ. 1).
(30)    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 595/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την έγκριση τύπου των μηχανοκίνητων οχημάτων και κινητήρων όσον αφορά τις εκπομπές των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων (Euro VI) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 715/2007 και της οδηγίας 2007/46/ΕΚ, και για την κατάργηση των οδηγιών 80/1269/ΕΟΚ, 2005/55/ΕΚ και 2005/78/ΕΚ (EE L 188 της 18.7.2009, σ. 1)·
(31)    Η αρίθμηση των εν λόγω κωδικών ΣΟ όπως ορίζεται στο Κοινό Δασμολόγιο, κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).
(32)    Οδηγία 2013/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για τα σκάφη αναψυχής και τα ατομικά σκάφη και την κατάργηση της οδηγίας 94/25/ΕΚ (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 90).
(33)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5.2.2013, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς γεωργικών και δασικών οχημάτων (ΕΕ L 060 της 2.3.2013, σ. 1).
(34)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1628 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με τις απαιτήσεις που αφορούν τα όρια εκπομπών για τους αέριους και σωματιδιακούς ρύπους και την έγκριση τύπου για κινητήρες εσωτερικής καύσης για μη οδικά κινητά μηχανήματα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 και (ΕΕ) αριθ. 167/2013 και για την τροποποίηση και κατάργηση της οδηγίας 97/68/ΕΚ (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 53).
(35)    Οδηγία (EE) 2018/2001/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).
(36)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου, της 20ής Απριλίου 2015, για τον καθορισμό των μεθόδων υπολογισμού και των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με την οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ (ΕΕ L 107 της 25.4.2015, σ. 26).
Top

Βρυξέλλες, 14.7.2021

COM(2021) 557 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της

Πρότασης

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου

{SEC(2021) 657 final} - {SWD(2021) 620 final} - {SWD(2021) 621 final} - {SWD(2021) 622 final}


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Τα παραρτήματα της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 τροποποιούνται ως εξής:

1)στο παράρτημα I, η τελευταία σειρά του πίνακα διαγράφεται·

2)παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα 1α:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1α

ΕΘΝΙΚΑ ΜΕΡΙΔΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΨΥΞΗ ΑΠΟ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΕΛΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2020-2030

Αύξηση βασικών μεριδίων αναφοράς (σε εκατοστιαίες μονάδες)

(REF20/NECPs)

Προκύπτοντα μερίδια θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές το 2030 σε εκατοστιαίες μονάδες, συμπεριλαμβανομένων συμπληρωματικών ενισχύσεων (τουλάχιστον)

Βέλγιο

0,3

1,4

Βουλγαρία

0,9

1,4

Τσεχική Δημοκρατία

0,5

1,4

Δανία

0,9

1,4

Γερμανία

0,9

1,5

Εσθονία

1,2

1,5

Ιρλανδία

2,1

2,9

Ελλάδα

1,6

2,0

Ισπανία

1,1

1,4

Γαλλία

1,4

1,8

Κροατία

0,7

1,4

Ιταλία

1,2

1,6

Κύπρος

0,5

1,6

Λετονία

0,8

1,0

Λιθουανία

1,6

2,0

Λουξεμβούργο

2,0

2,7

Ουγγαρία

0,9

1,5

Μάλτα

0,5

1,5

Κάτω Χώρες

0,7

1,4

Αυστρία

0,7

1,5

Πολωνία

1,0

1,5

Πορτογαλία

1,0

1,4

Ρουμανία

0,6

1,4

Σλοβενία

0,7

1,4

Σλοβακία

0,3

1,4

Φινλανδία

0,5

0,8

Σουηδία

0,3

0,6

3)το παράρτημα III αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ

Καύσιμο

Ενεργειακό περιεχόμενο κατά βάρος (κατώτερη θερμογόνος δύναμη, MJ/kg)

Ενεργειακό περιεχόμενο κατ' όγκο (κατώτερη θερμογόνος δύναμη, MJ/l)

ΚΑΥΣΙΜΑ ΑΠΟ ΒΙΟΜΑΖΑ ΚΑΙ/Ή ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Βιοπροπάνιο

46

24

Καθαρά φυτικά έλαια (έλαια από ελαιούχα φυτά, παραγόμενα με συμπίεση, εκχύλιση ή ανάλογες μεθόδους, φυσικά ή εξευγενισμένα αλλά μη χημικώς τροποποιημένα)

37

34

Βιοντίζελ – μεθυλεστέρας λιπαρών οξέων (μεθυλεστέρας που παράγεται από έλαια προερχόμενα από βιομάζα)

37

33

Βιοντίζελ – αιθυλεστέρας λιπαρών οξέων (αιθυλεστέρας που παράγεται από έλαια προερχόμενα από βιομάζα)

38

34

Βιοαέριο που μπορεί να καθαριστεί και να αναβαθμιστεί σε ποιότητα φυσικού αερίου

50

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ

44

34

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης

45

30

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων

44

34

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγροποιημένου αερίου πετρελαίου

46

24

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ

43

36

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης

44

32

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων

43

33

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγροποιημένου αερίου πετρελαίου

46

23

ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΑ ΚΑΥΣΙΜΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΧΘΟΥΝ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ, ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Μεθανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

20

16

Αιθανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

27

21

Προπανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

31

25

Βουτανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

33

27

Ντίζελ Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ)

44

34

Βενζίνη Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων που παράγεται από βιομάζα, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης)

44

33

Καύσιμο αεριωθουμένων Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων που παράγεται από βιομάζα, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων)

44

33

Υγροποιημένο αέριο πετρελαίου Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγροποιημένου αερίου πετρελαίου)

46

24

Διμεθυλαιθέρας (DME)

28

19

Υδρογόνο από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

120

ETBE (αιθυλοτριτοβουτυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

36 (εκ των οποίων 37 % από ανανεώσιμες πηγές)

27 (εκ των οποίων 37 % από ανανεώσιμες πηγές)

MTBE (μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρας που παράγεται από μεθανόλη)

35 (εκ των οποίων 22 % από ανανεώσιμες πηγές)

26 (εκ των οποίων 22 % από ανανεώσιμες πηγές)

TAEE (τριταμυλαιθυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

38 (εκ των οποίων 29 % από ανανεώσιμες πηγές)

29 (εκ των οποίων 29 % από ανανεώσιμες πηγές)

TAME (τριταμυλομεθυλαιθέρας που παράγεται από μεθανόλη)

36 (εκ των οποίων 18 % από ανανεώσιμες πηγές)

28 (εκ των οποίων 18 % από ανανεώσιμες πηγές)

THxEE (τριτεξυλαιθυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

38 (εκ των οποίων 25 % από ανανεώσιμες πηγές)

30 (εκ των οποίων 25 % από ανανεώσιμες πηγές)

THxME (τριτεξυλομεθυλαιθέρας που παράγεται από μεθανόλη)

38 (εκ των οποίων 14 % από ανανεώσιμες πηγές)

30 (εκ των οποίων 14 % από ανανεώσιμες πηγές)

ΜΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΑ ΚΑΥΣΙΜΑ

Βενζίνη

43

32

Ντίζελ

43

36

Υδρογόνο από μη ανανεώσιμες πηγές

120

4)το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΩΝ ΠΗΓΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ»

β)η εισαγωγική περίοδος και το πρώτο σημείο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα καθεστώτα πιστοποίησης και τα προγράμματα κατάρτισης του άρθρου 18 παράγραφος 3 βασίζονται στα ακόλουθα κριτήρια:

1. Η διαδικασία πιστοποίησης είναι διαφανής και σαφώς καθορισμένη από τα κράτη μέλη ή από τον διοικητικό φορέα που αυτά ορίζουν.»·

γ)παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία 1α και 1β:

«1α. Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από οργανισμούς πιστοποίησης είναι σαφώς καθορισμένα και εύκολα αναγνωρίσιμα για τους εργαζομένους και τους επαγγελματίες που ζητούν πιστοποίηση.

1β. Η διαδικασία πιστοποίησης και τα προγράμματα κατάρτισης επιτρέπουν στους εγκαταστάτες να δημιουργούν εγκαταστάσεις υψηλής ποιότητας που λειτουργούν αξιόπιστα.»·

δ)τα σημεία 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Οι εγκαταστάτες συστημάτων βιομάζας, αντλιών θερμότητας, γεωθερμικών μικρού βάθους, ηλιακών φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών συστημάτων ενέργειας πιστοποιούνται στο πλαίσιο αναγνωρισμένου προγράμματος κατάρτισης ή από αναγνωρισμένο πάροχο κατάρτισης.

3. Η αναγνώριση του προγράμματος κατάρτισης ή του παρόχου κατάρτισης γίνεται από τα κράτη μέλη ή από τον διοικητικό φορέα που αυτά ορίζουν. Ο φορέας αναγνώρισης βεβαιώνεται για τη συνέχεια και την περιφερειακή ή εθνική κάλυψη του προγράμματος κατάρτισης που προσφέρει ο πάροχος κατάρτισης.

Ο πάροχος κατάρτισης διαθέτει κατάλληλες τεχνικές εγκαταστάσεις πρακτικής εξάσκησης, συμπεριλαμβανομένου εργαστηριακού εξοπλισμού ή ανάλογων εγκαταστάσεων πρακτικής εξάσκησης.

Πέραν της βασικής κατάρτισης, ο πάροχος κατάρτισης προσφέρει επίσης βραχύτερους κύκλους επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων, οι οποίοι διοργανώνονται σε ενότητες κατάρτισης που επιτρέπουν στους εγκαταστάτες και σχεδιαστές να προσθέτουν νέες ικανότητες, να διευρύνουν και να διαφοροποιούν τις δεξιότητές τους σε διάφορες τεχνολογίες και τους συνδυασμούς τους. Ο πάροχος κατάρτισης διασφαλίζει την προσαρμογή της κατάρτισης στις νέες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο πλαίσιο των κτιρίων, της βιομηχανίας και της γεωργίας. Οι πάροχοι εκπαίδευσης αναγνωρίζουν τις αποκτηθείσες σχετικές δεξιότητες.

Τα προγράμματα και οι ενότητες κατάρτισης σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να επιτρέπουν τη διά βίου μάθηση στον τομέα των εγκαταστάσεων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και είναι συμβατά με την επαγγελματική κατάρτιση για όσους εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας και για ενήλικες που αναζητούν επανειδίκευση ή νέα απασχόληση.

Τα προγράμματα κατάρτισης σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να διευκολύνεται η απόκτηση προσόντων σε διαφορετικές τεχνολογίες και λύσεις και να αποφεύγεται η περιορισμένη εξειδίκευση σε συγκεκριμένο εμπορικό σήμα ή τεχνολογία. Ο πάροχος κατάρτισης μπορεί να είναι ο κατασκευαστής σχετικού εξοπλισμού ή συστημάτων, ιδρύματα ή ενώσεις.»·

ε) στο σημείο 6 στοιχείο γ) προστίθενται οι ακόλουθες περιπτώσεις iv) και v):

«iv)    κατανόηση των μελετών σκοπιμότητας και σχεδιασμού·

v)    κατανόηση των γεωτρήσεων, στην περίπτωση των γεωθερμικών αντλιών θερμότητας.»·

5) το παράρτημα V μέρος Γ τροποποιείται ως εξής:

α)τα σημεία 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Στις εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία λήψης ή καλλιέργειας· από τη συλλογή, την ξήρανση και την αποθήκευση των πρώτων υλών· από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη λήψη ή την καλλιέργεια. Δεν λαμβάνεται υπόψη η δέσμευση του CO2 κατά την καλλιέργεια των πρώτων υλών. Εφόσον είναι διαθέσιμες, στον υπολογισμό εφαρμόζονται οι αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές N2O από εδάφη που ορίζονται στο μέρος Δ. Επιτρέπεται να υπολογίζονται μέσοι όροι βάσει των τοπικών γεωργικών πρακτικών με χρήση δεδομένων ομάδας γεωργικών εκμεταλλεύσεων, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.»·

6. Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο α), η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου χάρη στη βελτίωση της διαχείρισης της γεωργίας (esca), όπως η στροφή στη μειωμένη ή μηδενική άροση, η βελτιωμένη αμειψισπορά, η χρήση προστατευτικών καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης των υπολειμμάτων καλλιεργειών, και η χρήση οργανικών βελτιωτικών εδάφους (π.χ. κομπόστ, προϊόν ζύμωσης της κοπριάς), λαμβάνεται υπόψη μόνον εφόσον δεν υπάρχει κίνδυνος αρνητικής επίδρασης στη βιοποικιλότητα. Επιπλέον, υποβάλλονται αξιόπιστα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο εδαφικός άνθρακας αυξήθηκε, ή σύμφωνα με τα οποία είναι εύλογο να έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας των εξεταζόμενων πρώτων υλών, με συνεκτίμηση των εκπομπών στις περιπτώσεις όπου οι πρακτικές αυτές οδηγούν σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων 1 .»·

β)το σημείο 15 απαλείφεται:

γ)το σημείο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«18. Για τους σκοπούς των υπολογισμών που αναφέρονται στο σημείο 17, οι προς διαίρεση εκπομπές είναι eec + el + esca + τα κλάσματα εκπομπών ep, etd, eccs και eccr που παράγονται κατά τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και το στάδιο παραγωγής παραπροϊόντος. Εάν ο καταλογισμός εκπομπών σε παραπροϊόντα έχει γίνει σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας στο πλαίσιο του κύκλου ζωής, το κλάσμα των εκπομπών που αποδίδονται κατά το τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας στο ενδιάμεσο καύσιμο προϊόν χρησιμοποιείται για τους σκοπούς αυτούς, αντί του συνόλου των εκπομπών αυτών. Στην περίπτωση του βιοαερίου και του βιομεθανίου, για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού λαμβάνονται υπόψη όλα τα παραπροϊόντα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 7. Δεν καταλογίζονται εκπομπές σε απόβλητα και υπολείμματα. Για τους σκοπούς του ίδιου υπολογισμού, τα παραπροϊόντα που έχουν αρνητικό ενεργειακό περιεχόμενο λογίζονται ως έχοντα μηδενικό ενεργειακό περιεχόμενο. Τα απόβλητα και τα υπολείμματα, συμπεριλαμβανομένων όλων των αποβλήτων και των υπολειμμάτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΧ, λογίζεται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους μέχρι τη διαδικασία συλλογής τους, ασχέτως αν μεταποιούνται σε ενδιάμεσα προϊόντα πριν από τη μετατροπή τους σε τελικά προϊόντα. Τα υπολείμματα που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX και είναι κατάλληλα για χρήση στην αγορά τροφίμων ή ζωοτροφών λογίζεται ότι έχουν την ίδια ποσότητα εκπομπών από τη λήψη, τη συγκομιδή ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) με το πλησιέστερο υποκατάστατό τους στην αγορά τροφίμων και ζωοτροφών που περιλαμβάνεται στον πίνακα του μέρους Δ. Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που παράγονται σε διυλιστήρια, πλην του συνδυασμού μονάδων επεξεργασίας με λέβητες ή μονάδες συμπαραγωγής που παρέχουν θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια στη μονάδα επεξεργασίας, η μονάδα ανάλυσης για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17 είναι το διυλιστήριο»·

6)στο παράρτημα VI, το μέρος B τροποποιείται ως ακολούθως:

α)τα σημεία 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Στις εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία λήψης ή καλλιέργειας· από τη συλλογή, την ξήρανση και την αποθήκευση των πρώτων υλών· από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη λήψη ή την καλλιέργεια. Δεν λαμβάνεται υπόψη η δέσμευση του CO2 κατά την καλλιέργεια των πρώτων υλών. Εφόσον είναι διαθέσιμες, στον υπολογισμό εφαρμόζονται οι αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές N2O από εδάφη που ορίζονται στο μέρος Δ. Επιτρέπεται να υπολογίζονται μέσοι όροι βάσει των τοπικών γεωργικών πρακτικών με χρήση δεδομένων ομάδας γεωργικών εκμεταλλεύσεων, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.»

6. Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο α), η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου χάρη στη βελτίωση της διαχείρισης της γεωργίας (esca), όπως η στροφή στη μειωμένη ή μηδενική άροση, η βελτιωμένη αμειψισπορά, η χρήση προστατευτικών καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης των υπολειμμάτων καλλιεργειών, και η χρήση οργανικών βελτιωτικών εδάφους (π.χ. κομπόστ, προϊόν ζύμωσης της κοπριάς), λαμβάνεται υπόψη μόνον εφόσον δεν υπάρχει κίνδυνος αρνητικής επίδρασης στη βιοποικιλότητα. Επιπλέον, υποβάλλονται αξιόπιστα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο εδαφικός άνθρακας αυξήθηκε ή σύμφωνα με τα οποία είναι εύλογο να έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας των εξεταζόμενων πρώτων υλών, με συνεκτίμηση των εκπομπών στις περιπτώσεις όπου οι πρακτικές αυτές οδηγούν σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων 2 .»·

β)το σημείο 15 απαλείφεται:

γ)το σημείο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«18. Για τους σκοπούς των υπολογισμών που αναφέρονται στο σημείο 17, οι προς διαίρεση εκπομπές είναι eec + el + esca + τα κλάσματα εκπομπών ep, etd, eccs και eccr που παράγονται κατά τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και το στάδιο παραγωγής παραπροϊόντος. Εάν ο καταλογισμός εκπομπών σε παραπροϊόντα έχει γίνει σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας στο πλαίσιο του κύκλου ζωής, το κλάσμα των εκπομπών που αποδίδονται κατά το τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας στο ενδιάμεσο καύσιμο προϊόν χρησιμοποιείται για τους σκοπούς αυτούς, αντί του συνόλου των εκπομπών αυτών.

Στην περίπτωση του βιοαερίου και του βιομεθανίου, για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού λαμβάνονται υπόψη όλα τα παραπροϊόντα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 7. Δεν καταλογίζονται εκπομπές σε απόβλητα και υπολείμματα. Για τους σκοπούς του ίδιου υπολογισμού, τα παραπροϊόντα που έχουν αρνητικό ενεργειακό περιεχόμενο λογίζονται ως έχοντα μηδενικό ενεργειακό περιεχόμενο.

Τα απόβλητα και τα υπολείμματα, συμπεριλαμβανομένων όλων των αποβλήτων και των υπολειμμάτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΧ, λογίζεται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους μέχρι τη διαδικασία συλλογής τους, ασχέτως αν μεταποιούνται σε ενδιάμεσα προϊόντα πριν από τη μετατροπή τους σε τελικά προϊόντα. Τα υπολείμματα που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX και είναι κατάλληλα για χρήση στην αγορά τροφίμων ή ζωοτροφών λογίζεται ότι έχουν την ίδια ποσότητα εκπομπών από τη λήψη, τη συγκομιδή ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) με το πλησιέστερο υποκατάστατό τους στην αγορά τροφίμων και ζωοτροφών που περιλαμβάνεται στον πίνακα του μέρους Δ του παραρτήματος V.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που παράγονται σε διυλιστήρια, πλην του συνδυασμού μονάδων επεξεργασίας με λέβητες ή μονάδες συμπαραγωγής που παρέχουν θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια στη μονάδα επεξεργασίας, η μονάδα ανάλυσης για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17 είναι το διυλιστήριο.»·

7) στο παράρτημα VII, στον ορισμό της έννοιας «Qusable», η παραπομπή στο άρθρο 7 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από παραπομπή στο άρθρο 7 παράγραφος 3.

8)το παράρτημα IX τροποποιείται ως εξής:

α)στο μέρος Α, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοαερίου για μεταφορές και προηγμένων βιοκαυσίμων:»

β)στο μέρος Β, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιοαερίου για μεταφορές, των οποίων η συμβολή στον στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που καθορίζεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) είναι περιορισμένη:»·

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Τα παραρτήματα I, ΙΙ, IV και V της οδηγίας 98/70/ΕΚ τροποποιούνται ως εξής:

1) το παράρτημα Ι τροποποιείται ως εξής:

α)το κείμενο της υποσημείωσης 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1) Οι μέθοδοι δοκιμών είναι εκείνες που καθορίζονται στο πρότυπο EN 228:2012+A1:2017. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν την αναλυτική μέθοδο που καθορίζεται στο πρότυπο που αντικαθιστά το EN 228:2012+Α1:2017, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι παρέχει τουλάχιστον την ίδια ορθότητα και τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο ακρίβειας με την αναλυτική μέθοδο που αντικαθιστά.»·

β)το κείμενο της υποσημείωσης 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

   «2) οι τιμές που αναφέρονται στην προδιαγραφή είναι «αληθείς τιμές». Κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών τους, εφαρμόστηκαν οι όροι του προτύπου EN ISO 4259-1:2017/A1:2021 «Petroleum and related products — Precision of measurement methods and results – Part 1: Determination of precision data in relation to methods of test» (Πετρέλαιο και συναφή προϊόντα — Ακρίβεια των μεθόδων μέτρησης και των αποτελεσμάτων – Μέρος 1: Προσδιορισμός των δεδομένων ακριβείας σε σχέση με τις μεθόδους δοκιμής), ενώ στον καθορισμό ελάχιστης τιμής ελήφθη υπόψη ελάχιστη διαφορά 2R άνω του μηδενός (R = αναπαραγωγιμότητα). Τα αποτελέσματα μεμονωμένων μετρήσεων ερμηνεύονται βάσει των κριτηρίων του προτύπου EN ISO 4259-2:2017/A1:2019.»·

γ)το κείμενο της υποσημείωσης 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6) Άλλες μονοαλκοόλες και αιθέρες με τελικό σημείο ζέσεως που δεν υπερβαίνει εκείνο που αναφέρεται στο πρότυπο EN 228:2012 +A1:2017.»

2) το παράρτημα II τροποποιείται ως εξής:

α)στην τελευταία γραμμή του πίνακα, «Περιεκτικότητα σε FAME — EN 14078, η καταχώριση στην τελευταία στήλη «Όρια» «Μέγιστο», η τιμή «7,0» αντικαθίσταται από την τιμή «10,0»·

β)το κείμενο της υποσημείωσης 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1) Οι μέθοδοι δοκιμών είναι εκείνες που καθορίζονται στο πρότυπο EN 590:2013+A1:2017. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν την αναλυτική μέθοδο που καθορίζεται στο πρότυπο που αντικαθιστά το EN 590:2013+Α1:2017, εφόσον μπορεί να αποδειχθεί ότι παρέχει τουλάχιστον την ίδια ορθότητα και τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο ακρίβειας με την αναλυτική μέθοδο που αντικαθιστά.»·

γ)το κείμενο της υποσημείωσης 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2) Οι τιμές που αναφέρονται στην προδιαγραφή είναι «αληθείς τιμές». Κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών τους, εφαρμόστηκαν οι όροι του προτύπου EN ISO 4259-1:2017/A1:2021 «Petroleum and related products — Precision or measurement methods and results – Part 1: Determination of precision data in relation to methods of test» (Πετρέλαιο και συναφή προϊόντα — Ακρίβεια των μεθόδων μέτρησης και των αποτελεσμάτων – Μέρος 1: Προσδιορισμός των δεδομένων ακριβείας σε σχέση με τις μεθόδους δοκιμής), ενώ στον καθορισμό ελάχιστης τιμής ελήφθη υπόψη ελάχιστη διαφορά 2R άνω του μηδενός (R = αναπαραγωγιμότητα). Τα αποτελέσματα μεμονωμένων μετρήσεων ερμηνεύονται βάσει των κριτηρίων του προτύπου EN ISO 4259-2:2017/A1:2019.»·

3)τα παραρτήματα IV και V απαλείφονται.

(1)    Σχετικό αποδεικτικό στοιχείο μπορούν να αποτελέσουν μετρήσεις του εδαφικού άνθρακα, π.χ. μια πρώτη μέτρηση πριν αρχίσει η καλλιέργεια και μετέπειτα μετρήσεις σε τακτά διαστήματα, με διαφορά ετών μεταξύ τους. Στην περίπτωση αυτή, μέχρι την εκτέλεση της δεύτερης μέτρησης, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα θα υπολογίζεται βάσει αντιπροσωπευτικών δοκιμών ή εδαφικών μοντέλων. Από τη δεύτερη μέτρηση και μετά, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα και η τάξη μεγέθους της θα διαπιστώνονται με βάση τις μετρήσεις.
(2)    Σχετικό αποδεικτικό στοιχείο μπορούν να αποτελέσουν μετρήσεις του εδαφικού άνθρακα, π.χ. μια πρώτη μέτρηση πριν αρχίσει η καλλιέργεια και μετέπειτα μετρήσεις σε τακτά διαστήματα, με διαφορά ετών μεταξύ τους. Στην περίπτωση αυτή, μέχρι την εκτέλεση της δεύτερης μέτρησης, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα θα υπολογίζεται βάσει αντιπροσωπευτικών δοκιμών ή εδαφικών μοντέλων. Από τη δεύτερη μέτρηση και μετά, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα και η τάξη μεγέθους της θα διαπιστώνονται με βάση τις μετρήσεις.
Top